8

 


 

 

 

Μπορεί κάποιος να είναι τυφλός, και να μην το γνωρίζει;

 

Η ερώτηση δεν είναι ούτε συμβολική ούτε ρητορική. Και, για να γίνει ακόμη πιο ξεκάθαρη: θα μπορούσε ποτέ ένας λογικός άνθρωπος να τυφλωθεί ξαφνικά χωρίς να το καταλάβει;

 

Ασφαλώς.

 

Η «φλοιώδης τύφλωση» είναι μία σπάνια μορφή τύφλωσης που οφείλεται σε βλάβη του ινιακού φλοιού του εγκεφάλου, στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Ο εγκεφαλικός φλοιός της συγκεκριμένης περιοχής είναι υπεύθυνος για την επεξεργασία των οπτικών ερεθισμάτων που διαβιβάζονται μέσω των δύο οπτικών νεύρων. Σε διαταραχές αιμάτωσης, ή έπειτα από κάποιο χτύπημα στο κεφάλι, το άτομο μπορεί να μείνει μόνιμα τυφλό σε κατάσταση φλοιώδους τύφλωσης. Στη φλοιώδη τύφλωση, δηλαδή, ενώ τα αισθητήρια όργανα της όρασης –τα μάτια– λειτουργούν κανονικά, οι πληροφορίες που μεταδίδουν δε διαβάζονται από το εγκεφαλικό κέντρο της όρασης, στον ινιακό φλοιό.

 

Το σύνδρομο Anton, τώρα, αποτελεί ειδική κατηγορία φλοιώδους τύφλωσης, κατά την οποία οι πάσχοντες εμφανίζουν μία παράξενη πρόσθετη διαταραχή: ενώ είναι τυφλοί, οι ίδιοι δεν αναγνωρίζουν το γεγονός, θεωρώντας ότι εξακολουθούν να βλέπουν μια χαρά.

 

Ναι, πιστεύουν ότι βλέπουν. Και, όταν ερωτώνται τι βλέπουν, επιχειρούν μέσω της λογικής να φανταστούν τι θα ήταν αναμενόμενο να βρίσκεται μπροστά τους, δίνοντας ανάλογες απαντήσεις. Δεν ψεύδονται, ούτε προσπαθούν να ξεγελάσουν κανέναν· πιστεύουν πραγματικά ότι βλέπουν, και την αναπηρία τους, όταν στριμώχνονται, τη δικαιολογούν μέσω λογικοφανών εξηγήσεων, τις οποίες οι ίδιοι πιστεύουν απόλυτα. Παρότι, όταν αφήνονται να περπατήσουν χωρίς βοήθεια, σκοντάφτουν, κουτουλάνε και πέφτουν, οι ίδιοι επινοούν ερμηνείες του τύπου "δε με κρατάνε τα πόδια μου" ή "το τραπεζάκι δεν ήταν εκεί, το μετακίνησες εσύ καθώς περπατούσα για να σκοντάψω". Παρότι δεν μπορούν να μετρήσουν τα τεντωμένα δάχτυλα ενός χεριού, ή να διακρίνουν αν το φως του δωματίου είναι αναμμένο, αποδίδουν το γεγονός στο ότι δε φορούν τα γυαλιά τους ή ότι ο φωτισμός του δωματίου είναι υπερβολικά χαμηλός (επιγραμματικά για το σύνδρομο Anton: http://www.whonamedit.com/synd.cfm/1877.html – αναλυτικότερα: https://en.wikipedia.org/wiki/Anton_syndrome).

 

Υπάρχουν και αρκετές άλλες καταστάσεις τύφλωσης λόγω εγκεφαλικής δυσλειτουργίας. Στην «ψυχική τύφλωση», για παράδειγμα, ο πάσχων βλέπει μεν, είναι όμως ανίκανος να αντιληφθεί και να ερμηνεύσει αυτά που βλέπει (εντελώς διαφορετική κατάσταση από τη φλοιώδη τύφλωση, και κατά κάποιον τρόπο αντίστροφη: εδώ το άτομο έχει όραση, την οποία δεν μπορεί να αξιοποιήσει). Στην επιλεκτική τύφλωση, πάλι, ο πάσχων μπορεί να βλέπει μόνο το δεξί ή μόνο το αριστερό τμήμα του χώρου και των αντικειμένων. Υπάρχουν και οι λεγόμενες «αγνωσίες», με τους πάσχοντες από «σωματοαγνωσία» π.χ. να αναγνωρίζουν μόνο το δεξί χέρι ως δικό τους, θεωρώντας ότι το αριστερό είναι ξένο (συχνά οι πάσχοντες από τη μορφή αυτή σωματοαγνωσίας επιφέρουν σοβαρές βλάβες στο «ξένο» χέρι, δαγκώνοντας ή καρφώνοντας το).

