ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ

 


 

 

Η αδελφότητα της σπηλιάς (μέρος Δ')

 

 

Όλη αυτή η λατομική δραστηριότητα είναι γνωστό ότι συνεχίστηκε και κατά τη ρωμαιοκρατία, ακολουθώντας όμως σταδιακά φθίνουσα πορεία. Τα θραύσματα μίας σαρκοφάγου ρωμαϊκής εποχής που βρίσκονται παραπεταμένα ακόμα σήμερα στο εσωτερικό της σπηλιάς, σε συνδυασμό και με άλλα ευρήματα, υποδηλώνουν την παρουσία και εργασία ανθρώπων εκεί κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου.

 

Θραύσματα από ρωμαϊκής εποχής πήλινα σκεύη στο εσωτερικό της σπηλιάς.

 

Φτάνοντας στην πρωτοβυζαντινή ή παλαιοχριστιανική περίοδο, την περίοδο δηλαδή χονδρικά μεταξύ 4ου και 7ου μ.Χ. αιώνα, κάτι καινούριο αρχίζει να συμβαίνει στη σπηλιά. Με την έλευση του Χριστιανισμού, οι πρώτοι ασκητές εγκαθίστανται εκεί. Αυτή είναι και η αρχή μίας παράξενης και ξεχασμένης ιστορίας, που θα διαρκέσει δέκα ολόκληρους αιώνες. Το τι διαδραματίστηκε κατά τη διάρκεια της χιλιόχρονης αυτής ιστορίας στον απομονωμένο, σχεδόν κρυμμένο χώρο της σπηλιάς θα αποτελέσει το κεντρικό θέμα της ενότητας αυτής και θα το εξετάσουμε αναλυτικά στην πορεία της. Εδώ, ας προσπεράσουμε για λίγο και ας ολοκληρώσουμε τη σύντομη και περιληπτική μας αναδρομή στην ιστορία του τόπου.

 

Λίγο μετά το τέλος της τουρκοκρατίας, το 1836, με εντολή του βασιλιά Όθωνα, το αρχαίο λατομείο της σπηλιάς αρχικά, και σταδιακά και τα επί πολλούς αιώνες έρημα λατομεία γύρω από αυτή, επαναλειτούργησαν. Δεν υπάρχει καμία απολύτως μαρτυρία ή ένδειξη που να στοιχειοθετεί τυχόν νέα λατόμηση μαρμάρου από το εσωτερικό της σπηλιάς κατά την αναζωπύρωση αυτή της λατομικής δραστηριότητας. Αντιθέτως, τα πέριξ ευρισκόμενα αρχαία λατομία βάθυναν και διευρύνθηκαν σημαντικά, με την αφαίρεση νέων όγκων μαρμάρου.

 

Η νεότερη αυτή περίοδος λατόμησης μαρμάρου από την Πεντέλη, που ξεκίνησε το 1836, συνεχίστηκε πρακτικά (με ολιγοετείς περιόδους διακοπής) έως το 1977, οπότε και επισήμως έπαψε οριστικά. Μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, στους Σαρακατσάνους Πεντελιώτες, που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, προστέθηκαν νησιώτες λατόμοι από την Πάρο, την Κάρπαθο, τη Σαντορίνη και την Τήνο. Έως τότε τα ενεργά λατομεία στο βουνό δεν ξεπερνούσαν τα 5–6. Μετά τον 2ο Π.Π., όμως, καινούριες άδειες δόθηκαν αθρόα και αλόγιστα, με αποτέλεσμα κατά τη δεκαετία του 1970 τα ενεργά λατομεία να ανέρχονται σε αρκετές δεκάδες. Οι ρυθμοί εξόρυξης μαρμάρου από το βουνό αυξήθηκαν κατά πολύ, βοηθούσης της μεταπολεμικής οικονομικής ανάκαμψης, της νεοελληνικής ασυδοσίας και απληστίας, αλλά και της εκτεταμένης χρήσης δυναμίτιδας. Ολόκληρη η Ελλάδα, και ειδικά η Αθήνα, εφοδιάστηκε με μαρμάρινους νεροχύτες, μαρμάρινα σκαλοπάτια, μαρμάρινα περβάζια μπαλκονιών και παραθύρων, έως και μαρμάρινες ταφόπλακες, φτιαγμένες από τα σωθικά της Πεντέλης.

