Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

 

 

Είπαμε πολλά περί διαφόρων θεμάτων, τα οποία δε θα είχαν καμία συνάφεια, ώστε να συμπεριληφθούν στο ίδιο βιβλίο, αν δε συνδέονταν όλα με τον αυτό τόπο: τη Σπηλιά στην Πεντέλη! Όμως, δεν αναφέραμε τίποτε για το όνομα με το οποίο είναι γνωστή σήμερα ως σπηλιά του Νταβέλη. Εφόσον ασχοληθήκαμε με μια εν εξελίξει μυθολογία, θα ήταν παράλειψη να μην ερευνήσουμε και τα του Νταβέλη.[1]

Η πρώτη αξιοπερίεργη επισήμανση είναι η ίδια η φήμη του ονόματος. Όποιος Έλληνας έχει ακουστά  ένα μόνο ληστή, αυτός είναι ο Νταβέλης! Πράγμα δυσεξήγητο, αφού πολύ μικρή ιστορική δράση έχει να επιδείξει  −τόσο σε κατορθώματα, όσο και σε διάρκεια− την ώρα που άλλοι αρχιληστές έφτασαν να ηγούνται πραγματικών ανταρτικών σωμάτων, και ήρθαν σε άμεση σύγκρουση με το διοικούμενο από τους Βαυαρούς κράτος. Όλοι ξεχάστηκαν σύντομα πλην εκείνου. Ίσως βέβαια, να βοήθησε το εύηχον του ονόματος· άλλο να λέγεσαι Νταβέλης κι άλλο Κορκόντζελος ή Σκαμπαρδόνης ή Χαμχούγιας! (ονόματα ληστάρχων της ιδίας περιόδου).

Επίσης, ποιος δε "γνωρίζει" τη σχέση του Νταβέλη με τη Δούκισσα της Πλακεντίας! Μάλιστα, οι καλώς πληροφορημένοι  βεβαιώνουν πως υπήρχε κρυφή αντιζηλία μεταξύ της Δούκισσας και της κόρης της Ελίζας για την αγάπη του λήσταρχου. Κι όμως! Τέτοια γνωριμία πρέπει ν' αποκλειστεί. Όταν η Σοφία Λεμπρέν ήρθε για πρώτη φορά στην Αθήνα, το 1834, ήταν ήδη 49 ετών. Δύο χρόνια μετά, μάνα και κόρη ταξίδεψαν στην Ανατολή, και το 1837 η Ελίζα πέθανε στη Βηρυτό, μάλλον από φυματίωση, σε ηλικία 33 ετών. Το 1847, το ταριχευμένο σώμα της αποτεφρώθηκε σε πυρκαγιά, μαζί με την προσωρινή κατοικία της Δούκισσας στην οδό Πειραιώς.[2] Η ίδια πέθανε απομονωμένη το 1854 (69 ετών), στο χειμερινό της μέγαρο των Ιλισίων (σημερινό Βυζαντινό Μουσείο [3]), από το οποίο, άρρωστη και διαταραγμένη, είχε αρκετό καιρό να βγει.

 

Αριστερά, το μέγαρο των Ιλισίων. Δεξιά, η επιγραφή στον τάφο της Δούκισσας. Το βέλος δείχνει τη χρονολογία θανάτου, που περιέργως έχει δεχθεί σειρά πληγμάτων, σαν κάποιος να σκόπευε να απαλείψει μόνο αυτή. (Το αναγραφόμενο επώνυμο ντε Μαρμπουά είναι το πατρικό της. Το Λεμπρέν είναι του συζύγου της (εν διαστάσει) από τον οποίο πήρε και τον τίτλο της Δούκισσας).

Ενώ το Καστέλο της Ροδοδάφνης στην Πεντέλη δεν αποπερατώθηκε,

 

«Ο πύργος έμεινεν ημιτελής και ποτέ δεν κατωκήθη». («Τα 50 χρόνια από του θανάτου του Εδμ. Αμπού», Ελεύθερον Βήμα, 3/1/35, σ. 1. Επίσης, βλ. George William F. Howard, Diary in Turkish and Greek waters, 1854, p. 291-3 )

 

σ' αυτό ακριβώς το μέγαρο θέλουν οι διαδόσεις να συναντώνται μυστικά ο Νταβέλης με τη Δούκισσα, χάρις σε υποτιθέμενη σήραγγα που το ενώνει με τη Σπηλιά.

Στην ένθετη το γιαπί, όπως ήταν τη δεκαετία του 1950 (Όλγα Φουντουλάκη, «André Couchaud, ο αρχιτέκτων του Καστέλου της Ροδοδάφνης στην Πεντέλη», περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες, τ. 112, σ. 87-93, Σεπτέμβριος 2009

www.arxaiologia.gr/site/content.php?artid=5453)

Όμως, πληροφορίες για τη δράση του Νταβέλη υπάρχουν μόλις απ' το 1854, κι αυτές ανεξακρίβωτες. Παρουσιάζεται στο προσκήνιο το 1855 (δηλαδή μετά το θάνατο της Δούκισσας), με την απαγωγή Γάλλου αξιωματικού.[4] Η σταδιοδρομία  του λήσταρχου λήγει το 1856, όταν σκοτώνεται σε νεαρή ηλικία.[5] Πριν δηλαδή ο Νταβέλης ανδρωθεί και ηγηθεί συμμορίας, η Δούκισσα είχε ήδη αποσυρθεί από τα εγκόσμια, αφού εντωμεταξύ ασπάστηκε την ιουδαϊκή θρησκεία (ή κάτι που εξελήφθη ως τέτοια).

     

Τα λοιπά πεντελικά κτίσματα της Δούκισσας: πρώτη φωτο η Plaisance (ευχαρίστηση, Πλακεντία, νεοελληνιστί) ανακαινισμένη κατοικείται σήμερα. Δεύτερη, η Tourelle (πυργίσκος) ερειπωμένη, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ (όπως είδαμε, παρόμοια εμφάνιση είχε και το Καστέλο μέχρι τις αρχές της δεκαετίας '60, οπότε αποπερατώθηκε και παραχωρήθηκε στο διάδοχο Κωνσταντίνο). Τελευταίως, η Tourelle περιφράχτηκε με αγκαθωτό σύρμα όπου αναρτήθηκε η ευρηματική πινακίδα της τρίτης φωτο. Στην τέταρτη φωτο, η Maisonnette (εξοχικό), αγνώριστη μετά την πρόσφατη ανακαίνιση, το μόνο οίκημα της Δούκισσας στην Πεντέλη που κατοίκησε η ίδια. Γι' αυτό και θάφτηκε σχεδόν απέναντί του, κι όχι στο Καστέλο, για το οποίο γράφει ο Δ. Αλβανάκης (Ιερά Μονή Πεντέλης, σ. 88) στις αρχές του 20ού αι.: «Το εις το Δημόσιον ανήκον [κτήμα] περιέχει το Μέγαρον, όπερ υψούται νυν έρημον και γυμνόν και εις την διάκρισιν των στοιχείων, ετοιμόρροπον δε και απειλούν με θάνατον  τον τολμήσαντα να εισέλθει...»

Αλλά ακόμη και το ποιος αρχιτέκτονας έκτισε τις οικοδομές της Δούκισσας είναι αντιλεγόμενο: βλ. άρθρο «Τα κτίρια της Δούκισσας της Πλακεντίας στην Αθήνα», Ida Haugsted, Αρχαιολογία, τ. 29, σ. 72-80, 1988, http://www.arxaiologia.gr/assets/media/PDF/migrated/615.pdf

(προσοχή στις δύο λεζάντες της σελίδας 79 του άρθρου: αντί Τουρέλ αναγράφεται Μαιζονέτ)

Ποιος ήταν λοιπόν το πιθανολογούμενο μήλον της έριδος για μητέρα και κόρη; Μα, ο Ηλίας Κατσάκος Μαυρομιχάλης,[6]  ανιψιός του Πετρόμπεη. Η γνωριμία έγινε στο Ναύπλιο το 1830 κατά την πρώτη διαμονή της Δούκισσας στην Ελλάδα. Η συνέχεια δόθηκε στην Αθήνα το 1835, όταν ο Όθων  −ως βασιλιάς πια−  διόρισε τον Ηλία υπασπιστή του. Τον επόμενο χρόνο, συνόδεψε τον Όθωνα στο Μόναχο, όπου μετά πολύμηνη παραμονή  −ώσπου να βρει νύφη ο βασιλιάς−  αρρώστησε και πέθανε από χολέρα. Η είδηση του θανάτου βρήκε την Ελίζα στη Βηρυτό, και ήταν η χαριστική βολή στην ήδη κλονισμένη της υγεία.

