ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

 


 

 

Οι στοές της Πεντέλης (μέρος Γ')

 

  

Σχετικά με το τι απέγινε η αδελφότητα της σπηλιάς, μόνο εικασίες μπορεί να διατυπωθούν. Και γενικότερα, η ιστορία της σπηλιάς παραμένει αρκετά σκοτεινή, ακόμα και όσον αφορά πρόσφατες σχετικά περιόδους. Είναι, πάντως, γνωστό ότι αυτή εξακολούθησε να προσελκύει ασκητές μέχρι και τα τέλη του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα. Πιθανώς, πολύ περισσότερα θα γνωρίζαμε γύρω από την όλη αυτή ιστορία αν η περίφημη βιβλιοθήκη της μονής Πεντέλης, με όλα της τα χειρόγραφα και τις περγαμηνές, δεν είχε μεταφερθεί κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 στην Ακρόπολη, όπου, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Καμπούρογλου (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ): «τα μεν εις χάρτην βιβλία εχρησίμευσαν δια φυσέκια, αι δε μεμβράναι (περγαμηνές) διεσκορπίσθησαν τήδε κακείσε (εδώ κι εκεί)». Όσο για τα νομικά έγγραφα (τίτλοι ιδιοκτησίας, σιγίλλια, δωρεές, κλπ.) της μονής, αυτά είχαν καταστραφεί λίγο νωρίτερα, όταν οι άνδρες του Ομέρ Βρυώνη τα είχαν ανακαλύψει στην κρύπτη του εκκλησιδίου της "Αγίας Δυνάμεως", όπου είχαν μεταφερθεί λίγο πριν την Επανάσταση. Το εκκλησάκι αυτό, κτισμένο σε απόσταση μερικών δεκάδων μέτρων από την πλατεία Συντάγματος, αποτελούσε μετόχι της μονής Πεντέλης. Και πάλι ο Καμπούρογλου, στο ίδιο βιβλίο, ανέφερε:

 

 

«...Η εν τη περιοχή της ("Αγίας Δυνάμως") θαμμένη αρχαία ζωή είναι καταφανής, και εκ των απομειναρίων ποικίλων αναγλύφων, αλλά και εκ της μεγαλειώδους επιγραφής των Στωικών (!), αποκειμένης ήδη εν τω μουσείω, ην πρώτοι ημείς ηυτυχίσαμεν να καθορίσομεν ακριβώς. Πλησίον της Αγίας Δυνάμεως υπήρχε κατά τον 17ο αιώνα οικία, εις ην παράμεινεν ο περίεργος Ιησουϊτης πάτερ – Φραγγίσκος. Ακριβώς τω 1641. Και οι μεν επίσημοι Αθηναίοι, χάριν των σπουδών των τέκνων των και της εκμαθήσεως ιδίως της Ιταλικής και Γαλλικής, προσεπάθησαν να τον κρατήσουν εν Αθήναις· και επεθύμει τούτο και αυτός ο πατήρ· αλλ' ο τόπος εξηγέρθη, ως εκ της αθεραπεύτου προσηλυτιστικής διαθέσεως του, ην δεν είχον ομολογουμένως οι κατόπιν εγκατασταθέντες και επί αιώνας παραμείναντες εν Αθήναις Καπουτσίνοι (το μοναστήρι των οποίων βρισκόταν στην Πλάκα, κοντά στο μνημείο του Λυσικράτους). Ίσως όμως το αυτό σπιτάκι – πιστεύομεν ότι ευρίσκονται τα επισκευασθέντα οπωσδήποτε απομεινάρια του εις τας χαμοκέλλας της Μεσημβρινοδυτικής γωνιάς της περιοχής του Μετοχίου – εχρησιμοποιήθη κατά τας παραμονάς του Αγώνος, όπως μέγα μέρος των διά τους Τούρκους δήθεν κατασκευαζομένων φυσιγγίων εις το Μετόχι (της μονής Πεντέλης), δια μυστικής οπής μεταφέρωνται εις αυτό. Ταύτα δε παραλαμβάνοντες επί τούτω τεταγμένα πρόσωπα τα μετέφερον εις το Μενίδι, το οποίον είχε ορισθεί ως τόπος συγκεντρώσεως των επαναστατών, κατά την ταχθείσαν προς εξέγερσιν ημέραν της 25 Απριλίου του 1821...