 

Για να ξαναγυρίσουμε στο σύνδρομο Anton, η ακριβής εξήγηση του γιατί οι πάσχοντες δεν αντιλαμβάνονται την τύφλωση τους δεν είναι γνωστή. Διαπιστωμένο είναι ότι αποκόπτονται οι νευρικές διασυνδέσεις μεταξύ ινιακού φλοιού και θαλάμου (ένα τμήμα του εγκεφάλου που λειτουργεί ως ρυθμιστικό κέντρο μεταξύ αισθητικών ερεθισμάτων και συνείδησης). Πέρα, όμως, από τις αιτιολογήσεις σε ανατομικό επίπεδο, εκείνο που υποστηρίζουν οι νευροφυσιολόγοι είναι ότι, για τη συνείδηση, δεν αρκεί το γεγονός της τυφλότητας προκειμένου η κατάσταση να γίνει αντιληπτή. Υπάρχει και ένας ανεξάρτητος νευρικός μηχανισμός του εγκεφάλου που πληροφορεί τη συνείδηση για το αν βλέπει ή όχι. Στο σύνδρομο Anton, σε αντίθεση με τις συνηθισμένες μορφές τύφλωσης, ο μηχανισμός αυτός δε θίγεται από τη βλάβη, και εξακολουθεί να βεβαιώνει τη συνείδηση ότι η όραση λειτουργεί κανονικά. Παρότι, δηλαδή, υπάρχει πλήρης τύφλωση, ο μηχανισμός–ελεγκτής του εγκεφάλου αποτυγχάνει να ανιχνεύσει το γεγονός, με αποτέλεσμα, στη συνείδηση του πάσχοντα, που βασίζεται ολοκληρωτικά στο μηχανισμό αυτό, να καταγράφεται ότι δεν υπάρχει πρόβλημα με την όραση. Αυτός είναι και ο λόγος που, αρχικά, οι πάσχοντες από σύνδρομο Anton, αν και απόλυτα λογικοί και εχέφρονες, όχι απλώς αρνούνται να αποδεχτούν την κατάσταση, αλλά αντιδρούν και εχθρικά απέναντι σε γιατρούς και συγγενείς που επιχειρούν να τους ενημερώσουν για το τι τους συμβαίνει, φτάνοντας μέχρι την υστερία και την παράνοια ("είστε όλοι τρελοί", "πάτε να με βγάλετε από τη μέση" κλπ.). Τελικά, βέβαια, υπό το βάρος των λογικών αποδείξεων (οι άνθρωποι αυτοί είναι εντελώς ανίκανοι να αυτοεξυπηρετηθούν, όντας τυφλοί), πείθονται για το πρόβλημα τους, αποδεχόμενοι την κατάσταση με τη λογική, χωρίς όμως ποτέ να μπορούν να νιώσουν και να χωνέψουν το γεγονός ότι δε βλέπουν.

 

Ως ξεχωριστή νοσολογική οντότητα, το σύνδρομο Anton περιγράφηκε για πρώτη φορά και αναγνωρίστηκε μόλις το 1896. Δεν υπάρχει καμία γνωστή θεραπεία, όμως έχουν αναφερθεί περιπτώσεις όπου οι πάσχοντες ανέκτησαν την όραση τους αυτόματα, σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την τύφλωση τους.

 

Οι παραλληλισμοί και οι προεκτάσεις του εν λόγω συνδρόμου με συνηθισμένες καταστάσεις της καθημερινότητας είναι, βέβαια, πρόδηλες.