Παλαιό λαϊκό ανάγνωσμα για τον αρχιληστή (λίγες μόνο δεκαετίες μετά τα γεγονότα), με 781 σελίδες εμπλουτισμένες με ανακρίβειες, για να τραβήξει η ιστορία αφού κυκλοφορούσε σε συνέχειες, αγνοεί τελείως την Πεντέλη, όπως και τη Γαλλίδα Δούκισσα, και εμπλέκει αισθηματικά τον Νταβέλη με την Ιταλίδα υποκόμισσα Λουΐζα Μπανκόλλι! (Βλ. Ο λήσταρχος Νταβέλης, του Αιμίλιου Αθηναίου, ψευδώνυμο του Αριστείδη Κυριακού, συγγραφέα και εκδότη κάποιου έντυπου στα τέλη του 19ου αι.,

βλ. http://www.enet.gr/online/online_text/c=113,dt=30.08.2008,id=34798776,49627704).[7]

 Κουτσομπολιά για τη Δούκισσα, αναφέρουν,

 

«...το λήσταρχο  Μπίμπεση ή Μπίμπιζα,  και τις άριστες, αγνές,  φιλικές σχέσεις του  με τη Δούκισσα της Πλακεντίας,  όπως λέγεται».  (Ιστορία, θρύλοι και  παραδόσεις του Πεντελικού βουνού, σ. 63, Γεώργιος Δ. Χατζησωτηρίου)[8]

 

Όμως, το μόνο βέβαιο είναι πως ο λήσταρχος Σπύρος Μπίμπιζας (ή Μπιμπίσης επί το ελληνικότερον) τον Ιούνιο του 1846 κράτησε όμηρο τη Δούκισσα (μαζί με την παρέα της) για μερικές ώρες, αποβλέποντας σε καταβολή λύτρων. Διαπιστώνοντας ότι πρόκειται να κυκλωθεί, την απελευθέρωσε και αποχώρησε άπρακτος.[9]

Προκύπτει λοιπόν, εκπληκτικό ανακάτωμα! Ερευνώντας την υπόθεση αυτή, διαπίστωσα πως ιστορικά γεγονότα που σχετίζονται  με την ακμή της ληστείας στην Ελλάδα, διάρκειας ενός ολόκληρου αιώνα (από τον Χοσάδα του 1833 ως τους Κουμπαίους του 1928), συνδέονται με τον Νταβέλη σ' ένα πρωτοφανές σύμφυρμα, διανθισμένα με φανταστικές λεπτομέρειες και δάνεια από άλλες παραδόσεις. Η ιστορία του λήσταρχου Νταβέλη έχει ξεφύγει από τις ρίζες της κι εξελίσσεται μέσα στην ανώνυμη μάζα, χωρίς να υπολογίζονται πια οι χρονικές μεταθέσεις και τα γεωγραφικά παράδοξα. Η σύγχυση εδραιώνεται και προϊόντος του χρόνου δένει σε ντοκουμέντα, που όλοι έχουν ακούσει και κανένας δεν έχει δει![10]

Επειδή από ιστορικής απόψεως ο Νταβέλης μόλις και είναι χθεσινός, πρέπει να βρούμε  ποια μυθολογικά στοιχεία αναδιαμορφώνονται στην περίπτωσή του, διότι οι μύθοι  −πάντοτε παρόντες−  εξελίσσονται και μεταμφιέζονται ανάλογα με τις ανθρώπινες εποχές.

Για παράδειγμα, τα περί υπογείων διαδρομών του Νταβέλη παραπέμπουν σε λαογραφικό και μυθολογικό υλικό. Έτσι, έχουμε τη σπηλιά της Αρετούσας στον Πειραιά:

 

«Υπό το όνομα τούτο φέρεται όρυγμα βαθύ, κείμενον κατά την δυτικήν πλευράν της κορυφής του εν Πειραιεί λόφου της Μουνυχίας (...) Φαίνεται ότι είναι τεχνητόν έργον υδραυλικόν αρχαιότατον. (...) Το βάθος του δεν έχει εξακριβωθεί. (...) Ως προς το όνομα της Αρετούσας, τούτο φαίνεται ότι απεδόθη μεταγενεστέρως και μετά την διάδοσιν παρά τω λαώ του κρητικού έπους του "Ερωτοκρίτου" καθ' ο φέρεται η Αρετούσα, θυγάτηρ του φανταστικού βασιλέως των Αθηνών Ηρακλή, ως ερωτευμένη με τον νεαρόν Ερωτόκριτον, μεθ' ου συνηντάτο κρυφίως. Εντεύθεν ίσως και η λαϊκή παράδοσις ότι η εν προκειμένω σπηλιά συγκοινωνεί υπογείως προς την Ακρόπολιν των Αθηνών, οπόθεν μία βασιλοπούλα κατήρχετο προς συνάντησιν του αγαπημένου της». (Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "Ηλίου", τόμος 3, σ. 488)

 

Υπάρχει πλήθος παραλλαγών κατά τόπους· παντού λαγούμια κι ανήλιαγες δραστηριότητες. Η παράδοση προέρχεται από το μύθο του Ορφέα [11] και της Ευρυδίκης, όπου ο ήρωας κατέρχεται στον 'Αδη για να ξανανταμώσει το έτερον ήμισυ. Λίγο ενδιαφέρει αν υπάρχει πραγματικό τούνελ με αφετηρία τη Σπηλιά.[12] Οι προβολές  −οι εξωτερικεύσεις  των αρχέγονων εσωτερικών περιεχομένων, δεν έχουν ανάγκη των τεχνικών λεπτομερειών· πλάθουν το σκηνικό τους με κάθε ευκαιρία, και τα όρια μεταξύ αντιλήψιμης και ευρύτερης πραγματικότητας γίνονται από ελαστικά έως διαπερατά· το δράμα ξαναπαίζεται.

Γνωρίζουμε ότι από το 1836 η Σπηλιά  ήταν βαυαρικό λατομείο με μόνιμες εγκαταστάσεις κι εκατοντάδες εργάτες [βλ. εδώ, σημ. 3]· [13] επομένως, όχι μόνο δεν μπορούσε να ήταν λημέρι του Νταβέλη,[14] αλλά είναι σχεδόν βέβαιο πως ούτε ινκόγκνιτο σαν τουρίστας είχε περάσει από εκεί![15]

Κάποιος, οπωσδήποτε μέσα στον 20ό αιώνα, "κόλλησε" το όνομα στη σπηλιά,[16] η οποία μέχρι τότε ήταν γνωστή ως Σπηλιά της Πεντέλης − ή σπήλαιο Αμώμων στους εκκλησιαστικούς κύκλους (λόγω των ασκητών).[17] Η ονομασία έγινε αμέσως αποδεκτή, και ίσως να ήταν ο καταλύτης για να φορτωθεί ο χώρος τα όσα εξωφρενικά μας απασχολούν. Είναι σαφές ότι δεν έχουμε να κάνουμε με το ιστορικό πρόσωπο του ληστή, ούτε καν μ' ένα συνηθισμένο θρύλο· ο Νταβέλης είναι σύμβολο πολυσήμαντο, σύγχρονη επανέκδοση παλαιού αρχέτυπου.

Ένα ενδεικτικό κλειδί, για την απάντηση στο ερώτημα Ποιος είναι ο Νταβέλης, βρίσκεται στο ίδιο το βουνό. Στα ανάγλυφα που βρέθηκαν το 1952 στο γειτονικό Νυμφαίο (~370 μ., Α-ΒΑ της Σπηλιάς), απεικονίζεται μαζί με τις Νύμφες και ο Πάνας. Αρχαϊκή θεότητα της Αρκαδίας, μπήκε στο νεότερο πάνθεον ως γιος του ψυχοπομπού Ερμή και μιας νύμφης. Η λατρεία του −που αργότερα υψώθηκε σε μονοθεϊστική θρησκεία− γινόταν στα βουνά και στα δάση συνδυασμένη με τη λατρεία των Νυμφών, και κατεξοχήν ενδιαίτημά του είχε τα σπήλαια.

 

Αριστερά, το όρυγμα του Νυμφαίου. Δεξιά, το εσωτερικό του 21 χρόνια αργότερα (προς σύγκριση βλ. εδώ).

Το σπήλαιο ως πρώτη κατοικία του ανθρώπου ήταν ταυτόχρονα και ο πρώτος ναός, ειδικότερα όταν υπήρχε πηγή νερού μέσα σ' αυτό, θείο δώρο για την επιβίωση. Εκείνες τις εποχές όπου η πίστη για εμψύχωση των πάντων ήταν αδιάσειστη, ο άνθρωπος ένιωθε παρείσακτος και καταχραστής της ανοχής των ενοικούντων οντοτήτων. Έπρεπε λοιπόν να ευχαριστεί και να εξευμενίζει. Πόσο μάλλον οι λατόμοι, οι οποίοι είχαν την πίστη −δικαίως− ότι δεν μπορούσαν ατιμωρητί να σκάβουν τα σπλάγχνα του βουνού.[18]

Έτσι, δεν μπορεί να μην υπήρχε κάποιο ιερό στη Σπηλιά. Εικάζεται από πολλούς πως ήταν αφιερωμένο στον Πάνα,[19] όμως δεν υπάρχουν επιβεβαιωτικά ευρήματα (ακόμη). Το γιατί είναι εύκολο να το καταλάβουμε: οι ίδιοι οι πρώτοι ασκητές μπορεί να κατέστρεψαν τα ειδωλολατρικά κατάλοιπα.[20] Ακόμη, το σπήλαιο −εν αντιθέσει με το Νυμφαίο, που είχε καταπέσει και ταφεί από την αρχαία εποχή− υπήρξε πάντα προσιτό στους επισκέπτες, και ανάμεσά τους ήταν πολλοί που δε θα 'λεγαν όχι στην απόκτηση ενός ενθυμίου.[21] Ένα στοιχείο υπέρ της λατρείας του Πάνα, είναι και η ιστορία,

 

«...όπου ο Αθηναίος ημεροδρόμος Φειδιππίδης κατά την πορείαν αυτού εις Σπάρτην, ίνα ζητηθή βοήθεια κατά των Περσών προ της εν Μαραθώνι μάχης, συνήντησε τον θεόν Πάνα, όστις δι' αυτού παρήγγειλεν εις τους Αθηναίους: διατί δεν του αποδίδουν την πρέπουσαν λατρείαν, ενώ ούτος είναι πάντοτε ευνοϊκός προς αυτούς. Οι Αθηναίοι κατόπιν, συμμορφούμενοι εις την παραγγελίαν, μετά την εν Μαραθώνι μάχην (Ηρόδοτος ΣΤ΄, 105) και αποδίδοντες εν μέρει την άτακτον φυγήν των Περσών εις την επέμβασιν του Πανός, ετίμησαν πράγματι τον Αρκαδικόν τούτον θεόν. 

