Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

 

 

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 

 

► Στις 6/8/85 τα ξημερώματα, αρκετά βαθιά μέσα στο δάσος είδα πως είχαν πετάξει μπαούλο με σχολικά βιβλία και ρούχα.[13] Έριξα μια ματιά και από επιστολές βρήκα ότι τα πράγματα ήταν της οικογένειας Β..., οδός Ηπείρου, Π. Πεντέλη. Έκτοτε, επειδή το μπαούλο ήταν πάνω στο δρόμο μου, το έβλεπα κάθε φορά που ανέβαινα στο βουνό. Στις 29/12/85 το σούρουπο, το μπαούλο έλειπε. Βέβαια, αυτός που το πήρε άδειασε πρώτα το περιεχόμενό του επί τόπου.

Από διμήνου είχα ξεκινήσει τη συγγραφή ενός βιβλίου και τις τελευταίες ημέρες με απασχολούσε η (επινοημένη) ιστορία για το «Πώς σώθηκε ο Παρθενώνας». (Ξέρετε, όταν οι πολιορκημένοι Τούρκοι δεν είχαν άλλα βόλια, άρχισαν να γκρεμίζουν τον Παρθενώνα για να πάρουν το μολύβι που κάλυπτε τους μεταλλικούς συνδέσμους των μαρμάρων. Τότε, οι Έλληνες «Γι' αυτά τα μάρμαρα πολεμάμε, ορέ!» τους έδωσαν τάχα βόλια για να σταματήσουν την καταστροφή).[14] Είχα ήδη ρωτήσει όλους τους γνωστούς μου, όλοι ήξεραν την ιστορία αλλά κανείς δε θυμόταν τις λεπτομέρειες που ήθελα, και φυσικά ούτε σε ποιο βιβλίο περιλαμβανόταν. Γι' αυτό λοιπόν, μου 'ρθε να ψάξω στα πεταμένα βιβλία. Μόνο ένα αναγνωστικό βρήκα, της στ΄ τάξης του Δημοτικού, έκδοσης 1978. Και η ιστορία ήταν σ' αυτό!

 

► Στις 30/10/88 μόλις είχε νυχτώσει. Με τον Π.Μ. και τον Φ.Π. βγήκαμε από τη σήραγγα Ι. Είδα ανταύγεια στο δρόμο του τριβείου Περράκη που περνάει πάνω από τη δεξαμενή. Σταθήκαμε, αλλά για δέκα ολόκληρα λεπτά δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι ήταν αυτό που βλέπαμε: ένα μακρύ φωτισμένο αιωρούμενο παραλληλόγραμμο και στο αριστερό του μέρος να κινείται το πάνω μέρος μιας φιγούρας. Χωρίς να το θέλουμε, η υπόνοια πως είχαμε εμπλακεί σε "στενή επαφή τρίτου τύπου" άρχισε να μας καταλαμβάνει. Ευτυχώς, κάποια στιγμή ακούσαμε να παίρνει μπροστά κινητήρας φορτηγού που μανουβράρισε κι έφυγε. Τόση ώρα δηλαδή βλέπαμε την καμπίνα του διαγώνια (γι' αυτό φαινόταν να έχει τόσο μήκος), που μόλις εξείχε πάνω από ένα σωρό μπάζων, με αποτέλεσμα το αλλόκοτο θέαμα!

 

► Στις 16/5/89 μέσα στη Σπηλιά είδα γρατσουνισμένο πάνω στην καπνιά πριν από την είσοδο για λίμνη: ΑΒΡΑΜ 13/4/89. Τι πιθανότητες είχα να βρω στο δρόμο, κατά το γυρισμό μου στην Αγία Παρασκευή, ένα φάκελο που απευθυνόταν σε κάποιον Γ. Αβραάμ; Σημειωτέον ότι κατά τη Βίβλο το αρχικό όνομα ήταν 'Αβραμ και κατόπιν ο Θεός τον μετονόμασε σε Αβραάμ (βλ. Γέν. ιζ΄ 5).

 

► Μέχρι τις 7/1/80 ο Π.Κ. είχε έρθει μαζί μου 5 φορές στη Σπηλιά. Η επόμενη φορά ήταν στις 24/12/89. Περνώντας πρώτα έξω από τη σήραγγα ΙΙΙ, είπε: «Αλλιώς τη θυμόμουν τη Σπηλιά»! Εδώ δηλαδή η μνήμη δεν τον απατούσε, αλλά γελιόταν από τη βεβαιότητά του ότι μόνο ένα σπηλαιώδες άνοιγμα υπήρχε στην περιοχή (αφού η πρώτη σήραγγα Ια ξεκίνησε το καλοκαίρι 1980), άρα αυτή έπρεπε να είναι η Σπηλιά − αλλαγμένη κατά πολύ βέβαια!

 

Στις 12/11/90 [15] θέλοντας ν' αποφύγω αυτοκίνητο που βρισκόταν μέσα στο δάσος πάνω στο δρόμο μου, πέρασα στην άλλη όχθη του ρέματος (αυτό που βγαίνει στη φουρκέτα του δρόμου στο τέρμα της οδού Περικλέους). Εκεί, μέσα στα χορτάρια, βρήκα σκόρπιες δεκάδες φωτογραφίες τραβηγμένες μισό αιώνα πριν και αρκετή από την αλληλογραφία κάποιας Σ.Α. Οι περισσότερες φωτογραφίες απεικόνιζαν στιγμιότυπα από εκδρομές σε αρχαιολογικές τοποθεσίες (όπως στο ναό του Επικουρείου Απόλλωνα στη Φιγάλεια). Όμως αυτή που ήταν πραγματικό δώρο έδειχνε την είσοδο της Σπηλιάς τραβηγμένη από το βάθος!

Υπήρχε και αυτή από Πεντέλη, ένα λατομείο που αν και μοιάζει με το "φαράγγι" (Λ2 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ), δεν έχω κατορθώσει να ταυτίσω ακόμη.