 

Χτυπήστε ξύλο, λέτε να είστε τυφλοί και να μην το γνωρίζετε; Όχι, έ; Εσείς ασφαλώς θα καταλαβαίνατε αμέσως κάτι τέτοιο. Άλλωστε, αφού διαβάζετε τώρα τις λέξεις αυτές, αποδεικνύεται αυτόματα και ότι δεν είστε τυφλοί. Ή, μήπως, δεν τις διαβάζετε πραγματικά; Στο σύνδρομο Anton εκδηλώνονται και οπτικές ψευδαισθήσεις. Ίσως, πάλι, τυφλός να είναι ο άνθρωπος που νομίζει ότι πληκτρολογεί κείμενο τη στιγμή αυτή, ενώ στην πραγματικότητα χτυπάει τα πλήκτρα μιας παλιάς, χαλασμένης και δίχως χαρτί γραφομηχανής, που του έχουν χαρίσει για παρηγοριά στο άσυλο τυφλών. Μα, υπάρχουν και πιο τρομακτικές πιθανότητες. Σκεφτείτε, λέει, την περίπτωση να ήσασταν οπαδός κάποιου σαλεμένου «μέντορα» –πολιτικού, θρησκευτικού ή οτιδήποτε άλλο– που πάσχει από σύνδρομο Anton. Τραγικό! Πιστεύοντας απόλυτα ο ίδιος ότι οι παλαβές του ψευδαισθήσεις αποτελούν θεόσταλτα αποστάγματα αληθείας, θα μπορούσε να σας πείσει με το πάθος και την αυτοπεποίθηση του ότι οι τυφλοί είστε εσείς, ενώ εκείνος είναι που βλέπει ξεκάθαρα. Σκεφτείτε και την άλλη περίπτωση. Σκεφτείτε, λέει...

 

18/05/2005

 


 

 

 

"Είναι απίστευτο, είναι ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου!..." αναφωνούσε με έκπληξη η εκστασιασμένη νοικοκυρά, καθώς ο γεμάτος αυτοπεποίθηση διαφημιστής του «θαυματουργού απορρυπαντικού» άνοιγε τον κάδο του πλυντηρίου και της επεδείκνυε υπερήφανα το απαστράπτον λευκό πετσετάκι, που λίγο νωρίτερα είχε σκόπιμα λερώσει ο ίδιος με συνδυασμό «δύσκολων λεκέδων». Α, η νοικοκυρά είχε αρχικά αμφισβητήσει τις δυνατότητες του θαυματουργού απορρυπαντικού. Δεν είχε πιστέψει η δυστυχής ότι μία μόνο μεζούρα του απορρυπαντικού, και μάλιστα σε τόσο χαμηλή θερμοκρασία πλύσης, θα μπορούσε να εξαλείψει τους δύσκολους λεκέδες από το πετσετάκι. Και όμως! Το απαστράπτον λευκό πετσετάκι, που ο γνωστικός διαφημιστής κράδαινε σαν αδιάσειστο στοιχείο σε περίπτωση μείζονος δικαστικής πλάνης, συνιστούσε την αποστομωτική απόδειξη προς τη δύσπιστη νοικοκυρά. Έ, ναι λοιπόν! Το θαυματουργό απορρυπαντικό είχε εξαλείψει όλους τους λεκέδες από το πετσετάκι!

 

Η συγκεκριμένη τηλεοπτική διαφήμιση υιοθετούσε ένα καινούριο ύφος σε σχέση με άλλες, ανάλογες διαφημίσεις του παρελθόντος. Σε αντίθεση με εκείνες, η «νοικοκυρά» δεν ήταν καμιά στυλιζαρισμένη μεσήλικη γυναίκα με τηλεοπτική εμφάνιση και τρόπους. Εδώ, είχε επιλεγεί μία επιμελώς ατημέλητη κυρία, με έντονο το στοιχείο του τοπικού ιδιώματος στην ομιλία της και επιτηδευμένη αμηχανία μπροστά στην υποτιθέμενη πρόκληση του απορρυπαντικού. Αλλά και το ίδιο το διαφημιστικό σποτ είχε γυριστεί κατά τρόπο ώστε να δίνει την εντύπωση μιας αληθινής περίστασης. Η κάμερα κουνιόταν διαρκώς, εμποδιζόμενη δήθεν από το πλήθος των περιέργων που είχαν μαζευτεί γύρω από το χώρο επίδειξης του θαυματουργού απορρυπαντικού, οι δε διάλογοι ήταν στημένα απλοϊκοί και αφελείς, ώστε να δημιουργούν την αίσθηση της αληθοφάνειας.