Έκτοτε ιδρύθη το προς Β. της Ακροπόλεως  ιερόν του Πανός εις το ομώνυμον σπήλαιον, όπου υπήρχε και άγαλμα αυτού, κατ' απόσπασμα του Σιμωνίδου: "Τον τραγόπουν εμέ Πάνα, τον Αρκάδα, τον κατά Μήδων, τον μετ' Αθηναίων, στήσατο Μιλτιάδης." Ωσαύτως εις τον Μαραθώνα υπήρχεν ιερόν και Αιπόλιον του Πανός, εις την Πεντέλην η λεγομένη σήμερον Σπηλιά του Νταβέλη, εις την νησίδα Ψυττάλειαν, όπου υπήρχε ξόανόν του, καθώς και εις την Βάρην της Αττικής (Σπήλαιον Πανός - Πανείον)». (Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "Ηλίου", τόμος 15, σ. 383-4)[22]

 

Όπως ήδη έχουμε πει, το λατομείο αρχίζει να λειτουργεί εντατικά ακριβώς μετά τη μάχη του Μαραθώνα, κι επομένως συμπίπτει χρονικά με την εμφάνιση της λατρείας του Πάνα στην Αττική (βέβαια, το πότε βρέθηκε το σπήλαιο είναι άλλο ζήτημα). Η εικασία λοιπόν ότι το σπήλαιο των Αμώμων, πριν στεγάσει τους Αγίους Σπυρίδωνα και Νικόλαο ανήκε στον Πάνα −αν και αναπόδεικτη−, είναι βάσιμη. Όμως, ποιόν άλλον κατσικοπόδαρο και τραγογένη ξέρουμε;

 

«Η μορφή του κερασφόρου και τραγοσκελούς Πανός, υπό την έννοιαν μάλιστα δαίμονος της ειδωλολατρείας θεωρουμένου, κατά τας τελευταίας επικρατησάσας δοξασίας των τελευταίων αιώνων, έσχε μεγίστην ροπήν επί την διαμόρφωσιν των περί διαβόλου αντιλήψεων. Πράγματι, ο από της Παλαιάς Διαθήκης γνωστός Σατανάς εταυτίσθη φαίνεται υπό των χριστιανών των πρώτων αιώνων προς τον Πάνα». (αυ. σ. 384)

 

Από θεωρούμενος ως προσωποποίηση του παντός (νεοπλατωνικοί, ορφικοί, στωικοί), κατάντησε να περιβάλει με τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του γνωρίσματα τον Διάβολο των χριστιανών, και μπορούμε να πούμε πως επέζησε λάθρα μέσω του αρνητικού του αντίτυπου.

Διερωτάστε τι δουλειά έχουν αυτά με το θέμα μας; Μα, νομίζω πως η ηχητική ομοιότητα του Νταβέλης με το αγγλικό Devilish (!) είναι κατάδηλη. (Προφέρεται ντέβλις και σημαίνει διαβολικός). Ας θυμηθούμε πως ο Νταβέλης έγινε γνωστός  −και αγαπητός στο λαό− με την απαγωγή του Γάλλου αξιωματικού, κατά την αγγλο-γαλλική κατοχή του Πειραιά, σε μια βαυαροκρατούμενη Ελλάδα, και γερμανιστί ο διαβολικός λέγεται Teufellisch (προφέρεται τόυφελλις). Και είναι αστείο, αφού η ελληνική λέξη διάβολος μεταφέρθηκε στα ξένα λεξιλόγια σαν devil, teufel, diable, diablo, diavolo, duivel, κ.λπ., να κλείνει κύκλο επιστρέφοντας στην αφετηρία της παρεφθαρμένη, σαν ελληνοποιημένη απόδοση εκ της αλλοδαπής.[23]

Η εκφορά του ονόματος Διάβολος είναι ταμπού (βέβαια, σήμερα όχι όσο στο παρελθόν), και αντικαθίσταται από τα γνωστά: οξαποδός, τρισκατάρατος, ξορκισμένος, αντίχριστος, κ.λπ. Πιθανότατα στην ευκολία αποδοχής του Νταβέλης να κρύβεται η ασυνείδητη παράκαμψη της δεισιδαιμονικής επιταγής· ν' αποκαλύπτεται κάποια αλήθεια ενώ ταυτόχρονα σκεπάζεται. Είναι δύσκολο να δεχτεί κανείς πως η Σπηλιά επέστρεψε στο νόμιμο κάτοχό της, ύστερα από τέτοιο λαβύρινθο μεταθέσεων και υποκαταστάσεων. Όμως, οι μύθοι και τα όνειρά μας βρίθουν παρόμοιων λογοπαιγνίων· όσο θεωρούμε τη λογική μας ακλόνητη, τόσο οι αντισταθμιστικές μη συνειδητές λειτουργίες μας θέτουν πειρακτικά προσκόμματα.

Γιατί να μη μετονομαστεί από σπήλαιο Αμώμων σε Νταβέλη; Το Τρίγωνο των Βερμούδων έγινε διάσημο σαν Τρίγωνο του Διαβόλου, και οι δύο περιοχές έχουν κοινό σημείο τις διαδόσεις ότι κάτι συμβαίνει εκεί.[24] Έχουμε ως προηγούμενο μοντέλο, τον κοσμοκράτορα του σκότους ν' αποκαλείται Εωσφόρος (αυτός που φέρνει το φως), κι εδώ κάποιον διαβολικό που ονομάζεται Χρήστος [25] (εκ του χρηστός που σημαίνει αγαθός, δημοφιλές εκ της ομοιότητας με το Χριστός).[26] Οπωσδήποτε ο Νταβέλης ήταν χρηστός  ευεργέτης για τους φτωχούς που υποτίθεται ότι βοηθούσε, και μοχθηρός διάβολος για τους πλούσιους που υποτίθεται ότι λήστευε.[27]

Αν λοιπόν το όνομά του είναι κάπως ύποπτο, η φήμη του τονίζει ακριβώς το αντίθετο:

 

«Οι άλλοι ληστές έβλεπαν σ' αυτόν σε μικρογραφία κάτι ανάλογο μ' εκείνο που έβλεπαν οι απόστολοι στο Χριστό. (...) Το κεφάλι του Νταβέλη καρφώθηκε χαρμόσυνα σ' ένα κοντάρι που κράδαινε μεσούρανα ένας χωροφύλακας. Το 'φεραν και το 'στησαν στην πλατεία Συντάγματος. Ήταν το 1856. Τότε το είδε και ένας έφηβος που ζωγράφιζε κι έκατσε και το σχεδίασε. Του 'χε κάνει εντύπωση η ομορφιά και η έκφρασή του. Κράτησε το σχέδιο στο ντοσιέ του. Κι όταν την ίδια χρονιά πήγε στο Μόναχο να σπουδάσει ζωγραφική, ο δάσκαλός του ο Γερμανός που είδε το σχέδιο, του 'καμε τέτοια εντύπωση ο ρεαλισμός του, που το ξεσήκωσε και το 'βαλε σαν πρόσωπο του Χριστού στον πίνακά του "Το 'Αγιον Μανδήλιον"». (Κυριάκος Κάσσης, Ο λήσταρχος Νταβέλης, πρόλογος, σ. 17)

 

Φυσικά, δε χρειάζεται να τονίσουμε πως αυτά ουδεμία σχέση έχουν με την ιστορική πραγματικότητα.[28] Όμως, έχουν μεγάλη σχέση με μια άλλου είδους πραγματικότητα, οι σελίδες της οποίας δεν καθορίζονται από συνειδητές παραποιήσεις, αλλά από ασυνείδητες διεργασίες κοινές για όλους τους ανθρώπους. Το τι θα αναδυθεί από τα σκοτεινά βάθη της ψυχής δεν καθορίζεται από τις ιστορικές λεπτομέρειες· αυτές επιδρούν μόνο στη μορφή της εμφάνισης, κάτω από την οποία βρίσκεται το ουσιώδες. Λόγω των συνειδητών πεποιθήσεων εκάστου, και της ενεδρεύουσας εσωτερικής λογοκρισίας, φτάνουμε στο σημείο το μεν περιεχόμενο να είναι αγνώριστο, το δε συνοδευτικό συναίσθημα όμως να είναι πλήρως εκδηλωμένο.