Από τους επιστολογράφους της έβγαινε το συμπέρασμα πως η Σ.Α. ήταν μια καλλιεργημένη νέα γυναίκα με ευρύ φιλικό περιβάλλον στο οποίο ανήκαν από ηγούμενος Μονής μέχρι γνωστός ζωγράφος της εποχής. Τέτοια ευρήματα είναι συνήθη μετά το θάνατο κάποιου ηλικιωμένου, καθώς οι κληρονόμοι πετούν ό,τι άχρηστο για εκείνους. (Παραμένει όμως το ερώτημα: γιατί να ριχτούν στο συγκεκριμένο σημείο και όχι στον κάδο σκουπιδιών της γειτονιάς;)

Στις 26/11/92, στην άκρη της οδού Σουβαλιώτη μετά την πλατεία της Παλιάς Πεντέλης, βρήκα μερικά αντίτυπα ενός βιβλίου του 1947 με τίτλο Δελφοί χωρίς Απόλλωνα.

Τα φύλλα ήταν άκοπα, το περιεχόμενο σε πρόζα στοχαστική-λυρική τοποθετούσε τη δράση στο 1939 κι αναφερόταν στα προμηνύματα του επερχόμενου Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, και, φυσικά, η συγγραφέας ήταν η Σ.Α.![16]

 

► Στις 26/6/91 φεύγοντας με τη Μ.Μ. από Σπηλιά είχα αυτή τη σε όλους γνωστή εντύπωση ότι ξεχνάω κάτι. Δεν υπήρχε κάτι για να τη δικαιολογεί, αλλά φτάνοντας στο σημείο όπου υπήρχε φράγμα από πέτρες (35 μ. από το στόμιο), τη γύρισα πίσω και πήγαμε στο ξεκίνημα της διαδρομής Ληστεία. Μέσα από τα ξερόχορτα πετάχτηκε μια μεγάλη πράσινη σαύρα, και εκεί βρίσκονταν ένα καραμπίνερ ασφαλείας με βίδα κι ένας καταβατήρας τύπου οχτάρι! Τα πήρα, και η Μ. δεν εντυπωσιάστηκε καθόλου, αφού από την όλη σκηνή νόμισε πως εγώ τα είχα αφήσει εκεί.

 

► Στις 6/6/94 ήμουν στη Σπηλιά μαζί με κάποιο πρόσωπο. Ο καθένας ασχολήθηκε με τα δικά του ενδιαφέροντα. Όταν κατέβηκα το λιθόστρωτο, χωρίσαμε οπτικά όχι για πάνω από τρία λεπτά. Επιστρέφοντας είδα το άλλο πρόσωπο να κάνει αναρριχητικά περάσματα στον τεράστιο ογκόλιθο που βρίσκεται μπροστά στο "πηγάδι". Υπέθεσα πως έγινα αντιληπτός, αφού διέσχισα τον ανοιχτό χώρο (η μεταξύ μας απόσταση ήταν ~30 μ.) κατευθυνόμενος προς τη Σπηλιά. Κάθισα στην είσοδό της περιμένοντας να έρθει μόλις τελειώσει. Έπεσα έξω όμως. Έτσι, πήγα εγώ προς αναζήτησή του, αλλά είχε γίνει άφαντο. Εντωμεταξύ είχαν έρθει πάνω απ' τη Σπηλιά δύο αναρριχητές και προετοιμάζονταν για ραπέλ. Τους ρώτησα, και είπαν πως είδαν από ψηλά το άλλο πρόσωπο με το σακίδιο στην πλάτη να κατηφορίζει το λιθόστρωτο και να φεύγει. Τι έκανα; Κάθισα με τους αναρριχητές και σε λίγο ήρθε και το πλήρωμα ενός περιπολικού και μεγάλωσε η παρέα μας.

Θα πείτε, αν το φευγιό του άλλου προσώπου ήταν ο ορισμός της παράλογης συμπεριφοράς, η δική μου απάθεια τι ήταν; Δεν αποδεικνύεται πως η Σπηλιά είναι ένας τόπος που επιδρά ποικιλοτρόπως στους ανθρώπους;

Στο πρώτο σκέλος του πρώτου ερωτήματος, συμφωνώ απολύτως. Δε συμφωνώ όμως στο δεύτερο σκέλος (γιατί η στάση μου οφειλόταν σε ανάλογη εμπειρία) ούτε δέχομαι αναγκαστικά το συμπέρασμα: παρόμοια περίπτωση (και πολύ χειρότερη) μου είχε συμβεί δέκα χρόνια πριν (25/2/84) στον Υμηττό. Με τον Ν.Π. ξεκινήσαμε για τη σπηλιά του Λιονταριού. Επειδή από την κατεύθυνση προσέγγισης δεν υπήρχε κάποιο χαρακτηριστικό σημάδι για να οδηγηθούμε στη σπηλιά, χωριστήκαμε και κάναμε παράλληλες τραβέρσες στην πλαγιά. Μόλις την έβρισκε ο ένας, θα φώναζε τον άλλο. Η μέγιστη απόστασή μας δεν ξεπερνούσε τα εκατό μέτρα. Κάποια στιγμή, τον είδα που είχε απομακρυνθεί τόσο ώστε είχε προσπεράσει σίγουρα τη σπηλιά. Του φώναξα να γυρίσει δείχνοντάς του μέχρι πού να πάει και συνέχισα την τραβέρσα μου. Σε δυο λεπτά βρήκα τη σπηλιά και τον φώναξα. Τίποτε. Φώναξα δυνατότερα, σφύριξα. Καμία απάντηση. Ανησύχησα, γιατί η πλαγιά είχε πολλούς μικρούς γκρεμούς (δύο τρία μέτρα ύψος), που δε φαίνονταν λόγω των πυκνών χαμόδεντρων. Κάθε φορά που έφτανα στο χείλος ενός, προετοιμαζόμουν ν' αντικρίσω από κάτω τον Ν. αναίσθητο, βαριά τραυματισμένο ή νεκρό. Χτένισα όλη την περιοχή υποβάλλοντας τα νεύρα μου σε σκοτσέζικο ντους.