 

Το νέο αυτό διαφημιστικό ύφος –της υπέρμετρης και επιτηδευμένης, δηλαδή, αληθοφάνειας– συναντάται τελευταία σε όλο και περισσότερες τηλεοπτικές διαφημίσεις. Για παράδειγμα, σε μία πρόσφατης εσοδείας διαφήμιση ινστιτούτου διαχείρισης τριχών (αποτρίχωση, μετεμφύτευση κλπ.), αναγράφονται στην οθόνη τα ονόματα της διαφημίστριας και του ανθρώπου που χειρίζεται την κάμερα, υπό τους προσδιορισμούς «ρεπορτάζ» και «οπερατέρ» αντίστοιχα. Στην ίδια διαφήμιση, μάλιστα, η διενεργούσα το «ρεπορτάζ» μάς ενημερώνει και για μια «εκπληκτική προσφορά» όσον αφορά τις τιμές παροχής των υπηρεσιών του ινστιτούτου, η οποία όμως ισχύει μόνο για εκείνους που θα βιαστούν να τηλεφωνήσουν εντός 15 λεπτών από την προβολή του σποτ. Τώρα, πώς γίνεται και η εκπληκτική προσφορά των 15 λεπτών επαναλαμβάνεται ανά τακτά διαστήματα καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας, και καθημερινά εδώ και πολλούς μήνες, αυτό η ρεπόρτερ αμέλησε να το διερευνήσει.

 

Άλλες, πάλι, διαφημίσεις επιδεικνύουν πλήρη αδιαφορία αναφορικά με το αληθοφανές ή μη του περιεχομένου τους. Σε διαφήμιση μάρκας ουίσκι, για παράδειγμα, παρουσιάζονται κάποιοι ηρωικοί καβαλάρηδες, οι οποίοι, καλπάζοντας ημίγυμνοι κατά ομάδες εν μέσω ισχυρής νεροποντής, περιθάλπουν ανυπεράσπιστες κορασίδες, που τελικά μένουν να τους κοιτούν με απορία και θαυμασμό (αλλά και με μύχια σεξουαλική έξαψη) καθώς εκείνοι απομακρύνονται καλπάζοντας γυμνοί και αγέρωχοι στο βάθος του ορίζοντα. Είναι οι ίδιοι ήρωες που, σε άλλη διαφήμιση του ουίσκι, καταρρακώνουν το ηθικό των αντιπάλων τους εν όψει αναμέτρησης ράγκμπι, αποσβολώνοντας τους με την αδιάφορη επίδειξη υπεροχής των φυσικών ανδρικών τους προσόντων.

 

Υπάρχουν, βέβαια, και πολλά άλλα, διαφορετικά στυλ τηλεοπτικών διαφημίσεων. Όσον αφορά τις διαφημίσεις βιομηχανοποιημένων τροφίμων, η προτιμώμενη στρατηγική τελευταία συνίσταται στην επιστημονικοποιημένη διαφήμιση. Διαφημίζεται, για παράδειγμα, το γιαούρτι που «βοηθά στην ανάπτυξη της ευφυΐας των παιδιών», ένα άλλο, που «θωρακίζει το ανοσοποιητικό σύστημα», αλλά και ένα βούτυρο, του οποίου η βρώση έχει, «σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες», βρεθεί ότι προκαλεί μείωση της χοληστερίνης. Οι διαφημίσεις των τραπεζών για τα καταναλωτικά τους δάνεια ακολουθούν διαφορετική προσέγγιση. Σε αυτές, το μήνυμα, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, συνοψίζεται σε: «Μην είσαι χαζός. Δανείσου για να ζήσεις. Δες αυτούς τους τηλεοπτικούς δανειζόμενους πόσο απροβλημάτιστοι κι επιτυχημένοι είναι. Κάντο κι εσύ. Γιατί να μην μπορείς να αγοράσεις σήμερα αυτά που θα έπρεπε να εργαστείς για να αποκτήσεις; Και σκέψου ότι, αν τελικά δεν μπορέσεις να ξεπληρώσεις σύντομα το δάνειο σου, εμείς σε καταλαβαίνουμε απόλυτα, βρε αδερφέ. Απλά, θα πληρώνεις σε εμάς τόκους αενάως και, όταν με το καλό κόψεις το λαιμό σου και εξασφαλίσεις τα λεφτά των δόσεων αποπληρωμής, εξοφλείς και το αρχικό κεφάλαιο που δανείστηκες. Να, τόσο καλοί είμαστε, τόσο πολύ σε αγαπάμε! Δανειειειείσουουου, δανειειείσουουουουουου... ΔΑΝΕΙΣΟΥ ΛΕΜΕ». Τα διαρκώς πληθυνόμενα προϊόντα αδυνατίσματος, πάλι, ακολουθούν συνήθως στις διαφημίσεις τους την τακτική της επίδειξης ενός «πριν» και ενός «μετά» (χαρακτηριστικά, στο πριν ο/η εικονιζόμενος/η έχει κατσούφικο και απογοητευμένο ύφος, ενώ στο μετά χαμογελά όλο αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία). Εκείνο που δε δείχνουν οι διαφημίσεις του είδους είναι το «πιο μετά», αλλά, βέβαια, δεν πρόκειται περί παράλειψης.