Γιατί πώς αλλιώς μπορούμε να δικαιολογήσουμε την εξιδανίκευση του ληστή εν προκειμένω, σε τέτοιο βαθμό ώστε να προσομοιάζεται με τον Χριστό ένας θηριώδης σφαγέας;[29] Προφανώς, μεγάλο μερίδιο έχει η ταύτιση μ' εκείνον που διέρρηξε τους δεσμούς του με τους συμβατικούς νόμους και κανόνες του κόσμου, και κάνει όσα δεν μπορούν ή δεν τολμούν να κάνουν οι πολλοί. Εκεί κρύβεται το αρχέτυπο της ανταρσίας, το πιο μεγάλο μυστικό του ανθρώπου. Και στην προσπάθειά του να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, όντας ο καθένας χωρισμένος στα δύο, μπερδεύει το καλό με το κακό.[30]

 

«Σιγά-σιγά, χωρίς να το 'χω διόλου συνειδητά στο νου μου, οι δύο μορφές, Χριστός και Αντίχριστος, έσμιγαν· δεν ήταν λοιπόν, ετούτοι οι δύο, προαιώνιοι οχτροί, δεν είναι ο Εωσφόρος αντίμαχος του Θεού, μπορεί ποτέ το Κακό να μπει στην υπηρεσία του Καλού και να συνεργαστεί μαζί του; Με τον καιρό, όσο μελετούσα το έργο του αντίθεου προφήτη, [του Νίτσε] ανέβαινα από σκαλί σε σκαλί σε μια μυστικιά παράτολμη ενότητα: Το Καλό και το Κακό, έλεγα, είναι οχτροί, να το πρώτο σκαλοπάτι της μύησης· το Καλό και το Κακό είναι συνεργάτες,  αυτό είναι το δεύτερο, πιο αψηλό σκαλοπάτι της μύησης· το Καλό και το Κακό είναι ένα! αυτό 'ναι το πιο αψηλό, όπου ως τώρα μπόρεσα να φτάσω, σκαλοπάτι. Απάνω στο σκαλοπάτι ετούτο σταματούσα ανατριχιάζοντας· μια φοβερή υποψία έσκισε  το νου μου: μπας και με σπρώχνει και μένα, ο 'Αγιος αυτός Βλασφημίων, να βλαστημώ;» (Ν. Καζαντζάκη, Αναφορά στον Γκρέκο, σ. 314 - 5)

      

Αυτές είναι σκέψεις ενός καλλιεργημένου ανθρώπου, ο οποίος έχει το θεωρητικό υπόβαθρο για να φέρει στα όρια του συνειδητού τον απόηχο των ασυνείδητων διεργασιών, και την τόλμη να δοκιμάσει λύσεις αντί να κλείσει αυτιά και μάτια πανικόβλητος. Ενώ ο απλός και ανυποψίαστος μέσος άνθρωπος αισθάνεται την έλξη ή την άπωση και αυτόματα γεμίζει τα κενά με μυθολογικό υλικό, ώστε να διατηρήσει την ισορροπία του. Επειδή αυτό συμβαίνει ομαδικά, οι μεταμορφώσεις, οι μυθοπλασίες και οι παραδόσεις διοχετεύονται από υπόγειες διαδρομές στο σύνολο του πληθυσμού. Έτσι, η εικόνα για την πραγματικότητα μεταβάλλεται διαρκώς μέσα στο χρόνο, και ο κάθε ξεχωριστός άνθρωπος είναι αναγκαστικά παιδί και θύμα της εποχής του. Η απαισιόδοξη άποψη υποστηρίζει πως, όσο κι αν αλλάζει η εικόνα, η πλάνη παραμένει.

Ο Νταβέλης, πάντως,  φάνηκε από νωρίς ότι θα ξεχώριζε:

 

«Στην Αράχωβα, λίγα χρόνια μετά το φόνο του Νταβέλη, ο 'Αγγλος πρεσβευτής άκουσε και είδε να τραγουδούν και να χορεύουν, προς τιμή του και με εντολή του δήμαρχου, τραγούδια για τον Νταβέλη και τον υπολοχαγό Μέγα.[31] Πρώτος στο χορό ήταν ένας από τους γιους του Μέγα». (Γ. Κολιόπουλος, Ληστές, σ. 189)

 

Βλέπουμε πως εχθροί και φίλοι είχαν μια εκτίμηση προς τον Νταβέλη, ο οποίος ίσως λόγω της σύντομης δράσης του δεν πρόλαβε να φθαρεί. Έτσι, ήταν ιδανικός για να ενσαρκώσει κάτι περισσότερο από την ιστορική ατομική του ύπαρξη· ένα αμφιλεγόμενο ήρωα δηλαδή τύπου Ρομπέν των Δασών. Το όνομά του [32] δίνει αφ' εαυτού πλάγια απάντηση στο πρόβλημα της δυϊστικής θεώρησης του κόσμου, που δεν αφορίζεται με θεολογικές αποφάνσεις.

Όλα τούτα δεν είναι παρά μια πρόταση ερμηνείας· ευνόητον πως οι διασταυρούμενες συμπτώσεις δεν μπορούν να εκληφθούν ως αξιόπιστα τεκμήρια γενικής παραδοχής. Όμως, ας μην ξεχνάμε ότι τα πράγματα καθαυτά είναι αυτά που είναι· η αντιληπτή μορφή τους εξαρτάται από τον παρατηρητή − και μοναδικός στόχος, κι ελπίδα, είναι η βελτίωση του οπτικού μας οργάνου (με άλλα λόγια, αυτό που λέει ο Μπαλάνος «με άλλα μάτια».[33]


[1] Αφού προτού εμφανιστεί ο Μπαλάνος, ήδη κάποιος άλλος είχε "φορτώσει" τη Σπηλιά με παλαιότερο μυθολογικό υλικό.

[2] Η καταστροφή (που ήταν το τελειωτικό χτύπημα για τη Δούκισσα) παίρνει κι αυτή άλλη χροιά, αφού κατά τον Παντελή Γιαννουλάκη το σώμα της Ελίζας «αποτεφρώνεται τελετουργικά» (;) [Η αληθινή ιστορία του λήσταρχου Νταβέλη (και το μυστήριο της Πεντέλης), Μυστική Ελλάδα, τ. 18, Φεβρουάριος 2006, σ. 58]

[3] Ως φαίνεται, η Δούκισσα δεν μπορεί να γλιτώσει απ' την Πεντέλη, αφού οι τοιχογραφίες των ναϋδρίων της Σπηλιάς μεταφέρθηκαν εκεί!

[4] Πρόκειται για την περίοδο της συμμαχικής  (Αγγλογαλλικής)  κατοχής του Πειραιά, με αφορμή την επανάσταση που ξέσπασε σε Ήπειρο και Θεσσαλία κατά τη διάρκεια του Ρωσσοτουρκικού πολέμου − γνωστού ως Κριμαϊκού. Οπότε, η απαγωγή του λοχαγού Μπερτό (23/9/1855) αποκατέστησε την τρωθείσα λαϊκή υπερηφάνια και εξύψωσε τον Νταβέλη κάνοντάς τον δημοφιλή.

(Πολλές από τις πληροφορίες περί Νταβέλη και λοιπών ληστών στο παρόν κεφάλαιο προέρχονται από το έγκυρο βιβλίο Ληστές. Η κεντρική Ελλάδα στα μέσα του 19ου αιώνα, του Γιάννη Κολιόπουλου).

[5] Ο Νταβέλης φέρεται ως γεννηθείς το 1832. Επομένως, όταν σκοτώθηκε ήταν 24 ετών.

[6] Όλα αυτά, βέβαια, με κάθε επιφύλαξη, αφού πέρα από τα κουτσομπολιά της εποχής δεν υπάρχουν στοιχεία. (Για τα περί Κατσάκου, βλ. Δ. Καμπούρογλου, Η Δούκισσα της Πλακεντίας, σ. 92-102).

[7] Ο Π. Γιαννουλάκης αναμιγνύει τη Λουΐζα Ριανκούρ [βλ. Η αληθινή ιστορία του λήσταρχου Νταβέλη (και το μυστήριο της Πεντέλης), Μυστική Ελλάδα, τ. 18, Φεβρουάριος 2006, σ. 62], όμως δεν είναι η πρώτη φορά· σε ελληνική ταινία της δεκαετίας '50 οι ήρωες πήγαν εκδρομή στο Καστέλο της Πλακεντίας, και ειπώθηκε πως ήταν της Λουΐζας ντε Ριανκούρ. Βέβαια, αυτή η Λουΐζα το 1856 (τότε σκοτώθηκε ο Νταβέλης) ήταν μόλις 10 ετών!

[8] Αυτή τη γραμμή ακολουθεί και η ταινία Η Δούκισσα της Πλακεντίας, που γυρίστηκε το 1956 σε σενάριο και σκηνοθεσία της Μαρίας Πλυτά (1915 - 2006). Στην αρχή της ταινίας περιλαμβάνονται πολλά πλάνα από το μέγαρο, αλλά και από το λατομείο Πολυχρονίου, λ3 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ, (1:02:20 - 1:03:10), που σήμερα έχουν την αξία ντοκουμέντου.

Επίσης, κατά τη διετία 1959-60 η εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ δημοσίευε σε συνέχειες το ιστορικό ανάγνωσμα «Από την αυλήν του Ναπολέοντος εις τας Αθήνας του Όθωνος: Η δούκισσα των Ιλισίων», χωρίς κανένα Νταβέλη φυσικά.

[9] Το συμβάν έγινε στην περιοχή μεταξύ του ξενοδοχείου Μήτσος - 'Αννα (Ακραίον) και του Θεραπευτηρίου Τζεράνη, στη σημερινή οδό Ασκληπιού (όπου και γεφυράκι της Δούκισσας), και περιγράφεται δια μακρών στο βιβλίο Η Δούκισσα της Πλακεντίας του Δ. Καμπούρογλου, εκδ. Δημιουργία, 1995, σ. 148-173 (με τον αυτό τίτλο αποτελούσε μέρος του έργου Μελέται και έρευναι, 1925). Το περιστατικό της 2/6/1846 είναι αναμφισβήτητο, αφού αναδημοσιεύονται δύο επιστολές της Δούκισσας (4/6 και 12/7/1846) όπου εξιστορεί στο σύζυγό της τα καθέκαστα. Ο δε λήσταρχος δολοφονήθηκε στις 22/11/1847 (βλ. αυ. σ. 168-173). Επίσης, βλ. «Πώς ηχμαλωτίσθη η δούκισσα, άρθρον του Γάλλου τέως πρεσβευτού κ. Φ. Κλεμάν - Σιμόν» (Ελεύθερον Βήμα, 4/1/35, σ. 1).