 

Σήμερα, τα λατομεία αυτά χαίνουν ερειπωμένα στις πλαγιές του βουνού.

 

 

Στο εσωτερικό τους, παλιά μηχανήματα είχαν αφεθεί να σκουριάζουν, ξεχασμένα προ πολλού από τους ιδιοκτήτες τους...

 

Σταδιακά, από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 και μετά, τα διάφορα εγκαταλελειμμένα οχήματα και λοιπά μηχανήματα εξαφανίστηκαν από τις πλαγιές της Πεντέλης, καθώς τεμαχίστηκαν, μεταφέρθηκαν και πουλήθηκαν σε μάντρες ανακύκλωσης μετάλλων.

 

...ενώ διάσπαρτα τριγύρω, ερειπωμένα και αυτά, στέκουν ακόμα μικρά κτίσματα διαφόρων εποχών, που κάποτε αποτελούσαν καταλύματα λατόμων και εργατών.

 

 

 

 

 

Βουβό, με τον ήλιο του καταμεσήμερου να διεισδύει από την γκρεμισμένη του οροφή, το μοναχικό αυτό σπιτάκι αναπολεί τις εποχές που έσφυζε από κίνηση και ζωή.

  

Λίγο πιο χαμηλά, στους πρόποδες του βουνού, το παλιό σπαστήριο μαρμάρου "του Μουζάκη" αφηγείται, σιωπηλά πλέον και αυτό, τη δική του ιστορία.

 

 

 

 

 

Αλλά, ας επανέλθουμε στη σπηλιά. Λέγαμε προηγουμένως ότι από το εσωτερικό της δεν αφαιρέθηκαν όγκοι μαρμάρου κατά τη νεότερη περίοδο λατόμησης του βουνού. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι η σπηλιά δεν υπέστη παρεμβάσεις. Αντιθέτως, το κοίλωμα της, με τη φυσική προστασία που παρείχε από τα καιρικά φαινόμενα, και με το πόσιμο νερό που λίμναζε σε διάφορα σημεία, αποτελούσε ιδανικό χώρο εστίασης και ανάπαυσης των εργατών των γύρω λατομείων, γεγονός που αποτυπώνεται και σε παλιές απεικονίσεις. Ακόμα και πιο παλιά, πριν από την επαναλειτουργία των λατομείων, η ανθρώπινη παρουσία στη σπηλιά μαρτυρείται σε περιγραφές και απεικονίσεις του τόπου.

 

Σε γενικές γραμμές, από τα αρχαία χρόνια, οπότε και αποκαλύφθηκε, έως και τις μέρες μας, η σπηλιά, πρακτικά, ουδέποτε έπαψε να δέχεται επισκέπτες, ενώ για μεγάλο μέρος του διαστήματος αυτού φιλοξενούσε και μόνιμους κατοίκους, όπως θα δούμε αναλυτικά στη συνέχεια. Οι λόγοι της συνεχόμενης αυτής ανθρώπινης παρουσίας στο χώρο διέφεραν ανά περιόδους. Έτσι, τη δεκαετία του 1940 για παράδειγμα, έχουμε τη διοργάνωση επαναλαμβανόμενων συναυλιών στη σπηλιά (θυμηθείτε με την ευκαιρία και τα όσα λέγαμε στην ενότητα "Η Πεντέλη και οι άνθρωποι"), ενώ το 1958 η επίσκεψη μίας Αγγλίδας φοιτήτριας αρχαιολογίας στη σπηλιά είχε καταλήξει σε ληστεία και απόπειρα βιασμού της.

 

Δημοσιεύματα της εφημερίδας "Ελευθερία". Αριστερά: φύλλο 04/05/1949, σελίδα 2. Δεξιά: φύλλο 19/04/1958, σελίδα 1.

 

Η τελευταία σημαντική παρέμβαση στο εσωτερικό της σπηλιάς αφορούσε τα στρατιωτικά έργα που ξεκίνησαν το 1977 και διακόπηκαν το 1983 (τα έργα του 1990 ματαιώθηκαν πριν επιφέρουν αλλαγές στο εσωτερικό της σπηλιάς).