 

Υπάρχουν και άλλων ειδών τηλεοπτικές διαφημίσεις, όπως άλλωστε, πλην των τηλεοπτικών, υπάρχουν και διάφορες άλλες μορφές διαφήμισης – ραδιοφωνικές, τηλεφωνικές, υπό μορφή αφίσας κλπ. Οι τηλεοπτικές, ωστόσο, είναι εκείνες που επιδρούν περισσότερο στο κοινό και κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στον τζίρο των διαφημιστικών εταιριών. Δε χρειάζεται να αναλύσουμε εδώ το πώς τα διάφορα διαφημιστικά μηνύματα επηρεάζουν την κρίση και τις συνήθειες των ανθρώπων. Ταύτιση του θεατή με τον διαφημιστικό ήρωα, σύνδεση του προϊόντος με τη σεξουαλικότητα (προσέξτε πόσες τηλεοπτικές διαφημίσεις κλείνουν με την εικόνα ενός σεξουαλικά ελκυστικού προσώπου, ή προτύπου, εφόσον πρόκειται για θεατές του ίδιου φύλλου), προβολή του προϊόντος μέσα από μια ευρύτερη εικόνα ευδαιμονίας – να μερικές συνηθισμένες διαφημιστικές τακτικές. Άλλες διαφημίσεις προχωρούν πιο πέρα, ταυτίζοντας το διαφημιζόμενο προϊόν με ένα συγκεκριμένο χρώμα ή με κάποιο τραγούδι, ενώ, αν κοιτάξετε προσεκτικά, θα διαπιστώσετε ότι μερικά σποτ δημιουργούν και ενδιαφέροντα μετεικάσματα, εναλλάσσοντας ανοιχτόχρωμο με σκούρο φόντο στην οθόνη της τηλεόρασης.

 

Ας μην επεκταθούμε, όμως, στις διάφορες διαφημιστικές τεχνικές. Ούτως ή άλλως, υπάρχουν πολλές διαφορετικές προσεγγίσεις. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι οι διαφημίσεις, και ιδιαίτερα οι τηλεοπτικές, συνήθως στοχεύουν στην ανάπτυξη εξαρτημένων αντανακλαστικών, ανάλογων με εκείνων των σκυλιών του Pavlov, των οποίων το στόμα γέμιζε σάλιο και το στομάχι γαστρικά υγρά κάθε φορά που άκουγαν το καμπανάκι. Στην επιδίωξη τους αυτή, αρκετές καταντούν γελοίες και αντιαισθητικές. Και, εντάξει, το στοιχείο της υπερβολής σε ένα διαφημιστικό μήνυμα είναι αναγκαίο προκειμένου να μην περάσει απαρατήρητο. Υπάρχουν όμως όρια.

 

Α, θα είχε μεγάλη επιτυχία μια τηλεοπτική εκπομπή στην οποία θα σατιρίζονταν οι πλέον φαιδρές και υποτιμητικές της νοημοσύνης των τηλεθεατών διαφημίσεις. Αλλά, βέβαια, μια τέτοια εκπομπή θα είχε να αντιμετωπίσει χίλια–μύρια νομικά προβλήματα. Αφήστε που, όσο επιτυχημένη και αν ήταν, δύσκολα θα προσέλκυε ...διαφημίσεις.