[10] Στον Αναρριχητικό οδηγό Αττικής των Δ. Τιτόπουλου - P. Bailey (1996), σ. 165, αναφέρεται πως ο Νταβέλης έγινε γνωστός το 1870, με την απαγωγή και θανάτωση των 'Αγγλων. (Γνωστή υπόθεση ως «Σφαγή του Δήλεσι» και, φυσικά, δράστες ήταν οι Αρβανιτάκηδες κι όχι ο από 14 ετών μακαρίτης Νταβέλης). Στο δε Λαύριο ξέρουν ότι ο Σερπιέρι είχε προσλάβει τον Νταβέλη κατά τα Λαυρεωτικά (1869-75), δηλαδή επίσης πολύ μετά το θάνατό του. Εδώ μάλλον ταυτίστηκε με άλλο ληστή, τον Κίτσο, που βέβαια είχε σκοτωθεί το 1867, αλλά πράγματι είχε δοσοληψίες με τον Σερπιέρι (βλ. εδώ).

'Αλλη μια αιτία σύγχυσης είναι πως υπήρξε και ο μεταγενέστερος λήσταρχος Γεώργιος Νταβέλης από την Ήπειρο, δράση του οποίου αναφέρεται στον Όλυμπο το 1877.

[11] Οι πρώτοι χριστιανοί απεικόνιζαν σε τοιχογραφίες κατακομβών τον Ορφέα, ως αλληγορικό σύμβολο της καθόδου στον 'Αδη του Ιησού.

[12] Για το πού πάνε τα "τούνελ" που ξεκινούν από τη Σπηλιά, έχουν ειπωθεί περισσότερα από όσα  μπορεί να φανταστεί κανείς (ευκολότερο θα ήταν να λένε πού δεν πάνε): Ακαδημίας 58α, Υμηττό, Μπογιάτι, Σαλαμίνα, καταρράκτες Έδεσσας... Ο Σ. Καρατζαφέρης είπε για 7 στοές που υπήρχαν στη Σπηλιά κι έβγαιναν (οι εξής... 4) Κηφισιά, Παιανία, Νέα Μάκρη, Δελφούς (Extra 3, Ασυμβίβαστα, 20/3/04). Ο Κ. Χαρδαβέλας είπε για στοές από Σπηλιά  για Ακρόπολη, Φάληρο, Λιβαδειά (ALTER, Χωρίς Μοντάζ, 29/5/04). Και όλ' αυτά λέγονται με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα, από ανθρώπους όλων των ειδών. Κάποιος δε συγγραφέας (βλ. κεφ. Αρχαιοδίφες και Ανασκαφείς, σημ. 26) έχει στείλει πολλούς να βρουν τα υποτιθέμενα τούνελ εκεί όπου δεν υπήρξαν ποτέ, για να πάνε στα Τουρκοβούνια και στο Λυκαβηττό. 'Αλλοι, όταν προκλήθηκαν από σπηλαιολόγο να πάνε μαζί και να μπουν στις διόδους, ο ένας δήλωσε ότι πάσχει από κλειστοφοβία κι ο άλλος έδειξε τον όγκο του και δήλωσε απολογητικά ότι δε χωράει! Αν μη τι άλλο, είναι ηθικοί αυτουργοί για τους καταστροφείς, που ακολουθώντας τις υποδείξεις τους προσπαθούν να διανοίξουν τις (ανύπαρκτες) σφραγισμένες εισόδους. Η παρέα της οποίας το φιλμ "εξαφανίστηκε" μέσα από τη μηχανή (βλ. στο κεφ. Αξιοσημείωτα φαινόμενα ή πλάνες; σημ. 12) έκανε το εξής πανούργο: αφού τα τούνελ της Σπηλιάς  υποτίθεται ότι σφραγίστηκαν με τα έργα, πήγαν στο μέγαρο της Δούκισσας (στην άλλη άκρη δηλαδή), ώστε να κάνουν την αντίστροφη διαδρομή. Αυτό έγινε γύρω στα Χριστούγεννα του 1978, που το μέγαρο ήταν κλειστό. Το αποτέλεσμα ήταν να κάνουν διάφορες ζημιές (χαρακτηριστικά, θυμάμαι πως είχαν ξηλώσει μια εντοιχισμένη ντουλάπα!) και να φύγουν απογοητευμένοι, αλλά όχι απελπισμένοι· ήθελαν να ξαναδοκιμάσουν εφοδιασμένοι με βαρύτερα εργαλεία! Ευτυχώς, για το Καστέλο, το ξέχασαν γρήγορα! 'Αλλη μια πρόθυμη πηγή για τις υποτιθέμενες στοές ήταν ο αρχιμανδρίτης της Μονής Πεντέλης Τιμόθεος Κιλίφης, που διαβεβαίωνε ότι συνδέεται η Σπηλιά με τη Μονή (βλ. και Τα Μυστήρια της Πεντέλης, σ. 67-8). Αυτό μου φαίνεται εντελώς εξωπραγματικό. Περισσότερες πιθανότητες δίνω να συνδεόταν η Μονή με την Αγία Δύναμη στην Αθήνα (το είχε πει ο ίδιος αρχιμανδρίτης σε τηλεοπτική εκπομπή), εφόσον υπήρχαν χιλιόμετρα σηράγγων του Αδριάνειου υδραγωγείου από τις υπώρειες της Πεντέλης ως τη Δεξαμενή στο Κολωνάκι. Για να υπάρχει φυσικό τούνελ από Σπηλιά θα έπρεπε να ξεκινά ως βάραθρο μεγάλου βάθους (αλλιώς θα είχε τμηθεί από τα κάτωθεν λατομεία) και μετά να συναντά κάποια στεγνή κοίτη υπόγειου ποταμού. Δεν μπορώ να το αποκλείσω, υποστηρίζω όμως ότι αν κανείς έχει βρει πράγματι μια τέτοια στοά δεν το μάθαμε ποτέ,  κι όσοι μας διαβεβαιώνουν περί του αντιθέτου είτε αναπαράγουν φημολογίες είτε λένε ψέματα (θυμίζω: αν είναι ειλικρινείς, τότε η στοά αυτή δεν υπάρχει στον κόσμο όπου υπάρχει αυτό το βιβλίο). Με την ευκαιρία, πρέπει να διευκρινιστεί πως ο Μπαλάνος αδίκως κατηγορείται από κάποιους μη καλά ενημερωμένους ως υπεύθυνος και για τις υποτιθέμενες στοές, διότι είναι υπέρ της άποψης ότι μάλλον τα συγκεκριμένα μυθολογούμενα τούνελ δεν υπήρξαν ποτέ. Τα όσα καυστικά (και λογικά) αναπτύσσει στις σελίδες 279-84 με βρίσκουν απολύτως σύμφωνο.

Όμως, υπάρχει και ένα ευφυές επιχείρημα, που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ο Εβλιά Τσελεμπί να είχε κάποιο δίκιο: «Ρωτώ λοιπόν, είναι δυνατόν ο υπερβολικός κατά τα άλλα στις περιγραφές του ΕΒΛΙΑ ΤΣΕΛΕΜΠΙ να παρέλειπε να αναφέρει το εκκλησάκι στην είσοδο του σπηλαίου; Είναι αδύνατον. Το λιγότερο θα το εμφάνιζε ως μεγαλοπρεπή ναό, σαν υπερβολικός που ήταν. Το εκκλησάκι άλλωστε είναι εκεί από τον 12ο αιώνα τουλάχιστον. Η απάντηση είναι απλή: ο Τσελεμπί δεν περιέγραψε το εκκλησάκι γιατί απλώς δεν το είδε ποτέ, και δεν το είδε ποτέ γιατί οι μοναχοί της μονής ΠΕΝΤΕΛΗΣ τον πήγαν σε άλλο σπήλαιο και όχι στο ΑΜΩΜΩΝ». (Περιηγητής, 2/2/03, http://www.esoterica.gr/forums/topic.asp?TOPIC_ID=774&ARCHIVE=&whichpage=1)

Βέβαια, είναι αρκετοί ακόμη περιηγητές που περιγράφουν την επίσκεψή τους στη Σπηλιά, χωρίς να αναφέρουν τα εκκλησάκια. Αυτό οφείλεται σε τρεις λόγους: α) ως ερειπωμένα δεν τα θεώρησαν άξια αναφοράς. β) δεν τα θυμήθηκαν όταν κάθισαν να γράψουν τις εντυπώσεις τους. γ) δεν πήγαν ποτέ στη Σπηλιά και η διήγησή τους είναι φανταστική, στηριγμένη στη βιβλιογραφία. (Η τρίτη περίπτωση δεν ήταν καθόλου σπάνια. Για την πιο ωραία, βλ. Μ. Κορρέ, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, Παράρτημα, σ. 118, όπου υπάρχει για την ίδια εκδρομή η διήγηση του γνωστού παραμυθά Χανς Κρίστιαν 'Αντερσεν σε αντιπαραβολή μ' εκείνη μιας κυρίας της Βασιλικής Αυλής).