Νύχτωσε και πήρα το δρόμο της επιστροφής. Η εξαφάνισή του μου φαινόταν τόσο ανεξήγητη, που αποδέχτηκα το διαγραφόμενο ενδεχόμενο να μη βρεθεί ποτέ το παραμικρό ίχνος του. 'Αρχισα να προβάρω την ιστορία που θα έλεγα στους καχύποπτους (δικαιολογημένα) οικείους του και στους αστυνομικούς. Όμως, αναρωτιόμουν, αν μου την έλεγε κάποιος άλλος θα την πίστευα;

Ευτυχώς, ρώτησα ένα ζευγάρι που συνάντησα στους πρόποδες του βουνού και θυμήθηκαν πως είχε περάσει κάποιος που ταίριαζε με την περιγραφή του. Έτσι, έκανα την υπόλοιπη διαδρομή μέχρι το σπίτι μου ανακουφισμένος. Τον βρήκα εκεί, να διηγείται την ιστορία του στον αδερφό μου, που δεν έβγαζε λογικό νόημα κι ετοιμαζόταν ν' ανέβει στο βουνό προς αναζήτησή μου. Ο Ν. είπε ότι αυτός με φώναζε και εγώ δεν του απαντούσα. Συμπέρανε ότι τον εγκατέλειψα, κι έφυγε βιαστικά για να μην τον προφτάσει η νύχτα. Συνάντησε και κάποιο βοσκό με το κοπάδι του και ρωτώντας τον διόρθωσε την πορεία του, γιατί είχε πάρει λάθος κατεύθυνση.

Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι δεν άκουσα να με φωνάζει και δεν είδα ούτε άκουσα κανένα κοπάδι μετά. Η δική μου εκδοχή είναι πως έφυγε πανικόβλητος πιστεύοντας ότι πάει να εμπλακεί σε κάτι αβάσταχτο. Πίστεψε δηλαδή πως ο χωρισμός μας ήταν προμελετημένος από μέρους μου για να του ετοιμάσω κάποιο χουνέρι, βάζοντάς τον αντιμέτωπο με τους χειρότερους φόβους του. Ποτέ δεν ξαναμιλήσαμε γι' αυτό, ποτέ δεν ξαναπήγαμε πουθενά.[17]

Δε μου έκανε λοιπόν εντύπωση η εξήγηση που μου είπε το άλλο πρόσωπο, όταν ξανασυναντηθήκαμε: «Νόμισα πως έφυγες, οπότε...» Εδώ έχουμε κυριολεκτικά το γνωστό "μας τα 'παν κι άλλοι"! Όμως δεν έχει και τόση σημασία το πώς δικαιολογούν τη συμπεριφορά τους, αλλά το τι την προκαλεί. Ίδια περίπτωση με διαφορετικούς ανθρώπους, σε διαφορετικά βουνά, διαφορετικές χρονολογίες, διαφορετικές συνθήκες, διαφορετικές ώρες (σούρουπο τη μια, καταμεσήμερο την άλλη), διαφορετικό υπόβαθρο (μονοψήφιο αριθμό εκδρομών σε βουνό το ένα άτομο, τριψήφιο το άλλο). Τι κοινό είχαν (βέβαια, πέρα από το ότι αποδεδειγμένα με θεωρούσαν ικανό για όλα);

Έχουμε πει και ξαναπεί ότι και η ελάχιστη μετατόπιση από το οικείο μας περιβάλλον προκαλεί αδιόρατη εσωτερική μετακίνηση. Κι ενώ έχουμε αλλάξει εμείς, πιστεύουμε αντίθετα πως η αλλαγή έγινε έξω από εμάς. Όσο πιο εκτεταμένη η απομάκρυνσή μας τόσο δραστικότερη η επήρειά της.

Όλοι οι ορειβάτες μεγάλου υψομέτρου διηγούνται αλλόκοτες ιστορίες, που έχουν ωστόσο κοινά χαρακτηριστικά. Η πιο συνηθισμένη είναι η παρουσία ενός (ανύπαρκτου) συντρόφου, όχι μόνο ως αίσθηση αλλά και εμφανιζόμενου με "σάρκα και οστά", για να ακολουθήσουν ολόκληρες συζητήσεις. Αυτές οι ψευδαισθήσεις αποδίδονται στις βιοχημικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον οργανισμό του ορειβάτη εξαιτίας της έλλειψης οξυγόνου και της εν γένει εξάντλησης του οργανισμού. Χωρίς να παραγνωρίζω την προφανή επίδρασή τους,[18] αναρωτιέμαι αν οφείλονται μόνο σ' αυτές τις μετρήσιμες παραμέτρους, δεδομένου πως έχουμε παρόμοια φαινόμενα και σε ερημιές χαμηλού υψομέτρου. Θα έλεγα ότι πρέπει να συνυπολογιστεί και η μέσα σε αδιαφοροποίητο περιβάλλον ανεπάρκεια αισθητηριακών δεδομένων: χιόνι παντού, συχνά μέσα σε σύννεφα, τίποτε δε μοιάζει με ό,τι είναι εξοικειωμένος ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Έτσι, μπορούμε να πούμε πως ο άνθρωπος αρχίζει να "ονειρεύεται" ξυπνητός. Όπως σε βαριές ψυχικές παθήσεις έχουμε εισβολή κατά την εγρήγορση περιεχομένων του ασυνείδητου, μόνο που εδώ ξανάρχεσαι στα συγκαλά σου με την επιστροφή σε γνώριμες συνθήκες που σε επαναφέρουν και σε σταθεροποιούν.