 

Συζητώντας για την ιστορία της σπηλιάς, και ειδικότερα για τις ανακατατάξεις στο εσωτερικό της, οδηγούμαστε σε ένα κομβικό σημείο, το οποίο αφορά τα φυσικά τούνελ που είχαν την αφετηρία τους εκεί. Το θέμα των συγκεκριμένων τούνελ το θίξαμε στην ενότητα "Οι στοές της Πεντέλης" (συνιστάται η αναδρομή στην εν λόγω ενότητα, για την καλύτερη διασύνδεση με τα όσα ακολουθούν). Είναι ευκαιρία εδώ να συμπληρώσουμε κάποια πράγματα σχετικά με το –κυριολεκτικά– λαβυρινθώδες αυτό θέμα.

 

Η ύπαρξη παλαιότερα ανοιγμάτων στο εσωτερικό της σπηλιάς προς φυσικά τούνελ/πηγάδια αποτελεί γεγονός αδιαμφισβήτητο. Υπάρχουν σαφείς μαρτυρίες αλλά και φωτογραφίες από τα τούνελ αυτά. Ενδεικτικά, εδώ παραθέτουμε μία αναφορά συνοδευόμενη από φωτογραφία, που είχε δημοσιευτεί το 1935 στο περιοδικό "Το Βουνό" (Τεύχος Απριλίου 1935, σελίδα 108 – αντίτυπο υπάρχει στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη):

 

 

Σημειώστε για τη μετέπειτα συζήτηση το δαιδαλώδες του περιγραφόμενου πηγαδιού, αλλά και το γεγονός ότι αυτό αναφέρεται ως «έως τότε άγνωστο».

 

Τώρα, αν για την ύπαρξη τούνελ στην παλιά σπηλιά δε χωράει η παραμικρή αμφιβολία, το επόμενο ερώτημα αφορά την απόσταση στην οποία τα τούνελ αυτά εκτείνονταν.

 

Μερικά μέτρα μάλλον, σύμφωνα με την παραπάνω αναφορά, σωστά;

 

Λάθος. Η αναφορά του προηγούμενου δημοσιεύματος έχει να κάνει με την κατάσταση του περί ου ο λόγος πηγαδιού κατά το έτος 1935, το χρόνο εξερεύνησης του δηλαδή από τους εικονιζόμενους στη φωτογραφία. Παλαιότερα όμως;

 

Ας δούμε τα πράγματα πιο σφαιρικά. Εκτός της αναφοράς του Τσελεμπί, όπου μεταξύ άλλων γίνεται λόγος για βαθιά τούνελ μεγάλου μήκους, υπάρχει και άλλη γραπτή μνεία, όπου αναφέρονται κατά λέξη «χάσματα μέσα παράδοξα και φοβερά, δεν βρίσκεται καθόλου έξοδος πουθενά». Και, βέβαια, υπάρχει και ο επίμονος απόηχος της παλιάς προφορικής παράδοσης περί μεγάλου και δαιδαλώδους δικτύου τούνελ με αφετηρία τη σπηλιά, ο οποίος, αν και σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τεκμηριωτικός, συνιστά ωστόσο μία ενισχυτική ένδειξη σχετικά με το εκτεταμένο των τούνελ αυτών (θυμηθείτε εδώ και το θρύλο που ανέφερε ο Καμπούρογλου, με το βασιλιά και τη βασίλισσα που χάθηκαν στο εσωτερικό της σπηλιάς).

 

Είναι γεγονός ότι τα ανοίγματα των τούνελ της σπηλιάς φράχθηκαν ή καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών του 1977 στο εσωτερικό της. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι και πριν τα έργα οι αυλοί των τούνελ δεν είχαν ήδη αποφραχθεί από φυσικά αίτια ή και σφραγιστεί από ανθρώπινες παρεμβάσεις πέρα από κάποιο σημείο. Ας μην ξεχνάμε τη συνεχή ανθρώπινη παρουσία των τελευταίων αιώνων, με τις συνακόλουθες παρεμβάσεις στο χώρο. Μόνο τις τελευταίες δεκαετίες η σπηλιά έχει δεχτεί τις επισκέψεις κάμποσων δεκάδων χιλιάδων ατόμων ή ομάδων ατόμων. Και από το 1927 ο Καμπούρογλου έκανε λόγο για θόλους που ήταν ήδη μισοθαμμένοι την εποχή του («καταχωμένοι είναι τώρα οι περισσότεροι θόλοι»). Αν, μάλιστα, δεχτεί κανείς έστω και μικρό μέρος των όσων ανέφερε ο Τσελεμπί σχετικά με το τι συνέβαινε στο εσωτερικό τους, θα ήταν μάλλον απίθανο τα τούνελ της σπηλιάς να είχαν αφεθεί προσβάσιμα καθ' όλο τους το μήκος μέχρι και τα έργα του 1977.