[13] Βλ. Μ. Κορρέ, Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 79, 116, 117. Ακόμη, διακρίνονται (με δυσκολία σήμερα, μετά τις τελευταίες εργασίες αναστύλωσης) ίχνη ονομάτων Βαυαρών γραμμένα με μολύβι μέσα στον 'Αγιο Νικόλαο (στο βορειοδυτικό τοίχο, κοντά στη γωνία δεξιά της πλαϊνής πόρτας, εκεί όπου ο Λαδάς τοποθετεί την τοιχογραφία του Αγίου Δημητρίου − βλ. Η Σπηλιά της Πεντέλης, σ. 150): Joh. Roth 1836, Victor Laininger 1836.

Η επιγραφή με το πρώτο όνομα. Και τα δύο ονόματα ήταν ευανάγνωστα στις 23/3/85, όταν τα πρωτοείδα. (Βρήκα ένα ζωολόγο Johannes Roth, που το 1836 ταξιδεύοντας προς Μέση Ανατολή ίσως πέρασε από τη Σπηλιά).

Ίσως να υποθέσει κάποιος ότι μπορεί το 1836, και μέχρι να χτιστεί το παλάτι, να λειτουργούσε το λατομείο της Σπηλιάς, όμως το 1854 που ξεκίνησε ο Νταβέλης τη δράση του να ήταν έρημο πια, οπότε θα μπορούσε να λημεριάζει εκεί. Όμως φαίνεται πως έγινε το αντίθετο, και σιγά-σιγά η λατόμηση επεκτάθηκε, αφού εφημερίδα γράφει το 1851: «Τα επίσης εξυμνούμενα παρά των αρχαίων αρχαία λατομεία της Πεντέλης, δι' ων ωκοδομήθησαν ο Παρθενών και πολλά άλλα μνημεία των Αθηνών, πολλά δ' αγάλματα ελαξεύθησαν, ηνοίχθησαν πάλιν, αφ' ου αι Αθήναι απεδείχθησαν Καθέδρα του Βασιλείου. Τα μάρμαρα ταύτα μεταχειρίζονται εις την διακόσμησιν των ναών, των οικοδομών και εις άλλας λιθοξοϊκάς εργασίας. Το κυβικόν μέτρον τιμάται προς Δρ. 180 κατά μέσον όρον». (Αιών, αρ. φύλ. 1149, 31/03/1851, σ. 1,  Μάρμαρα, βλ. εδώ)

Επίσης, ο Randal William MacGavock (A Tennessean Abroad; Or, Letters from Europe, Africa, and Asia, 1854, p. 323-4), αναφέρει: «...το κύριο λατομείο λειτουργεί σήμερα στα μισά του βουνού...»

[14] Λημέρι από το ρήμα ολημερίζω, δηλαδή περνώ όλη την ημέρα. Και μη φανταστείτε πως οι ληστές έβρισκαν μια καλή σπηλιά κι έστηναν εκεί μόνιμα το νοικοκυριό τους· ήταν σε διαρκή νυχτερινή κίνηση και κάθε μέρα έπρεπε να κρύβονται και σε διαφορετικό σημείο. Όπως λέει και το τραγούδι, «Μας πήρ' η μέρα κι η αυγή (...) Και πού θα λημεριάσουμε, Νταβέλη, θα μας πιάσουνε».

[15] Ενώ (ευτυχώς) σιγά-σιγά η πραγματικότητα αυτή ανταγωνίζεται το μύθο, (βλ. και Πέρα από το Αίνιγμα της Πεντέλης, σ. 279), ο τελευταίος δεν είναι εύκολο να ξεριζωθεί: «Το 19ο αιώνα η σπηλιά κατοικήθηκε από τον περιβόητο λήσταρχο Νταβέλη...» (Θανάσης Βέμπος, Η σπηλιά του Νταβέλη: Μια ιστορία δίχως τέλος, Ταχυδρόμος, τ. 40, σ. 41, 2/12/2000).

Χαρακτηριστικό είναι πως ορισμένοι που αναγκάστηκαν να δεχθούν το γεγονός ότι η Σπηλιά δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με τον Νταβέλη, ξεπέρασαν το σκόπελο επινοώντας με τη σειρά τους άλλη σπηλιά στην Πεντέλη που τάχα είχε το λημέρι του ο λήσταρχος! (το μόνο που μένει είναι να τη βρουν). Όμως, όπως είπαμε, ακόμη κι αν η Σπηλιά (και όποια σπηλιά) τον καιρό του Νταβέλη ήταν έρημη, αυτός δε θα περνούσε εκεί παρά μία μέρα (και πάντα με το φόβο αιφνιδιασμού: ύπνος με το ένα μάτι και με τα απαραίτητα καραούλια). Όμως, γενικά η Πεντέλη δεν προσφερόταν για τέτοιες δραστηριότητες, π.χ. ο George William F. Howard (Diary in Turkish and Greek waters, 1854, p. 291-3) αναφερόμενος στην απαγωγή της Δούκισσας κάνει παρεμπιπτόντως μνεία για καλοκαιρινή στρατοπέδευση αγγλικής μονάδας στις υπώρειες της Πεντέλης.

[16] Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στις προπολεμικές ανακοινώσεις των εκδρομών, τα φυσιολατρικά σωματεία την αναφέρουν απλώς ως Σπηλιά. Μόνο μετά την Κατοχή στα αντίστοιχα προγράμματα εμφανίζεται ως Σπηλιά Νταβέλη.

Επισημαίνω ότι για τον εντοπισμό των νεότερων εκμεταλλεύσεων, στα έγγραφα της Μονής και του Υπουργείου Βιομηχανίας ως περιοχή Σπηλιά Πεντέλης αναφέρεται όλη η έκταση των αρχαίων λατομείων, πράγμα που έχει προκαλέσει άλλες παρανοήσεις.

Για το αστήρικτο της ονομασίας Σπηλιά Νταβέλη, βλ. και Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, Μ. Κορρέ, σ. 71, 79.

Επιπλέον, μόνο στο νομό Αττικής υπάρχουν τα εξής τοπωνύμια Νταβέλη: 3 κορυφές, σε Πάρνηθα, Υμηττό και Γεράνεια. 4 σπηλιές σε Πάρνηθα, Υμηττό, Κιθαιρώνα και Κοκκινοβούνι (Νίκου Νέζη, Τα βουνά της Αττικής, σ. 145-6). Τυχαίνει βέβαια αυτές οι σπηλιές να μην είναι ούτε μεγάλες ούτε εύκολα προσιτές· έτσι, μόνο ντόπιοι και σπηλαιολόγοι τις γνωρίζουν. (Βλ. και Θανάση Ξανθόπουλου, «Τα μυστηριώδη λημέρια - σπήλαια του Νταβέλη», Τρίτο Μάτι, τ. 102, Μάρτιος 2002, σ. 60-8. Επίσης, βλ. του ιδίου http://homepages.pathfinder.gr/paneios/index1).

Οι ληστές γνώριζαν καλά κάθε κρυψώνα της περιοχής τους. Επομένως, ενδέχεται πράγματι ο Νταβέλης να είχε περάσει από όλες τις σπηλιές της Αττικοβοιωτίας, όπως δηλαδή έκανε και κάθε ληστής πριν από αυτόν αλλά και μετά.

[17] Ούτε αυτό έμεινε χωρίς το επιβεβλημένο άρτυμα: [Η Σπηλιά] «...ονομαζόταν "Σπήλαιο των Αμώμων" (των αγνών και αναμάρτητων, γιατί μονάχα αυτοί μπορούσαν να εισέλθουν εκεί), εξαιτίας των πολλών ασκητών που πήγαιναν να "ασκητέψουν" εκεί και εξαφανίζονταν». [Π. Γιαννουλάκης, Η αληθινή ιστορία του λήσταρχου Νταβέλη (και το μυστήριο της Πεντέλης), Μυστική Ελλάδα, τ. 18, Φεβρουάριος 2006, σ. 60].

[18] Κάτι που μου έχει κάνει εντύπωση είναι η "προκοπή" των σύγχρονων λατόμων και των οικογενειών τους. Και δεν εννοώ μόνο τα πολλά δυστυχήματα στο χώρο της δουλειάς, κάτι δηλαδή σύμφυτο με τη φύση της δραστηριότητας. Οι περισσότερες οικογένειες έχουν θύματα από τροχαία δυστυχήματα, και υπάρχουν ακόμη θάνατοι στο κυνήγι, αυτοκτονίες, οικονομικές καταστροφές, φυλακίσεις, σπάνιες ασθένειες, ενδο-οικογενειακές διενέξεις. Πράγματα δηλαδή που συμβαίνουν στους ανθρώπους, όμως εδώ είναι η συχνότητα που ξενίζει. (Το ίδιο παρατηρείται και σε οικογένειες ορισμένων παράνομων που εξακολουθούν να λυμαίνονται το βουνό).

[προσθήκη] Ο Tony Kozelj, στην εισαγωγή της μελέτης του Extraction of blocks in antiquity: spesial methods of analysis,  αναφέρει ότι μεταξύ των τυπικών χαρακτηριστικών κάθε αρχαίου λατομείου ήταν κι «ένας αφιερωμένος χώρος με κάποιο μικρό ιερό» (Norman Herz, Marc Waelkens, North Atlantic Treaty Organisation Scientific Affairs Division, Classical marble: Geochemistry, Technology, Trade, p. 31). Βλ. εδώ του ιδίου περί του προστάτη των λατόμων Ηρακλή (Tony Kozelj, Ηρακλής, Αρχαιολογία, τ. 4, Αύγουστος 1982, σ. 68-70), και εδώ (Ορεσίβιος, Πεντέλη - Από την ανάδυση της Αιγαίας γης έως τους ρωμαϊκούς χρόνους, σ. 335-6). (Για τα ιερά των λατομείων και τον Ηρακλή βλ. και Γεωργία Κοκκορού - Αλευρά, Ειρήνη Πουπάκη, Αλέξης Ευσταθόπουλος, Αρχαία Ελληνικά Λατομεία, σ. 66-8) Δεν ξέρω αν η μεγαλύτερη ευσέβεια των αρχαίων απέδιδε, σίγουρα όμως προσπαθούσαν. (Δείτε εδώ πολύ ενδιαφέρουσες φωτογραφίες από ανάγλυφες παραστάσεις του Ηρακλή σε αρχαίο λατομείο). Αλλά και στη Μονή Πεντέλης βρίσκεται ανάγλυφο του Ηρακλή:

Προφανώς έργο λατόμων (της ελληνιστικής εποχής, κατά τη συνοδευτική πινακίδα).