 

Πέρα απ' όλα αυτά, άσχετα με τη φαιδρότητα κάποιων περιπτώσεων, η δύναμη της διαφήμισης την καθιστά, όχι απλώς εργαλείο εμπορικής προώθησης, αλλά κοινωνικό θεσμό. Σκεφτείτε πόσα κοινωνικά πρότυπα προβάλλονται και καθιερώνονται μέσα από διαφημίσεις: πρότυπα ένδυσης, συμπεριφοράς, εμφάνισης, ομιλίας, διασκέδασης – γενικά, τρόπου ζωής. Και οι επιδράσεις της διαφήμισης δε σταματούν εδώ, δεν αφορούν μόνο τα προωθούμενα προϊόντα και τα πρότυπα με τα οποία επενδύονται. Τι γνώμη θα σχηματίζατε για ένα (μη συνδρομητικό) τηλεοπτικό κανάλι π.χ., από το οποίο θα απουσίαζαν παντελώς οι διαφημίσεις; Άσχετα με την ποιότητα των εκπομπών, οι περισσότεροι, υποσυνείδητα, θα το υποτιμούσαν, αισθανόμενοι ότι, για να μην έχει καθόλου διαφημίσεις, μάλλον δεν αξίζει και το περιεχόμενο του, ή ότι, τέλος πάντων, κάτι δεν πάει καλά. Βλέπετε, η διαφήμιση είναι πλέον συνυφασμένη με κάθε μορφής ανθρώπινη δραστηριότητα, και η απουσία της δρα αρνητικά, καθώς αποτελεί έναν άτυπο αλλά ρεαλιστικό δείκτη αξίας. Αποτελεί, παράλληλα, και ειδικό δείκτη απήχησης, αφού, παρατηρώντας κανείς τις διαφημίσεις που συνοδεύουν μια οποιαδήποτε τηλεοπτική εκπομπή, μπορεί να εξάγει συμπεράσματα για την κατηγορία των ανθρώπων που την παρακολουθούν, ασφαλέστερα κι απ' ό,τι παρακολουθώντας την εκπομπή την ίδια.

 

Δεν είναι και τόσο περίεργο αυτό. Αν το καλοσκεφτείτε, με το εύρος του τηλεοπτικού διαφημιστικού χρόνου που παρεμβάλλεται πλέον ανάμεσα στις διάφορες εκπομπές, είναι οι εκπομπές που προωθούν τα διαφημιζόμενα προϊόντα, όχι τα προϊόντα που σπονσονάρουν τις εκπομπές. Η αντιστροφή αυτή στην όλη οπτική αντικατοπτρίζει μία άλλη, ευρύτερη και πιο θεμελιώδη αντιστροφή, που σημειώθηκε στη στρατηγική των περισσότερων πολυεθνικών εταιριών καταναλωτικών αγαθών, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Ήταν τότε που –επισήμως σε αρκετές περιπτώσεις– το δόγμα των εταιριών αυτών άλλαξε από «δημιουργούμε και προωθούμε τα προϊόντα μας ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και στις απαιτήσεις των καταναλωτών» σε «δημιουργούμε και συντηρούμε καταναλωτές, ώστε να ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές των προϊόντων μας».

 