Δικό μου συμπέρασμα: δεν ήταν ο συγκεκριμένος τόπος που προκάλεσε την επαπειλούμενη ανάδυση περιεχομένων από το ασυνείδητο, αλλά οι ασυνήθιστες γι' αυτούς συνθήκες. Δίκαια θα διατυπωθεί η ένσταση: αν δεχτούμε το συμπέρασμά σου για το άτομο που πράγματι δεν ήταν εξοικειωμένο με τα βουνά, πώς εξηγείται η ίδια αντίδραση του άλλου προσώπου με τις εκατοντάδες επισκέψεις στην Πεντέλη; Νομίζω πως ο αποφασιστικός κοινός παράγοντας είναι πως έμειναν για λίγο μόνοι τους. Η παρουσία μου, ειδικά με το κουβεντολόι, ήταν που τους κρατούσε εντός των πλαισίων. Όμως στην πρώτη ευκαιρία, κάτι που είχα πει πριν από λίγο, μια έκφραση που είχα πάρει, οτιδήποτε, χρησίμεψε σαν έναυσμα προβολής ενός φοβικού περιεχομένου. Με παρανοειδείς συνδέσεις ανιχνεύτηκαν αποδεικτικά στοιχεία, και ο ένοχος βρέθηκε στο πρόσωπό μου.

 

► Στις 30/4/98, στις όχθες ενός ρυακιού δυτικά της Σπηλιάς, είδα να πετάει η Ε.Δ. το σβησμένο αποτσίγαρό της κι εκείνο πέφτοντας δίπλα στο νερό να στέκεται όρθιο! Αλλά ήδη μου 'χε συμβεί κάτι παρόμοιο: στις 12/3/98 καθόμουν εντελώς άκεφος σε μια πέτρα και περίμενα να περάσει η ώρα. Έπαιζα αφηρημένα με κάτι λεπτά κλαράκια. Όταν βαρέθηκα, λύγισα το ένα και το άφησα να τιναχτεί. Έπεσε πάνω σε κοντινό πουρνάρι και ισορρόπησε οριζόντια πάνω στα φύλλα του. Σκέφτηκα ότι δεν ήταν τίποτε το σπουδαίο, οπότε τίναξα και το δεύτερο. Εκείνο πήγε στο ίδιο πουρνάρι και ισορρόπησε εντελώς κάθετα (!) πάνω σε ξερά γυμνά κλαριά. Αυτό που είδα μου θύμισε κινηματογράφηση παιγμένη ανάποδα. Το κλαράκι πήγε περιστρεφόμενο και κόλλησε χωρίς να "παίξει" καθόλου, σαν να το τράβηξε μαγνήτης.

Κι εδώ πάλι το ερώτημα: κάτι τόσο ασυνήθιστο μεταφέρει πληροφορία που πρέπει ν' αποκρυπτογραφήσει ο παρατηρητής; Οι αρχαίοι έτσι πίστευαν, και ο προικισμένος οιωνοσκόπος ήταν περιζήτητος. Ο θετικιστής βέβαια θα επιμείνει σε κάτι που όντως αληθεύει: οτιδήποτε δεν είναι αδύνατον να συμβεί, μπορεί να γίνει όσο απίθανο κι αν φαίνεται. Αν κάποιος στρίψει κορόνα-γράμματα ένα νόμισμα κι αυτό πέσει και σταθεί όρθιο, απίθανο μεν αδύνατον όχι. Έχει δίκιο. Όμως, αν το ξαναπετάξει και σταθεί πάλι όρθιο, μπορεί πάλι να μην είναι αδύνατον αλλά η απιθανότητά του πολλαπλασιάζεται αστρονομικά. Αν επιμείνει στο «γιατί όχι;» και δεν κλονιστεί καθόλου είναι θεμιτό, αλλά τείνει προς ένα εκ των προτέρων «ου με πείσης καν με πείσης».

Επομένως, το βιβλίο αυτό δεν απευθύνεται σ' εκείνους που καλοδέχονται άκριτα κάθε τι "μυστηριώδες" ούτε και στους πεισματικά αμετακίνητους που αρνούνται και ν' ακούσουν. Θα μου πείτε: «Ε, τότε, γιατί μπήκες στον κόπο να το γράψεις; Σε ποιους απευθύνεσαι;» Μα, σ' αυτούς τους λίγους που δε βιάζονται να βγάλουν συμπεράσματα, ιδίως για πράγματα που δεν έχουν επαληθεύσει οι ίδιοι, και προσπαθούν να είναι αμερόληπτοι. Σ' αυτούς που ακόμη κι αν έχουν μορφώσει γνώμη ή άποψη, είναι έτοιμοι να τη διαφοροποιήσουν μέχρι ολοκληρωτικής κατεδάφισης υπό το φως νέων στοιχείων.

 

► Στις 19/6/99 πήγα με τον Χ.Ν. στο παλαιό ορυχείο που βρίσκεται έξω από τη Νέα Πεντέλη. Επειδή ο Χ. δεν αρέσκεται να μπαίνει σε κλειστούς αραχνιασμένους χώρους, μπήκα μόνος για να μετρήσω το μήκος της κεντρικής στοάς. Το μήκος ήταν 80 μ. (περίπου, αφού ως όργανο μέτρησης χρησιμοποίησα ένα μπατόν που κόντυνα κατ' εκτίμηση στο μήκος ενός μέτρου), και βγήκα έχοντας την εντύπωση ότι δεν είχα κάνει πάνω από δέκα λεπτά. Έκπληκτος βρήκα τον Χ. πολύ ανήσυχο, επειδή σύμφωνα με την αίσθησή του είχα αργήσει τόσο που άρχισε ν' αναρωτιέται αν θα έβγαινα ποτέ. Ο καθένας κράτησε την εκδοχή του, γιατί παρότι είχε ρολόι δεν μπορέσαμε να συμφωνήσουμε ούτε για το τι ώρα ήταν όταν μπήκα.