 

...Και διηγείται ο Ηγούμενος: ότι κατά την επιδρομήν του Ομέρ Βριώνη οι στρατιώται του ανακάλυψαν, τις οίδε παρά τίνος υποδειχθήσαν, την εν τω Μετοχίω της Αγίας Δυνάμεως Αθηνών «κρυψώνα της Πεντέλης», όπου είχον αποκρύψει τα ιερά σκεύη, τα άμφια, τα Άγια λείψανα, τα έγγραφα των ιδιοκτησιών της Μονής και τα προνόμια και δικαιώματα της οικογενείας, δια Σουλτανικών φιρμανιών και Πατριαρχικών σιγιλλίων»

 

 

Αυτή ήταν, λοιπόν, η μοίρα της βιβλιοθήκης και των λοιπών εγγράφων της μονής Πεντέλης. Η μονή, πάντως, προχώρησε μετά το τέλος της Επανάστασης σε ανασύσταση της βιβλιοθήκης της, με αποτέλεσμα στις μέρες μας αυτή να διαθέτει περί τους 100.000 τόμους βιβλίων (http://www.monipendelis.gr/library.htm). Ίσως εκεί, ανάμεσα στα νεότερα βιβλία, να παραμένουν θαμμένα και κάποια παλαιότερα, τα οποία ενδεχομένως περιέχουν κομμάτια της χαμένης ιστορίας της σπηλιάς και του βουνού.

 

Τα όσα παραθέσαμε ως εδώ συνιστούν ένα σύνολο από τεκμηριωμένα, αδιαμφισβήτητα γεγονότα, αλλά και από αρκετές υποθέσεις. Οι υποθέσεις αυτές βασίζονται στη λογική σειρά και ανάλυση των γεγονότων, σε εκατοντάδες ώρες βιβλιογραφικής μελέτης, και σε τρεις περίπου δεκαετίες συνεχούς επιτόπιας έρευνας στην Πεντέλη. Παρόλα αυτά, είναι απίθανο να μην εμπεριέχονται και κάποιες μικρότερες ή μεγαλύτερες ανακρίβειες. Μην ξεχνάτε ότι σε μερικές μόνο γραμμές κειμένου αναφερθήκαμε σε μια χαώδη και παράξενη ιστορία, η οποία εκτείνεται σε χρονική περίοδο που καλύπτει περισσότερους από 14 ολόκληρους αιώνες, και για την οποία υπάρχουν συγκριτικά ελάχιστα γραπτά στοιχεία. Θεωρούμε, πάντως, ότι η βασική εικόνα που σκιαγραφείται από την προηγούμενη συζήτηση δεν απέχει πολύ από τα πραγματικά γεγονότα. Και εδώ, για να ξεφύγουμε λίγο και από τις ερμηνείες και τις αναπόφευκτες ενδιάμεσες υποθέσεις, ας θυμηθούμε πάλι μερικά από τα βασικά γεγονότα της ιστορίας αυτής:

 

Η σπηλιά της Πεντέλης δεν είναι ένα τυχαίο σπήλαιο. Από το λατομείο της εξορύχθηκαν τα μάρμαρα που χρησιμοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, για την ανέγερση του Παρθενώνα. Στο χώρο της, οι αρχαίοι Έλληνες ασκούσαν και λατρευτική δραστηριότητα. Σε σχέση με το τελευταίο, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε τη λατρευτική χρήση του τούνελ της «λιμνούλας», αλλά και το πιθανολογούμενο αρχαίο Ιερό στο στόμιο της σπηλιάς.