 

Η παλιά σπηλιά μικρή σχέση είχε με το κοίλωμα που αντικρίζουμε σήμερα. Να πώς περιέγραφε ο Αυστριακός βαρόνος Anton von Prokesch–Osten, ο οποίος είχε επισκεφθεί την Πεντέλη το 1825, τη σπηλιά και ειδικότερα τη διαδρομή προς τη «λιμνούλα» του τριγωνικού τούνελ (ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ):

 

 

...Υπερπηδών λιθοσωρούς, μαρμάρινα ερείπια και εργασμένους λίθους φθάνεις εις την είσοδον (της σπηλιάς), η οποία κλείεται υπό νεωτέρου τείχους. Παλαιά θραύσματα κιόνων, ίχνη ανθρώπινης χειρός, ήτις έδρασε προ χιλιάδων ετών, εν πλατύ, εις βάθος εκτεινόμενον σπήλαιον, ασθενώς φωτιζόμενον και υπό των χρωμάτων του χρόνου, το ναυδριον τέλος μετά θρόνων κηρύγματος και λοιπών συμπαρομαρτούντων, είναι ό, τι βλέπεις. Βαδίζεις περίπου εξήντα βήματα εις το βάθος, ούτως φθάνεις εις διάδρομον (τούνελ), ποικίλως ελισσόμενον, και κατά θέσεις τόσον χαμηλόν, ώστε και έρπων δυσκόλως να χωρείς, κατόπιν εις είδος αιθούσης και διά βραχοτμήτων βαθμίδων (σκαλοπατιών) εις έναν λοξώς κατερχόμενον διάδρομον (τούνελ), εις του οποίου το τέλος, όλως εις το βάθος, απαντάς λαξευτήν κοιλότητα πλήρην ύδατος. Μία πηγή εκβάλλει εδώ και παρέχει το ύδωρ της εις αυτήν την κοιλότητα εκ της οποίας τούτο, μέσω συνεχείας τινός, απορρέει. Η πηγή έχει ψυχρότητα ήτις είναι δια την Ελλάδα ασυνήθης. Το ύδωρ είναι πολύ καλύτερον εκείνου της Πειρήνης της Κορίνθου και δύναται να συγκριθεί μόνον με το άλπειον ύδωρ της πατρίδος ημών. Εις τα τοιχώματα, εκεί όπου άρχεται ο διάδρομος και περατούνται αι βαθμίδες, ηύρον μεταξύ των ονομάτων των επισκεπτών ως οψιμότερον κεχαραγμένα τα των Santarosa (O S. Santarosa, Ιταλός ευγενής, ο οποίος, μετά από μακροχρόνια εξόχως ηρωική δράση, θυσίασε τη ζωή του για την ελληνική ελευθερία στις 8 Μαΐου 1825 στη Σφακτηρία, σε ηλικία 38 ετών.) και Colegno, ανδρών των οποίων ο πρώτος επεράτωσεν την ατυχή διαδρομήν του ήδη προ του Ναυαρίνου. Φθάσας πάλιν εις το φως της ημέρας, εξηρεύνησα τη συνέχειαν του σπηλαίου της εισόδου προς τα νοτιοδυτικά, ένθα προχωρεί πέραν των 100 βημάτων, εν αρχή κοσμουμένη υπό σταλακτιτών και περατουμένη εις τινάς διαδρόμους (τούνελ)...

 

 

Η σημερινή είσοδος προς το τούνελ με το τριγωνικό τμήμα που καταλήγει στη «λιμνούλα» δεν είναι η φυσική, αρχική του είσοδος, αλλά διανοίχθηκε την περίοδο 1987–1988, με την απομάκρυνση χώματος και λίθων από το σημείο αυτό. Η αρχική είσοδος, που περιγράφεται στο προηγούμενο απόσπασμα, καταστράφηκε κατά τα έργα του 1977. Εντοπιζόταν δύο περίπου μέτρα δεξιότερα του σημερινού ανοίγματος, εκεί όπου πλέον έχουν απομείνει μονάχα κάποιοι σχισμοειδείς χώροι στη βάση του τοιχώματος της σπηλιάς.

 

 


 

ΕΠΟΜΕΝΗ ΣΕΛΙΔΑ