   

Αριστερά, η είσοδος του ορυχείου. Στη μέση, η στοά. Δεξιά, η μικρή πλατεία όπου ξεκινούν διακλαδώσεις.

(Για περισσότερες φωτο, κ.λπ., εδώ: http://spilaiologia.blogspot.gr/2013/03/blog-post.html

κι εδώ: http://urbanspeleology.blogspot.gr/2013/03/blog-post_16.html#more

Επίσης, Ορεσίβιου, Πεντέλη - Από την ανάδυση της Αιγαίας γης έως τους ρωμαϊκούς χρόνους, σ. 289-292, βιβλίο που βρίσκεται εδώ)

Με την ευκαιρία, αυτό το ορυχείο (όπως κι ένα πολύ μικρότερο λίγο πιο πάνω) ίσως σχετίζεται με αυτή την είδηση:

 

«Σίδηρος μεμιγμένος με άλλα ορυκτά ευρέθη εις το Λαύριον και πλησίον των Αθηνών εις το Πεντελικόν». (Αθηνά, αρ. φύλ. 290, 13.11.1835 : 1061-1064, βλ. εδώ)

 

► Αυτό που άκουγα και δεν το πίστευα, ότι δηλαδή όταν τα σκυλιά κυνηγούν αλεπού αυτή κάνει κύκλους και κάποια στιγμή βγαίνει με ένα πήδημα από την "τροχιά" της αφήνοντάς τα να γυρίζουν άσκοπα, το είδα στις 10/4/00. Τα σκυλιά που είχα μαζί μου εντόπισαν αλεπού και ξεχύθηκαν στο κατόπι της. Στάθηκα στον αρχαίο δρόμο, λίγο πριν από την παλιά πύλη της περίφραξης της Σπηλιάς, και την είδα να φέρνει βόλτα ένα λοφίσκο λατύπης στην απέναντι πλαγιά. Ύστερα από 3-4 γύρους έφυγε προς ένα σημείο που την κάλυπτε το έδαφος, ενώ τα σκυλιά συνέχισαν να ακολουθούν τη μυρωδιά της, που φυσικά ήταν ισχυρότερη εκεί όπου η αλεπού είχε περάσει επανειλημμένα!

 

► Πόσες πιθανότητες έχεις να συγκρουστείς με λαγό; Κι όμως, συνέβη και αυτό. Στις 21/4/02 είχα μαζί 5 σκυλιά. Κάποια στιγμή προηγήθηκαν και "πέταξαν" λαγό έξω από την παλιά πύλη της περίφραξης. Αυτός πήρε τον αρχαίο δρόμο και κατηφόρισε προς το μέρος μου. Παρότι στάθηκα ακίνητος, για να τον βοηθήσω να περάσει αριστερά ή δεξιά, εκείνος μπερδεύτηκε κι έπεσε πάση δυνάμει στα πόδια μου αφήνοντας τούφες μαλλί στο παντελόνι μου, για να συνεχίσει παραζαλισμένος. Η σκηνή ήταν λες κι ήταν παρμένη από καρτούν! Τελικά ξέφυγε, και μάλιστα το μεσημέρι που επιστρέφαμε τον κυνήγησαν πάλι.

Πολλοί που άκουσαν τη διήγηση απογοητεύτηκαν από μένα, αφού δεν άρπαξα το λαγό για στιφάδο. Όμως κάτι τέτοιο ήταν άτοπο, αφού δεν ήμουν εκεί για να κυνηγήσω (αλλά ακόμη και να τον σκεφτόμουν ως μεζέ, σίγουρα θα το έκανα όταν θα ήταν πολύ αργά).[19]

 

► Το 2002 έτυχε να δω χωματουργικές εργασίες που μόλις είχαν ξεκινήσει σε απομονωμένη περιοχή ανατολικά των λατομείων Διονύσου. Το σημείο ήταν ανάμεσα στη Σκάρπα και στο Αγριλίκι, πριν από τον 'Αγιο Γεώργιο Βρανά, εντελώς δυσθεώρητο από μακριά εκτός κι αν βρισκόσουν στη βόρεια πλευρά της Πεντέλης. Ο "υποψιασμένος" θα έβρισκε μια χαρακτηριστική περίπτωση όπου «κάποιοι κάτι ήθελαν να κρύψουν». Οι εργασίες προχώρησαν χωρίς ν' αντιληφθώ κάποια αναφορά οπουδήποτε. Ο "ψαγμένος" θα κάγχαζε με νόημα, αντιλαμβανόμενος το πέπλο μυστικότητας. Ευτυχώς (ή δυστυχώς, όπως το πάρει κανείς), κανείς "ερευνητής" αυτής της κατηγορίας δεν πήρε χαμπάρι τα έργα, αλλιώς θα είχαμε "αποκαλυπτικές" τηλεοπτικές εκπομπές και ορδές περίεργων επιτόπου. Ομολογώ πως δεν ενδιαφέρθηκα ιδιαίτερα να μάθω τι κατασκεύαζαν. Περιορίστηκα να ρίχνω μια ματιά κατά καιρούς. Κάποια στιγμή παρατηρώντας με το κιάλι τη στεγανοποίηση που έκαναν στην παρειά ενός αναχώματος, φοβήθηκα μήπως φτιάχνουν στα μουλωχτά κανένα Χ.Υ.Τ.Α. (χώρο υγειονομικής ταφής απορριμμάτων), εφόσον έχουμε τη δεδομένη αντίδραση των κατοίκων κάθε περιοχής που έχει προταθεί ως κατάλληλη. Σύντομα όμως φάνηκε ότι κατασκεύαζαν φράγμα.

Δεν ξέρω πότε θα μαθευόταν η ύπαρξή του, όμως η ευκαιρία δόθηκε τον Νοέμβριο 2005, όταν μετά τις διαρκείς βροχές έγιναν πλημμύρες στον Μαραθώνα και οι κατασκευαστές του «Φράγματος της Ραπεντόσας» κατηγορήθηκαν ότι το έργο δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, δηλαδή να κάνει ανάσχεση των νερών του χειμάρρου και να τα διοχετεύσει από εκεί και κάτω με ελεγχόμενη ροή.