Μέσα από την αλλαγή αυτή οδηγηθήκαμε στις σημερινές πρακτικές, οι οποίες, βέβαια, αποτελούν το λούνα παρκ κάθε ευυπόληπτου συνωμοσιολόγου–συνωμοσιολάγνου. Με τόσο πλούσιο υλικό, θα μπορούσε κανείς να ξεσκεπάζει συνωμοσίες για μια ζωή. Αμείλικτες κριτικές θα μπορούσαν να ασκηθούν εναντίων εκείνων που «εξυφαίνουν σχέδια για τη χειραγώγηση των μαζών». Ναι, αλλά η κριτική προαπαιτεί την κρίση, και εμείς οι μάζες ας βάλουμε επιτέλους τη ρημάδα την κρίση μας να λειτουργήσει. Τελικά, είναι οι διαφημιστές που μας πιπιλίζουν το μυαλό, κατευθύνοντας τις αγοραστικές μας συνήθειες με λογής–λογής ψυχολογικούς δούρειους ίππους, ή μήπως είμαστε εμείς οι ίδιοι που, μέσα από τις ενδόμυχες επιθυμίες μας, κατευθύνουμε τους διαφημιστές σε αυτές τους τις πρακτικές; Μήπως εμείς, οι «ανυποψίαστοι καταναλωτές», δεν είμαστε που, κατά βάθος, αισθανόμαστε την ανάγκη να ξεχωρίσουμε από τους πολλούς, μέσα από επιλογές προϊόντων που «αναδεικνύουν το εκλεπτυσμένο μας γούστο» και «υπογραμμίζουν τη μοναδικότητα της αξίας μας»; Μήπως, κάποιοι από εμάς δεν προσπαθούν να απενοχοποιήσουν τις διατροφικές τους υπερβολές, αναζητώντας αποκούμπια του τύπου «γιαούρτι που θωρακίζει το αμυντικό σύστημα» και «βούτυρο που μειώνει τη χοληστερίνη»; Μήπως, τα σοκολοτάκια «με τα οποία ο πρέσβης κακομαθαίνει τους καλεσμένους του» δε γαργαλούν την ελιτίστικη διάθεση αρκετών, που θα έδιναν πολλά για να ήταν κι εκείνοι καλεσμένοι κάποιου πρέσβη; Μήπως, οι περισσότερες εικοσάρες κοπέλες δεν ονειρεύονται μαγικά καλλυντικά που θα τις μεταμορφώσουν σε θεές, στραβολαιμιάζοντας τα ανδρικά κεφάλια στο πέρασμα τους; Μήπως, οι περισσότερες σαραντάρες δεν αναζητούν προϊόντα που θα μπορούσαν να τις ξανακάνουν εικοσάρες; Μήπως, οι περισσότεροι άνδρες δεν ονειρεύονται αυτοκίνητα που θα έκαναν τις γυναίκες να στραβολαιμιάζουν κι αυτές με τη σειρά τους; Μήπως, άλλοι άντρες, που δεν έχουν χρήματα για ακριβά αυτοκίνητα, δε φαντασιώνονται ότι ρίχνουν τις γυναίκες –και τη σπάνε και στους λεφτάδες– με το να τους επιδεικνύουν την εκλεπτυσμένη τους κουλτούρα όσον αφορά την επιλογή του «σωστού ουίσκι»; Τελικά, οι διαφημίσεις κατευθύνουν εμάς, ή εμείς τις διαφημίσεις; Το μαγικό προϊόν που άκοπα και γρήγορα μας αδυνατίζει για πάντα, ποιοι το σκαρφίστηκαν πρώτοι, οι διαφημιστές ή εμείς;

 

Η σχέση καταναλωτή – διαφήμισης είναι αμφίδρομη. Οι διαφημίσεις, στην ουσία τους, δεν αποτελούν παρά αντανακλάσεις της εκάστοτε κοινωνίας σε μία δεδομένη στιγμή. Αυτό γίνεται εύκολα αντιληπτό αν κανείς ανατρέξει σε διαφημίσεις παρελθόντων δεκαετιών. Και τα δύο ισχύουν παράλληλα: και οι διαφημίσεις καθοδηγούν τις συνήθειες των καταναλωτών, και οι καταναλωτές, με τις συνήθειες τους, καθοδηγούν το ύφος και το περιεχόμενο των διαφημίσεων. Δεν είμαστε μονάχα αποδέκτες των διαφημίσεων, είμαστε ταυτόχρονα και ενορχηστρωτές τους. Ας μην ξιφουλκούμε, λοιπόν, ενάντια σε διαφημιστές που προσπαθούν να μας κόψουν και να μας ράψουν στα μέτρα των προϊόντων τους. Είμαστε εμείς που μετρηθήκαμε και τους παραδώσαμε τα μέτρα αυτά.