[19] Πολλοί εκφράζουν βεβαιότητα και επικαλούνται τον Παυσανία, όπως:

«Ο Παυσανίας αναφέρει ότι εκεί βρισκόταν το Παναιπόλιο, ιερό του Πάνα» (Θανάσης Βέμπος, Η σπηλιά του Νταβέλη: Μια ιστορία δίχως τέλος, Ταχυδρόμος, τ. 40, σ. 42, 2/12/2000),

«Ο Παυσανίας μάς αναφέρει ρητώς ότι το σπήλαιο της Πεντέλης είναι ναός του Παν-Αιπόλου...» [Π. Γιαννουλάκης, Η αληθινή ιστορία του λήσταρχου Νταβέλη (και το μυστήριο της Πεντέλης), Μυστική Ελλάδα, τ. 18, Φεβρουάριος 2006, σ. 60],

όμως δεν παραθέτουν και το αρχαίο κείμενο. Αυτό δεν είναι ανεξήγητο, αφού ποτέ ο Παυσανίας δεν έγραψε κάτι τέτοιο (εννοώ για τη Σπηλιά). Αναφερόταν σε άλλη σπηλιά βόρεια του όγκου της Πεντέλης. Αφού στο 32.1,2 ολοκληρώνει επιγραμματικά τα περί Πεντελικού, Υμηττού και Πάρνηθας, συνεχίζει με τον Μαραθώνα, και καταλήγει: «ολίγον δε απωτέρω του πεδίου Πανός εστιν όρος καί σπήλαιον θέας άξιον· έσοδος μεν ες αυτό στενή, παρελθούσι δε εισιν οίκοι και λουτρά και καλούμενον Πανός αιπόλιον, πέτραι τα πολλά αιξίν εικασμέναι». (Παυσανίου Αττικά, 32.7)

Είναι σαφές ότι δεν αναφέρεται στο Πεντελικό, αλλά σε «όρος Πανός» πέρα από την πεδιάδα του Μαραθώνα, όπου σπήλαιο με «στενή είσοδο», κ.λπ., δηλαδή καμία σχέση με τη Σπηλιά. Κατά καιρούς είχαν προταθεί διάφορες σπηλιές χωρίς να ταιριάζουν με την περιγραφή, όμως πλέον θεωρείται πως έχει ταυτιστεί:

«Το σπήλαιο Πανός βρίσκεται 2,5 χλμ από το Μαραθώνα στη βόρεια-βορειοανατολική πλαγιά του λόφου Πανός - Ταμπούρι Γκούρα. Διαθέτει σημαντικό αρχαιολογικό ενδιαφέρον, αποτελείται από αρκετές μεγάλες αίθουσες με λιθωματικό διάκοσμο. Χρησιμοποιήθηκε ως εποχικό κατάλυμα από την Νεολιθική έως την Υστεροελλαδική περίοδο και ως λατρευτικός χώρος αφιερωμένος στις Νύμφες και τον Πάνα από τις αρχές του 5ου αι. π.Χ. έως τη Ρωμαϊκή εποχή». [Σπήλαιο Πανός Μαραθώνα (Οινόη ΙΙ), http://odysseus.culture.gr/h/2/gh251.jsp?obj_id=9865]

Όσο για τη λέξη αιπόλιον σημαίνει κοπάδι γιδιών (εκ του αιγοπόλιον), επειδή κάποιοι βραχώδεις σχηματισμοί του σπηλαίου έμοιαζαν με αίγες, ώστε αιπόλος σημαίνει γιδοβοσκός. Ακόμη και η λέξη αιπόλος να κρύβει "τον αεί πόλο του Πανός" (!), (βλ. και Πλάτωνος, Κρατύλος, 408d), δεν αναφέρεται στη Σπηλιά που μας απασχολεί.

(Και αφού ο λόγος περί ετυμολογίας, ας σταματήσει η διασπορά της παρετυμολόγησης του Πεντέλη εκ του "Πέντε έλη", αφού θα είχαμε Πενθέλη, εφόσον το έλος δασύνεται, όπως πενθήμερο αντί πεντήμερο).

[20] Έχω την ελπίδα ότι κάτω από τον όγκο της λατύπης που βρήκαν οι χριστιανοί βρίσκονται ακόμη θαμμένα αποδεικτικά στοιχεία, παρά την καταστροφή του 1977.

[21] Όπως είπαμε (βλ. κεφ. Σατανιστές και βάνδαλοι), αρκετοί εκ των ημετέρων και των Δυτικών βαρβάρων άφησαν τις υπογραφές τους πάνω στις τοιχογραφίες, ακόμη και μέσα στην κόγχη του ιερού. Μεταξύ αυτών και ο Γάλλος ζωγράφος Louis Francois Sebastian Fauvel (1753-1838), (ο οποίος έχει σκαλίσει το όνομά του και στο σπήλαιο του Νυμφόληπτου που βρίσκεται στον Υμηττό, κοντά στη Βάρη, όπως και στο αρχαίο υπόγειο λατομείο της Πάρου,

βλ. αντίστοιχες φωτογραφίες http://paysanias.blogspot.com/2008/10/blog-post_19.html και

http://library.tee.gr/digital/m2091/m2091_perraki.pdf. Η αναγραφή του ονόματος σε κάθε τόπο που επισκέπτονταν ορισμένοι αρχαιόφιλοι περιηγητές ίσως να μην ήταν μόνον από απλή ματαιοδοξία, αλλά το "ήμουν εδώ" να απευθυνόταν στους πάτρωνές τους, ως αποδεικτικό στοιχείο για την καταβολή των απαιτουμένων).

Θεωρείται βέβαιο πως ο Fauvel έβαλε στο χέρι κάποια ευρήματα, κατ' εντολή του δούκα Auguste de Choiseul-Gouffier, ο οποίος του έγραψε: «'Αρπαξε ό,τι μπορείς. Μην αφήσεις καμιά ευκαιρία να διαγουμίσεις ό,τι μπορεί να διαγουμιστεί στην Αθήνα και στην περιφέρειά της. (...) Ουδενός φείδου». (Διότι οι 'Αγγλοι διεκδικούσαν −και πήραν− τη μερίδα του λέοντος). (Michael Shanks, Classical archaeology of Greece: Experiences of the discipline, p. 71,

http://books.google.gr/books?id=Q8DoQ8SQPP8C&pg=PA71&lpg=PA71#PPA71,M1, βλ. και

http://www.traumwerk.stanford.edu:3455/MichaelShanks/admin/download.html?attachid=1159072)

[22] Επειδή το γράφει η εγκυκλοπαίδεια, δε σημαίνει πως είναι κι έτσι. 'Αλλωστε, το λήμμα δεν αναφέρει την πολύ γνωστή αρχαιόθεν σπηλιά του Πάνα στην Πάρνηθα, έξω από την οποία διαδραματίζεται και η κωμωδία του Μενάνδρου Δύσκολος.

[προσθήκη] Πάντως, η πεποίθηση πως η Σπηλιά ήταν αφιερωμένη στον Πάνα δεν είναι πολύ πρόσφατη· βρήκα αναφορά από το 1884, στο βιβλίο Memoir of Charles Lowe, της Martha Perry Lowe, σ. 167: «Σταθμεύσαμε σε ένα μοναστήρι στους πρόποδες του Πεντελικού όρους, και κατόπιν αφήσαμε την άμαξα για να ξεκινήσουμε την ανάβασή μας. Στα μισά του βουνού βρίσκεται το σπήλαιο του Πανός, ένα μεγάλο σπήλαιο...»

[23] Πιθανώς, οι πραγματικές ρίζες της λέξης Νταβέλης πρέπει ν' αναζητηθούν εκτός ελληνικής γλώσσας, όχι όμως σε ευρωπαϊκή αλλά μάλλον σε κάποια βαλκανική.

[24] Γενικά, όπου υπάρχει φημολογία για οτιδήποτε, από ξωτικά μέχρι UFO, όλο κάποιος έχει βάλει την ουρά του, και ο τόπος χαρακτηρίζεται ως διαβολότοπος! Ακόμη και στην πασίγνωστη ταινία Στενές επαφές τρίτου τύπου, όλα συμβαίνουν σ' ένα παράξενο βουνό του Γουαϊόμινγκ ονόματι Devil's Tower (Πύργος του Διαβόλου). Οι προϋποθέσεις για να συμπεριληφθεί η Σπηλιά στους "διαβολικούς" τόπους είναι τα όσα λέγονται γι' αυτή, ασχέτως του πραγματικού ή μη των αναφορών. Διότι πιθανώς και τα γνωστά σχετικά τοπωνύμια να μην έχουν να επιδείξουν τίποτε το χειροπιαστό πέραν του εκλυτικού παράγοντα για τις ασυνείδητες προβολές κάποιων ανθρώπων. Δυστυχώς όμως, οι παρενέργειες αυτού του κεφαλαίου αξιώνουν αναδρομική ισχύ: «Είχε παντού λημέρια [ο Νταβέλης], συχνά εμφανιζόταν στη σπηλιά της Πεντέλης − όπου όλοι φοβόντουσαν να πλησιάσουν και την ονόμαζαν "Σπηλιά του Διαβόλου"...» [Π. Γιαννουλάκης, Η αληθινή ιστορία του λήσταρχου Νταβέλη (και το μυστήριο της Πεντέλης), Μυστική Ελλάδα, τ. 18, Φεβρουάριος 2006, σ. 58]

[25] Υποτίθεται ότι το πραγματικό όνομα του Νταβέλη ήταν Χρήστος Νάτσος.