 

Η ύπαρξη τούνελ που ξεκινούσαν από τη σπηλιά της Πεντέλης και εκτείνονταν σε άγνωστη απόσταση, καθώς και η ύπαρξη στοών κάτω από τη μονή Πεντέλης είναι κάτι το δεδομένο. Διευκρινίζουμε ότι στα τούνελ της σπηλιάς είχαν εισχωρήσει κατά το παρελθόν, πριν τα καταστροφικά έργα του 1977, αρκετοί επισκέπτες, αλλά και σπηλαιολόγοι. Για κάποιους λόγους, προφανώς επειδή τα τούνελ αυτά γίνονταν κάθετα ή και στένευαν πέρα από κάποιο σημείο, ουδείς φέρεται να είχε εξερευνήσει το σύνολο των διακλαδώσεων σε όλο τους το μήκος, ή τουλάχιστον ουδείς φαίνεται να αναφέρει κάτι τέτοιο.

 

Η σπηλιά της Πεντέλης συγκέντρωνε επί πολλούς αιώνες σημαντικό αριθμό ασκητών, αποκαλούμενη για το λόγο αυτό "Σπήλαιο των Αμώμων". Σε κάποια εποχή, μάλλον κατά τον Μεσαίωνα, οχυρώθηκε με ισχυρό τείχος που έφραζε ολόκληρο το στόμιο της.

 

Η μονή ΤΑΩ, μία μονή που πιθανώς είχε κτιστεί πάνω στα ερείπια προϋπάρχοντος αρχαίου ναού και η οποία υπέστη τρεις τουλάχιστον –γνωστές σε εμάς– καταστροφές στην ιστορία της, κυριαρχούσε στο βουνό της Πεντέλης μέχρι την ανάδυση της μονής Πεντέλης. Λίγα πράγματα σχετικά με την ιστορία και την ταυτότητα της συγκεκριμένης μονής μάς είναι γνωστά. Το βέβαιο είναι ότι, αρχιτεκτονικά, διέφερε και διαφέρει από κάθε άλλη μονή στον ελλαδικό χώρο ...πρέπει να γίνει δεκτόν ότι ο υπάρχων Ναός δεν είναι μεν ο αρχικός, αλλ' ότι η εκ νέου ανοικοδόμησις του Ναού ηκολούθησε το αρχικόν σχέδιον. Θα προστεθή ότι έχει υποστηριχθεί και άλλη άποψις κατά την οποίαν ο Ναός έχει άλλας επιδράσεις...», «...Η χρησιμοποίησις της στηρίξεως του τρούλλου εις εξ στηρίγματα είναι μοναδική εν Ελλάδι, αντιθέτως χρησιμοποιείται, όπως απέδειξεν ο Strzygowski, εις άλλας χώρας, ήτοι εις την Αρμενίαν και την Γεωργίαν ήδη από των αρχών της 2ας χιλιετίας...», «...Η αρχιτεκτονική του χώρου είναι μάρτυς της ιστορικής συνέχειας και των περιπετειών της Μονής, δεδομένου ότι κατά την γνώμην των ειδικών, συνυπάρχουν εις αυτόν βυζαντινά, φραγκικά, ισλαμικά και ιβηρικά στοιχεία...»ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ).

 

Κάπου μεταξύ 1667 και 1670, ο Τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεμπί επισκέφθηκε τη σπηλιά. Ανέφερε ότι από το εσωτερικό της ξεκινούσαν τούνελ που, μέσα από στενά περάσματα, οδηγούσαν σε χώρους όπου διαβίωναν άνθρωποι, τους οποίους χαρακτήριζε σοφούς, διδασκάλους ή ασκητές. Όσον αφορά τη μαρτυρία του Τσελεμπί, έχουμε επισημάνει κάποιες ενδείξεις που υποστηρίζουν το αληθές του βασικού τουλάχιστον κορμού της, με κυριότερη την ύπαρξη των τούνελ της σπηλιάς. Θα ήταν μάλλον απίθανο να γνώριζε για την ύπαρξη των τούνελ αυτών ο Τσελεμπί αν δεν τα είχε όντως επισκεφθεί.