 

"Έχεις τη δύναμη να επιλέγεις" διατυμπανίζει μια διαφήμιση που προβάλλεται τακτικά αυτόν τον καιρό, έχοντας ως μουσική υπόκρουση το ρεφρέν "People have the power – οι άνθρωποι έχουν τη δύναμη". Την έχουν, αλλά η επιλογή ανάμεσα σε διάφορα προϊόντα περισσότερο καθοδηγείται από τις προσωπικές μας αδυναμίες παρά από κάποιου είδους δύναμη. Περισσότερο πρόκειται για διαλογή παρά για επιλογή. Και η άρνηση διαλογής συνιστά σε κάποιες περιπτώσεις την αποφασιστικότερη επιλογή. Γιατί, φαντάζεστε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν με κάποιον μαγικό τρόπο οι άνθρωποι μαθαίναμε να εξασκούμε πραγματικά τη δύναμη μας της επιλογής, πρώτα απ' όλα στους ίδιους μας τους εαυτούς;

 

17/03/2005

 


 

 

 

Υπάρχει κάτι το βαθιά τραγικό στην ιστορία με το Τσουνάμι που έπληξε τις ακτές της Νοτιοανατολικής Ασίας. Ναι, βέβαια, η απροσδόκητη απώλεια τόσων χιλιάδων ανθρώπινων ζωών και εκατομμυρίων άλλων πλασμάτων, οι απέραντες καταστροφές και οι ανυπολόγιστες μακροχρόνιες συνέπειες του πλήγματος είναι αρκετά τραγικές, υπάρχει όμως κάτι το βαθύτερο, πέρα απ' όλα αυτά.

 

Είναι αυτή η αίσθηση που προκύπτει από την τυχαία και απρόσωπη υπενθύμιση πως, για το απέραντο και πανάρχαιο Σύμπαν στο οποίο ζούμε, οι ανθρώπινες κλίμακες, οι ανθρώπινες ανάγκες, αγωνίες και φιλοδοξίες δεν αντιπροσωπεύουν παρά μία μόνο σταγόνα μέσα σε έναν αχανή ωκεανό χώρου και χρόνου. Όχι, δε μας ήρθε καμία κοσμική σφαλιάρα. Ένας ήπιος λόξυγκας ήταν, που ταρακούνησε για λίγο τον μικρό μας πλανήτη. Ενώ στις εσχατιές του Σύμπαντος άστρα εκρήγνυνται σε σούπερ νόβα και μαύρες τρύπες καταπίνουν ολόκληρα αστρικά σμήνη, ενώ αμέτρητοι κόσμοι παραδίδονται την κάθε στιγμή στη λήθη της ανυπαρξίας, εμείς εδώ πληγήκαμε από ένα σύντομο πλανητικό ταρακούνημα, που μας έκανε να ξεχάσουμε για λίγο την αυτάρεσκη όσο και βλακώδη ιδέα ότι διαφεντεύουμε την τύχη του μικρού, σφαιρικού και γαλαζωπού μας λίκνου, ή έστω τη δική μας. Και είναι η ιδέα μας αυτή, περισσότερο από την περί του αντιθέτου πρόσφατη υπενθύμιση, που συνιστά τελικά το πιο τραγικό στην όλη ιστορία.

 

Μην ανησυχείτε, όμως. Σύντομα θα απωθήσουμε την ενοχλητική αυτή υπενθύμιση, όπως έχουμε κάνει και με τόσες άλλες. Το Τσουνάμι της Ασίας θα ξεχαστεί. Ίσως, βέβαια, εξακολουθήσουμε για κάποιο διάστημα να συναντάμε τη λέξη «τσουνάμι» σε παραστατικές περιγραφές και τίτλους εφημερίδων, ή ίσως και σε σατυρικές θεατρικές επιθεωρήσεις, μιας και ο όρος έχει γίνει πλέον της μόδας. Αλλά, στο τέλος θα ξεχαστεί κι αυτός. Και οι δημοσιογράφοι, στην προσπάθεια τους να ανακαλύψουν ή να κατασκευάσουν εν ανάγκη καινούρια «συνταρακτικά θέματα», θα αρχίσουν πάλι, με γουρλωμένα μάτια και τσιριχτή φωνή, να ανακοινώνουν τρομακτικές επιδημίες δολοφόνων ιών. Και οι διάφορες κοινωνικές ομάδες θα κατέβουν πάλι σε απεργιακές κινητοποιήσεις. Και το Υπουργείο Οικονομικών θα εξαγγείλει νέα μέτρα για την πάταξη της φοροδιαφυγής.

 

Άντε, καλή μας χρονιά.

 

15/01/2005

 


  

8