[26] Όμως, δεν είναι  −ούτε ως ληστής−  ο πρώτος με αυτά τα χαρακτηριστικά. Αξιοσημείωτες αναλογίες εμφανίζει με τον περιβόητο Fra Diavolo (που σημαίνει, αδελφός Διάβολος, το αδελφός με την έννοια του καλόγερος),  ψευδώνυμο του Ιταλού ληστή Μικέλε Πέτσα (1771 - 1806). Το 1830, οι Γάλλοι Auber και Scribe (ο πρώτος τη σύνθεση και ο δεύτερος το λιμπρέτο), παρουσίασαν τα κατορθώματά του σε οπερέτα «λίαν γνωστή εν Ελλάδι», κατά το εγκυκλοπαιδικό λεξικό Ελευθερουδάκη. Εκτός δηλαδή, από τον παραλληλισμό, μήπως έχουμε και κάποια επίδραση στην ονομάτιση του Νταβέλη. Αυτή η συνύπαρξη των αντιθέτων αποκαλύπτεται (για μετρικούς λόγους βέβαια) σε ένα από τα πολλά τραγούδια για το λήσταρχο, το οποίο λέει: «Γεια σου Χρήστο και Νταβέλη»!

[27] Στο βιβλίο Ο λυτρωτικός διάλογος, του Αρχιμανδρίτη Σπ. Μπιλάλη, σ. 21, κεφ. Η τραγωδία της Εδέμ, ο διάβολος χαρακτηρίζεται ως «ο μέγιστος αρχιληστής του κόσμου»!

[28] Αλλά τα πράγματα δεν έμειναν εκεί· καλπάζουν! Ενδεικτικά παραθέτω χωρίς σχόλια: Ευάγγελος Γκιόκας («ιδιωτικός αστυνομικός»): ο Νταβέλης ήταν Ιουδαίος ονόματι Ντέιβιντ. Από κοινού με τη Δούκισσα ήταν πράκτορες των Αγγλογάλλων, αμφότεροι τέκτονες Κριναετοί. Για το δεσμό τους αναφέρουν οι συγγραφείς Σουρής και Σκουζές. Σύμφωνα με το ανθελληνικό τους σχέδιο, η Σπηλιά υπήρξε κέντρο σεξουαλικών πειραμάτων, στόχος των οποίων ήταν η γενετική μετάλλαξη ανυποψίαστων Ελλήνων πολιτών. Επίσης, ο Νταβέλης ήταν εκ των κύριων πρωταίτιων που καθυστερούσε η χορήγηση συντάξεων στους αγωνιστές του '21. Υπάρχει κι ο θησαυρός του σ' ένα απ' τα 7 υπόγεια επίπεδα της Σπηλιάς. Ο δε χρυσός δίνει άλλα ενεργειακά πεδία. Χρήστος Οικονομίδης: ο Νταβέλης μαζί με τη Δούκισσα και την Εβραία υπηρέτριά της, μυημένοι στην καμπάλα (σολωμονική) έκαναν ανθρωποθυσίες. (27/7/04 Extra 3, Φίλιππος Καμπούρης, Αληθινά ψέματα)

[29] Αν δεν ήταν τέτοιος, να επιβάλλει φρικτές τιμωρίες για ψύλλου πήδημα, οι ίδιοι οι ληστοσυμμορίτες του θα τον καθαιρούσαν χωρίς χρονοτριβή (κι αν τον άφηναν να ζήσει, θα τον είχαν για τ' ασκί, δηλαδή να κουβαλάει το νερό)! Συνήθης πρακτική των ληστών ήταν οι προληπτικοί ακρωτηριασμοί (μύτη ή αυτιά) των βοσκών που τους τροφοδοτούσαν θέλοντας και μη, ώστε να μη διανοηθούν καν να τους προδώσουν. Οπότε, καταλαβαίνετε τι πάθαιναν τα θύματα των επιχειρήσεών τους. Για παράδειγμα, τους φαινόταν απολύτως φυσιολογικό να σπάνε με τσεκούρι τα γόνατα των συλλαμβανομένων, ώστε να μη χρειάζεται να κουβαλούν σκοινί και να καθυστερούν για να τους δένουν.

[30] Βλέπουμε πως αυτά που έλεγε ο Μπαλάνος περί Νικολαϊτών, (σε συνδυασμό με το μανιχαϊσμό και τις δύο 'Αγιες Τράπεζες), κατά βάθος είναι σωστά! (βλ. κεφ. Σατανιστές και βάνδαλοι). Μόνο που δε συνέβησαν ποτέ στη Σπηλιά (και να είχαν συμβεί, τι έγινε;) αλλά συμβαίνουν διαρκώς μέσα στο σπήλαιο του ασυνειδήτου κάθε ανθρώπου.

[31] Ο Ιωάννης Μέγας ήταν επικεφαλής διωκτικού αποσπάσματος στην καταληκτική μάχη του Ζεμενού (έξω από τη Λιβαδειά στο δρόμο για την Αράχωβα) στις 12/7/1856. Σκοτώθηκε (τιμής ένεκεν έχει στηθεί επιτόπου μνημείο), και η παράδοση λέει πως αυτός κι ο Νταβέλης αλληλοεξοντώθηκαν. Όμως, δε σκότωσε ο Νταβέλης τον Μέγα, αλλά ο τραυματισμένος λήσταρχος Μπελούλιας (Κακαράπης), που τον καιρό εκείνο είχε συμπράξει με τον Νταβέλη.

(Εδώ όλες οι λεπτομέρειες από τα επίσημα έγγραφα της εποχής: http://rakopolio.blogspot.gr/2014/07/1271856.html)

[32] Κάτι που δίνει επιβεβαιωτική διάσταση στην παραπάνω άποψη, είναι μία σύμπτωση  −κατά πολλούς σατανική− η οποία πρέπει ν' αξιολογηθεί με ιδιαίτερη περίσκεψη κι επιφύλαξη, διότι, ναι μεν μαζεύονται πολλές συμπτώσεις, (ανοίγεται ο δρόμος και για περισσότερες), αλλά τα επιφανειακά συμπεράσματα είναι βολικά και οι παρανοήσεις ενεδρεύουν. Μιλώ για το άθροισμα των γραμμάτων του ονόματος Νταβέλης, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου: Ο  ΝΤΑΒΕΛΗΣ = 70 + 50 + 300 + 1 + 2 + 5 + 30 + 8 + 200 = 666!

[33] Τα παραπάνω αποσκοπούσαν σε μια ερμηνεία της απήχησης που είχε το όνομα του Νταβέλη στο λαό. Φυσικά, στηρίχτηκα μόνο στους πιθανούς ηχητικούς συνειρμούς και τίποτε παραπάνω. Αν και η ανέλπιστη αποδοχή της εικασίας μου μάλλον την επικυρώνει, τελικά πρόσθεσα κι εγώ, ακούσια, άλλη μια "βεβαιότητα": όλοι οι ενασχολούμενοι με το θέμα γνωρίζουν πια πως ο Νταβέλης είναι ο Διάβολος, κάποιοι το ετυμολογούν κιόλας, επικαλούνται τον αριθμό 666 (άλλη παρανόηση αυτή), και ξεχνούν την ουσία που είναι πως ο Νταβέλης, ως ιστορικό πρόσωπο, δεν είχε καμία σχέση με τη Σπηλιά, καμία σχέση με την Πεντέλη (εκτός από τη ρίμα Πεντ-έλη − Νταβ-έλη), καμία σχέση με τη Δούκισσα. (Οι άπιστοι Θωμάδες δεν έχουν παρά να συμβουλευτούν τις εφημερίδες της εποχής). Δυστυχώς, όπως φαίνεται, στην Ιστορία θα περάσει το αντίθετο. Και πώς να μη γίνει αυτό, όταν ακόμη κι ο αρχιμανδρίτης της Μονής Πεντέλης Τιμόθεος Κιλίφης έγραψε σχετικό βιβλίο που έχει ως εξώφυλλο «παλαιά» ζωγραφική αναπαράσταση του Νταβέλη να σώζει τη Δούκισσα από την πυρκαγιά του Καστέλου της!

Ύστερα από τέτοιο κατακλυσμό αναληθειών και φαντασιοκοπημάτων δε μου κάνει πια εντύπωση όταν κάποιος ρωτάει αφελώς: «Ο Νταβέλης ήταν άνθρωπος; Ζει τώρα;»

Σε αυτό το μυθικό πλαίσιο κινείται και η πρόσφατη (2015) ταινία του Τάκη Βογόπουλου Ο Λέων της Πεντέλης (ο Νταβέλης δηλαδή):

https://camerastyloonline.wordpress.com/2015/10/12/o-lewn-ths-pentelhs-sthn-alkyonida/