 

 

Τελειώσαμε;

 

Όχι, βέβαια. Η συζήτηση σχετικά με τα τούνελ και την ιστορία της αδελφότητας της σπηλιάς θα μπορούσε να γεμίσει πολλές ακόμα σελίδες. Και, αν διαβάζοντας τα προηγούμενα αποκομίσατε την αίσθηση ότι τα όσα αναφέρθηκαν αντιστοιχούν στην κορυφή μόνο του παγόβουνου (του βουνού εν προκειμένω), δεν πέφτετε έξω. Υπάρχουν πολλές άλλες ενδιάμεσες πληροφορίες και ενδείξεις.

 

Ας προχωρήσουμε, όμως, προς το παρόν.

 

Τι έχει μείνει;

 

Τα τούνελ. Τα τούνελ που, αν και κεντρικό θέμα της ιστορίας αυτής, με τη συνεχή παράθεση παράπλευρων στοιχείων κοντέψαμε να τα μετατρέψουμε σε απλό φόντο.

 

Από πού ακριβώς, λοιπόν, ξεκινούσαν τα περίφημα τούνελ της σπηλιάς;

 

Οι περισσότεροι απ' όσους έχουν ασχοληθεί έστω και λίγο με το θέμα έχουν υπόψη τον σχετικό χάρτη της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας (ΕΣΕ), ο οποίος σχεδιάστηκε πριν από τα έργα του 1977 και δείχνει όλα τα ανοίγματα των τούνελ να εντοπίζονται στο εσώτερο τμήμα της σπηλιάς, που πλέον βρίσκεται ανεσκαμμένο και εν μέρει καταχωμένο μετά τα έργα.

 

Την κάτοψη της σπηλιάς είχε σχεδιάσει ο Κωνσταντίνος Μερδενισιάνος το 1967, βασισμένος σε μετρήσεις του ίδιου και της Άννας Πετροχείλου.

 

Ρίξτε τώρα μια ματιά και στα ακόλουθα σχεδιαγράμματα, που προέρχονται από τη μελέτη του Μ. Κορρέ (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ):

 

 

Το πρώτο από τα δύο σχεδιαγράμματα αφορά –παρότι αυτό δεν αναφέρεται σαφώς– την κάτοψη της σπηλιάς μετά τα έργα του 1977 (1976 κατά τον Κορρέ), ενώ το δεύτερο, την προ των έργων κατάσταση. Οι λεζάντες για τα νούμερα 23–27 έχουν ως εξής:

 

23. "Πατάρι" πίσω από σταλακτίτες. Κατεστραμμένο από τα πρόσφατα (19761983) έργα.

 

24. Φρεατοειδές φυσικό χάσμα. Κατεστραμμένο στο ανώτερο μέρος του και καταχωσμένο στο υπόλοιπο κατά τη διάρκεια των έργων (19761983).

 

25. Φυσικός διάδρομος με σταλακτίτες. Αποκλεισμένος λόγω της καταχώσεως της εισόδου του.

 

26. Λαξευτός ορθογώνιος διάδρομος με στεγοειδή οροφή.

 

27. Κυκλική αίθουσαφυσική υδατοδεξαμενή (η γνωστή μας «λιμνούλα» του τριγωνικού τούνελ).

 

Αν συγκρίνετε το πρώτο σχεδιάγραμμα με το χάρτη της ΕΣΕ, θα διαπιστώσετε μία σημαντική διαφορά όσον αφορά το άνοιγμα του πηγαδιού που αντιστοιχεί στο νούμερο 24 (του φυσικού φρεατοειδούς χάσματος, όπως περιγράφεται από τον Κορρέ), και το οποίο σημειώνεται αρκετά πιο μπροστά και κεντρικά από ό,τι στο χάρτη της σπηλαιολογικής. Είναι πιθανό η διαφορά αυτή να οφείλεται στις αλλαγές που επήλθαν στη σπηλιά με τα έργα του 1977. Ίσως, δηλαδή, κάποιο από τα πηγάδια που εντοπιζόταν στο πίσω μέρος της σπηλιάς σύμφωνα με τον προ των έργων χάρτη της σπηλαιολογικής (υπήρχαν περισσότερα από ένα τέτοια πηγάδια στο τελικό της τμήμα) να φερόταν οριζοντίως προς την είσοδο της σπηλιάς, οπότε, μετά την εκβάθυνση που υπέστη ο πυθμένας της, το άνοιγμα του πηγαδιού να έφτασε να εντοπίζεται πλέον πιο μπροστά, προς την είσοδο. Εδώ, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι και τα δύο σχεδιαγράμματα της μελέτης του Μ. Κορρέ χαρακτηρίζονται από μεγάλη ακρίβεια, η δε τρισδιάστατη αποτύπωση του χώρου της σπηλιάς βασίστηκε και σε στρωματογραφικές μελέτες.