 

Αριστερά, το φράγμα εκ του σύνεγγυς. Δεξιά, εκ των άνω (Google Earth).

► Στις 15/12/02 βρισκόμαστε με τη Μ.Μ. έξω από τα καλύβια του τριβείου Περράκη. Ήταν μεσημέρι και κατεβαίναμε το βουνό. Φυσούσε παγωμένος άνεμος και από εκεί και πάνω υπήρχε πυκνή ομίχλη. Τότε ακούσαμε γάβγισμα σκύλου που δήλωνε ότι βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Για την ακρίβεια, έγραψα στις σημειώσεις μου πως ακούσαμε «γάβγισμα παγιδευμένου σκύλου».[20] Λόγω των συνθηκών δεν μπορούσαμε να εντοπίσουμε ούτε καν την κατεύθυνση από την οποία ερχόταν. Έτσι, καθώς ήμαστε ήδη ξεπαγιασμένοι, φύγαμε.

Στις 19/12 έβρεχε, ο άνεμος είχε φτάσει τα 8 μποφόρ και η ομίχλη βρισκόταν στο ύψος της Σπηλιάς. Έφτασα μέχρι εκεί και μετά υποχώρησα στο καλύβι Μοσχού όπου άναψα φωτιά, αλλά ο καιρός δε βελτιωνόταν. Εννοείται πως είχα κιόλας ξεχάσει το γάβγισμα της περασμένης φοράς. Στις 23/12 είχε χιονίσει (από τη Σπηλιά και πάνω έβαλα γκέτες), ο άνεμος είχε κοπάσει και ομίχλη υπήρχε μόνο στα ψηλά. Αποφάσισα να πάω στη βορινή πλευρά του βουνού. Παίρνοντας λοιπόν το δρόμο που ανεβαίνει από τα καλύβια του τριβείου Περράκη, άκουσα γάβγισμα και είδα μαύρο σκύλο με κολάρο σε πατάρι του τοιχώματος στο πρώτο νταμάρι αριστερά! Δηλαδή, ακόμη κι αν στις 15/12 ήταν η πρώτη μέρα που παγιδεύτηκε εκεί, είχε περάσει σε ένα τετραγωνικό μέτρο εκτεθειμένος στις καιρικές συνθήκες που περιέγραψα 8 ημέρες!

Έχοντας βγάλει κι άλλους σκύλους από παρόμοιες θέσεις [21] (τις πιο πολλές φορές η δυσκολία βρισκόταν μόνο στο μυαλό τους), πήγα από πάνω του. Διαπίστωσα πως η πρόσβαση ήταν δύσκολη και χρειαζόμουν σκοινί. Έφυγα, ολοκλήρωσα τη διαδρομή μου και το μεσημέρι ξαναπέρασα από εκεί. Τον είδα κουλουριασμένο, να με κοιτάζει σιωπηλός. Αφού ανέλπιστα τον είχα εντοπίσει, σκέφτηκα πως αν δεν έκανα κάτι εγώ δεν έμελλε πια να φύγει από εκεί ζωντανός. Έτσι, πίεσα τον εαυτό μου και απευθύνθηκα στα γραφεία του σπαπ στην πλατεία της Ν. Πεντέλης. Φυσικά, δε ζήτησα να με βοηθήσουν άμεσα. Ρώτησα μόνο αν γνωρίζουν κάποιους φιλόζωους της περιοχής για να με πάνε πίσω προτού νυχτώσει, αφού πρώτα βρούμε κι ένα σκοινί. Να αναφέρω πως πηγαίνοντας στη Ν. Πεντέλη συνάντησα περιπολικό και τους έκανα την ίδια ερώτηση. Απάντηση (το πασίγνωστο αστυνομικό δαιμόνιο, βλέπετε): «Εσύ, τον άφησες εκεί;»

Η κοπέλα λοιπόν που ήταν στον σπαπ δεν ήξερε κανένα φιλόζωο, αλλά προθυμοποιήθηκε να με βοηθήσει. Πήρε κατά σειρά τηλέφωνα: στο κλιμάκιο της Παλαιάς Πεντέλης αλλά δεν είχαν διαθέσιμο οδηγό. (Εκεί που ήμαστε, είχαν οδηγό αλλά δεν υπήρχε κατάλληλο αυτοκίνητο). Στην Πυροσβεστική, όπου βρήκαν το εγχείρημα δύσκολο («μπορεί να σε δαγκώσει», κ.λπ.) και συμβούλεψαν να πάρουμε τη Φιλοζωική (δε θυμάμαι τώρα που ήταν τα γραφεία, όμως ήταν τόσο μακριά που δε θα προλαβαίναμε τη νύχτα). Τελευταία, πήρε το Δασαρχείο Πεντέλης. Δεν είπε τι ακριβώς της απάντησαν, πάντως από τα συμφραζόμενα ήταν σίγουρο ότι τουλάχιστον χλεύασαν το αίτημα. (Ήδη ένας άλλος του σπαπ που βαριόταν τη ζωή του, είχε σχολιάσει απευθυνόμενος σ' εμένα: «Μας περισσεύουν σκυλιά. 'Ασ' το να...»

Έφυγα άπρακτος και θυμωμένος με τον εαυτό μου για το ατόπημά μου. Το επόμενο πρωί πήρα υλικά και μ' ένα ταξί πήγα μέχρι το χωματόδρομο της Σπηλιάς. Σε 10 λεπτά έφτασα εκεί όπου ήταν ο σκύλος αλλά −όπως γίνεται συνήθως σ' αυτές τις περιπτώσεις− είχε γίνει άφαντος! Μια που είχα τα αναγκαία κατέβηκα στο πατάρι. Είδα ότι σ' ένα κεκλιμένο επίπεδο, από το οποίο είχε προφανώς κατέβει αρχικά, υπήρχαν αμέτρητα ίχνη από τα νύχια του, σημάδια από τις απόπειρες που έκανε για να φύγει. Στη ρίζα του γκρεμού υπήρχαν πεσμένα ξερά πεύκα και μεγάλοι βράχοι με διάκενα ανάμεσά τους. Υπήρχαν και νησίδες σωριασμένου χιονιού, οπότε ήταν αδύνατον να συμπεράνω αν έπεσε ή μυστηριωδώς ύστερα από τόσες μέρες βρήκε τη δύναμη να σωθεί. Το ζήτημα δε λύθηκε ούτε αργότερα, όταν ξαναπήγα αφού έλιωσαν τα χιόνια, γιατί έγινε εντωμεταξύ κατολίσθηση που σκέπασε το σημείο που ήθελα να ψάξω.

Πέρα από τη διήγηση του περιστατικού ως ιστορία για να περάσει η ώρα, θέλω να καταλήξω στο ότι η από μέρους μου ασυνήθιστη συμπεριφορά (να υποδυθώ τον "ψωνισμένο" φιλόζωο και να εμπλακώ με υπηρεσίες για τις οποίες δεν τρέφω τα καλύτερα αισθήματα [22]) είχε αποτέλεσμα να αλλάξω εγώ ο ίδιος, χωρίς βέβαια να αντιληφθώ τίποτε. Έτσι, πήρα στις 25/12 μία σκληρή απόφαση που αφορούσε την προσωπική μου ζωή. Ευτυχώς, ύστερα από 3 ημέρες ήρθα στα συγκαλά μου και ακύρωσα την απόφαση, αφού ήταν φανερό πως δεν την είχα πάρει εγώ. Ακόμη δηλαδή και να ήταν ορθή, τι αξία είχε; Όποτε λοιπόν κάνουμε καινούργια πράγματα, εκτός ρουτίνας, λίγο-πολύ ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μεταβάλλεται. Επόμενο είναι να έχουμε πρωτόγνωρες σκέψεις, αισθήματα και αντιδράσεις για τις οποίες αργότερα θα απορούμε − έχοντας επιστρέψει πλέον στα οικεία που με την επίδρασή τους μας επαναφέρουν.

 

► Στις 26/2/03, ύστερα από πολλές ημέρες χιονοπτώσεων, ανηφόρισα προς το διάσελο πάνω από τα αρχαία λατομεία. Το ελάχιστο ύψος του χιονιού, ακόμη και σε σημεία εκτεθειμένα στον άνεμο όπου συνήθως δεν το στρώνει καν, ξεπερνούσε το 1 μέτρο (έπειτα από πέντε ημέρες, χωρίς νέο χιόνι, μέτρησα  4 μέτρα ύψος σε ανεμοσούρι στα Ελληνικά Μάρμαρα Α.Ε.). Είχε καλυφθεί κάθε διακριτικό σημείο του εδάφους, και μέσα στην ασπρίλα (υπήρχε και ομίχλη) δεν έβλεπα τα κοιλώματα ή τα εξάρματα παρά μόνον όταν έπεφτα μέσα ή σκόνταφτα πάνω τους. Έτσι, προτίμησα να οπισθοχωρήσω λίγες δεκάδες μέτρα πριν από το διάσελο, αφού ήξερα πως ήμουν πολύ κοντά σε ένα σπηλαιοβάραθρο, και χωρίς να μπορώ να εντοπίσω τη θέση του το τελευταίο που ήθελα ήταν να πέσω μέσα του. Σε ένα σημείο που είχαν εξαφανιστεί όλοι οι νταμαρόδρομοι και η πλαγιά είχε γίνει ενιαία και ομοιόμορφη, στάθηκα εμβρόντητος αντικρίζοντας βυθισμένο στο χιόνι μέχρι την κοιλιά ένα ελάφι! Καθώς αλληλοκοιταζόμαστε ακίνητοι, μάταια προσπαθούσα να βρω μια λογική εξήγηση για την παρουσία του στην Πεντέλη. Πάνω που είχα αρχίσει να καταλήγω πως ήταν πλάσμα άλλου κόσμου, εκείνο αποφάσισε να απομακρυνθεί. Η κίνησή του διόρθωσε τα πράγματα (και την προοπτική): δεν ήταν μεγαλόσωμο ελάφι στα 50 μέτρα αλλά θρεμμένος λαγός στα 10 μέτρα! Η απουσία κάθε συγκριτικού μεγέθους οδήγησε τον εγκέφαλό μου να επιλέξει την εικόνα που έκρινε ως πιθανότερη, με αποτέλεσμα να βλέπω μέχρι και τα αυτιά του λαγού ως κέρατα ελαφιού.

Είτε το θέλουμε είτε όχι, είτε το πιστεύουμε είτε όχι, αυτός είναι ο κανόνας βάσει του οποίου αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο γύρω μας. Η εξαίρεση στο περιστατικό με το λαγό δεν ήταν η απατηλή εικόνα αλλά η ευκαιρία που είχα να το διαπιστώσω. Πριν, λοιπόν, αναφέρουμε κάτι περίεργο που είδαμε, ας λαμβάνουμε υπόψη τους έμφυτους (ή και διδαγμένους) περιορισμούς μας.

 

► Πολλοί επισκέπτες της Σπηλιάς κυριολεκτικά δεν ξέρουν πού βρίσκονται. Φαντάζονται πως είναι κάπου πολύ μακριά από οπουδήποτε και πως είναι εξαιρετικά απίθανο να συναντήσουν ψυχή. Όπως στις 7/11/03, μια ηλιόλουστη μέρα, στις δώδεκα το μεσημέρι, ένα ζευγάρι σκέφτηκε να συνευρεθεί (εκείνη μέσα στο αυτοκίνητο κι εκείνος απέξω, από την ανοιχτή πόρτα). Πού ήταν το αυτοκίνητο; Στο πλάτωμα, εκεί που παρκάρουν πολλοί, πριν ανηφορίσουν το χωματόδρομο προς Σπηλιά. Φυσικά, όσο γρήγοροι και να ήταν, δεν πρόλαβαν να σηκώσουν τα βρακιά τους πριν εμφανιστεί το αυτοκίνητο των επόμενων επισκεπτών.