 

Ένα άλλο ζήτημα που θα πρέπει να αποσαφηνιστεί αφορά τον πυθμένα της σπηλιάς. Κατά την αρχαιότητα, πριν τη λατόμηση μαρμάρου από το εξωτερικό και εν μέρει το εσωτερικό της (μέσω της οποίας σχηματίστηκε το σημερινό στόμιο), ο πυθμένας ήταν βραχώδης και κατά πολύ βαθύτερος του σημερινού. Με τη μακρόχρονη λατόμηση, όμως, μεγάλοι όγκοι λατύπης μεταφέρθηκαν και εναποτέθηκαν στο εσωτερικό της σπηλιάς, με αποτέλεσμα ο πυθμένας της να διαμορφωθεί πολλά μέτρα ψηλότερα από την αρχική του στάθμη (θυμηθείτε το σχέδιο του 1836). Τα έργα του 1977 προκάλεσαν μία εκ νέου εκβάθυνση του πυθμένα της σπηλιάς, στο επίπεδο που αυτός βρίσκεται σήμερα. Σχετικά, αναφέρεται από τον Μ. Κορρέ (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ): «...Πριν από τη δημιουργία του λατομείου Λ1 (αυτού της σπηλιάς), το σπήλαιο πρέπει να ήταν απρόσιτο από την επιφάνεια. Η κεντρική αίθουσα του, μήκους ~100μ, ήταν αρχικά πολύ βαθύτερη...», «...Η σύγκριση στρωματογραφικών παρατηρήσεων που είναι δυνατές σε διάφορα σημεία του λατομείου της σπηλιάς και άλλων λατομείων, μας βεβαιώνει ότι η εξόρυξη προχωρούσε σε διαδοχικούς τομείς, από τα χαμηλότερα προς τα υψηλότερα σημεία της κλιτύος. Η παραγόμενη σε έναν τομέα λατύπη σωρευόταν στο σκάμμα του αμέσως προηγούμενου τομέως κ.ο.κ...»

 

Το πηγάδι που αντιστοιχεί στο νούμερο 24 του σχεδιαγράμματος, για να ξαναγυρίσουμε στα τούνελ, απεικονίζεται και στην τρισδιάστατη, προ των έργων αποτύπωση από τη μελέτη Κορρέ που παραθέσαμε. Εδώ, το πηγάδι εμφανίζεται να προχωρά σε βάθος 20 μέτρων από τον τότε πυθμένα της σπηλιάς, περίπου στο ίδιο επίπεδο με τη μικρή «λιμνούλα», που σημειώνεται επίσης (νούμερο 27). Μια επιπόλαιη ματιά θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο πηγάδι τερμάτιζε εκεί την πορεία του, αφού στην αποτύπωση του Κορρέ αυτό δε φαίνεται να συνεχίζει παρακάτω. Ένα τέτοιο συμπέρασμα θα ήταν λανθασμένο, καθώς στη συγκεκριμένη αποτύπωση παριστάνεται μία μόνο κάθετη τομή του υπεδάφους της σπηλιάς. Το πηγάδι, λοιπόν, θα μπορούσε να φέρεται οριζοντίως από το επίπεδο αυτό, και έπειτα να συνεχίζει την κάθετη του πορεία σε κάποιο άλλο σημείο του υπεδάφους της σπηλιάς. Έτσι κι αλλιώς, θα ήταν παράδοξο για ένα πηγάδι που σχηματίστηκε από τη διαβρωτική δράση της ροής του νερού να φέρεται κάθετα και να σταματά τυφλά λίγο παρακάτω. Θα πρέπει, επίσης, να λάβει κανείς υπόψη ότι η «αξονική τομογραφία» της σπηλιάς στο επίπεδο της αποτύπωσης έγινε με βάση τη στρωματογραφική μελέτη του πυθμένα μέσω γεωτρύπανου. Δε γνωρίζουμε τη διατρητική εμβέλεια του εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε, οπότε ενδέχεται το όριο του πηγαδιού που απεικονίζεται στην τρισδιάστατη αποτύπωση να αντιστοιχεί απλώς στο όριο του γεωτρύπανου.

 

Όπως και να 'χει, το όποιο ανέπαφο από τα έργα τμήμα του εν λόγω πηγαδιού, σήμερα βρίσκεται πλέον καταχωμένο.

 

Τι μένει;

 

Μένουν τυχόν δίοδοι προς το σύμπλεγμα των τούνελ από άλλα, ενδεχομένως χαμηλότερα σημεία του βουνού. Αλήθεια, προσέξατε αυτό που σημειώνεται από τον Μ. Κορρέ, ότι δηλαδή «Πριν από τη δημιουργία του λατομείου Λ1, το σπήλαιο πρέπει να ήταν απρόσιτο από την επιφάνεια»; Ίσως. Πρόκειται, ωστόσο, για καθαρά θεωρητικό ενδεχόμενο, δίχως σχετικές αναφορές ή άλλα υποστηρικτικά στοιχεία.

 

Κάτι άλλο;

 

Χμμ... ναι, υπάρχει και κάτι άλλο.

 

Υπάρχουν οι σχισμές ανάμεσα στους βράχους, μέσω των οποίων ο Τσελεμπί ανέφερε ότι διείσδυε ηλιακό φως στο εσωτερικό των τούνελ («ανάμεσα στα βράχια υπάρχουν ρωγμές που – σαν φυσικοί φεγγίτες – αφήνουν το φως να κατεβαίνει στα έγκατα και να τα φωτίζει»). Κάτι ανάλογο συνέβαινε παλιότερα και σε έναν τυφλό θαλαμίσκο του βάθους της σπηλιάς, υπόλειμμα κατεστραμμένου από τα έργα πηγαδιού, στον οποίο διείσδυε ηλιακό φως μέσω σχισμών που επικοινωνούσαν με την επιφάνεια του βουνού, δεκάδες μέτρα ψηλότερα.

 

Απελπιστική κατάσταση, θα σκεφτείτε.

 

Πώς θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει τις στενές αυτές σχισμές ανάμεσα στους βράχους του βουνού, όταν δε γνωρίζει καν την υπόγεια πορεία των τούνελ και δεν υπάρχει και καμία εγγύηση ότι αυτές παραμένουν ανοιχτές από τον καιρό που επισκέφτηκε το μέρος ο Τσελεμπί;

 

Πράγματι, δίκιο έχετε. Απελπιστική η κατάσταση.

 

Όμως...

 

 

Ο ήλιος ετοιμάζεται πια να δύσει πάνω από τις πλαγιές της Πεντέλης. Τα καμένα πεύκα στέκουν όρθια ακόμα, παράξενες σιλουέτες μέσα στο ημίφως και τη σιγαλιά του δειλινού. Οι ρίζες τους εξακολουθούν να αγκαλιάζουν σφιχτά το χώμα του βουνού, που το γνωρίζουν τόσο καλά. Λίγο πιο κάτω, ένας σκοτεινός, δαιδαλώδης τόπος αντηχεί τις αιώνιες σταγόνες που χορεύουν στον δικό τους, απαράλλακτο πάντα, μυστικό αρχαίο ρυθμό.

 

 

 

 

 

 

 

 


 

ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