Κι όμως! Κάποτε ο χώρος προσφερόταν και για τέτοιες δραστηριότητες. Τον Μάιο 1984 έτυχε να αλλάξω πρόσκαιρα το πρόγραμμά μου και να βάλω την Πέμπτη ως ημέρα τακτικής επίσκεψης. Έτσι, επί τρία συνεχόμενα απογεύματα Πέμπτης (17, 24 και 31/5) περίμενα δοκιμάζοντας την υπομονή μου να τελειώσουν οι πολύωρες περιπτύξεις και άλλες δραστηριότητες ενός ζεύγους, ώστε να τριγυρίσω ανενόχλητος στη Σπηλιά. Έρχονταν με ένα Fiat 127 και... εμπνέονταν στο σύδεντρο πάνω στο γήλοφο της αρχαίας λατύπης στη ΝΔ γωνία του λατομείου, δηλαδή απ' την άλλη πλευρά του δρόμου στο ύψος του "πηγαδιού". Σε καμία περίπτωση δεν τους ενόχλησε κανείς. Η αναίδειά τους ήταν τέτοια που είχαν αναγράψει μέσα στο παλαιό πράσινο καλύβι (έτσι ακριβώς, με τα συγκεκριμένα γράμματα να λείπουν): «Μπουρδέλο → καλός γαμηστ...ς». (Εικάζω πως ο πρώτος όρος αναφερόταν μεταφορικά στα αποτυχημένα έργα).

Όταν το κακό τρίτωσε, και πείστηκα πως η τακτικότητά τους δεν ήταν συμπτωματική, αγανακτισμένος αποφάσισα να τους αφήσω ενημερωτικό σημείωμα. Για να μην έχουν αμφιβολίες, συμπεριέλαβα κάποια χαρακτηριστική λεπτομέρεια, που μόνο ένας αυτόπτης μπορούσε να ξέρει (σε αυτό με βοήθησαν τα κιάλια που την τρίτη φορά είχα μαζί μου για να δω τον αριθμό του αυτοκινήτου − αν το πιστεύετε, βέβαια). Μάλιστα, επειδή δίπλωσαν το χαρτί και το πλάκωσαν με μία πέτρα, αργότερα είχα την ευκαιρία να προσθέσω κάτι. Δεν ξέρω αν και πόσο τους επηρέασε η γνώση ότι κάποιος τους παρακολουθούσε, πάντως δεν τους είδα πάλι. Το σίγουρο είναι ότι ξαναβρέθηκαν εκεί μερικές φορές ακόμη (το μαρτυρούσαν τα νέα σχετικά ίχνη), αλλά όχι τη συνηθισμένη ώρα της Πέμπτης, αφού συνέχισα να πηγαίνω την ημέρα αυτή μέχρι τις αρχές Ιουλίου.

 

► Στις 14/12/03 φυσούσε άνεμος 6-7 μποφόρ και ομίχλη κάλυπτε το βουνό από χαμηλά. Με τη Μ.Μ. κατευθυνθήκαμε δυτικά της Σπηλιάς. Φτάνοντας στο χείλος του λατομείου Παινέση (λ39 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ) σταθήκαμε λίγο. Τότε μέσα από το βουητό του ανέμου ακούσαμε ένα καινούργιο ήχο που δυνάμωνε. Πριν προλάβουμε να καταλάβουμε τι ήταν, η περιοχή μπροστά μας καλύφθηκε από ψαρόνια που προσγειώθηκαν προς στιγμή για να τσιμπολογήσουν. Όταν τα πουλιά σηκώθηκαν διαπιστώσαμε ότι δεν ήταν παρά η εμπροσθοφυλακή ενός τεράστιου κοπαδιού. Μείναμε ακίνητοι αρκετή ώρα και βλέπαμε να εμφανίζεται από την ομίχλη και να παρελαύνει μπροστά μας (στα 5 μέτρα) ένας πραγματικός ποταμός από ψαρόνια, που ανηφόριζαν τη μικρή ρεματιά πετώντας μόλις πάνω από το έδαφος και χάνονταν πάλι στο σύννεφο.

 

► Έχουμε πει για τον Π.Μ. και για την επιβίωσή του από τη φοβερή του πτώση (βλ. κεφ. Λατόμοι και Αστυνόμοι). Είναι γνωστή η ρήση «Όποιου του μέλλει να πνιγεί, ποτέ του δεν πεθαίνει». Κάτι ανάλογο ένιωσα στις 8/6/04, όταν κατεβαίνοντας τις συγκολλημένες πέτρες πίσω από το ιερό του Αγίου Νικολάου γλίστρησα κι έπεσα με το κεφάλι μπροστά.

Αυτή την εικόνα αντίκρισα ιπτάμενος.

Καθώς για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου αιωρήθηκα πάνω από τις τσιμεντένιες βαθμίδες, σκέφτηκα ότι "την πάτησα". Τώρα, πώς έγινε και βρέθηκα όρθιος και αβλαβής στο μεθεπόμενο σκαλοπάτι, έχοντας κάνει και στροφή 180 μοιρών κατά το διαμήκη άξονα, δεν έχω την παραμικρή ιδέα.

Βέβαια, ο πραγματικά ευφάνταστος και πολύ αξιόλογος Philip K. Dick θα πρότεινε ότι τσακίστηκα (ή το 1979 με βρήκε η πέτρα στο κεφάλι ή το 1982 με χτύπησε ο κεραυνός), έχω πεθάνει δηλαδή, και "ζω" κάτι αλά Ubik!

 

► Δεν είναι σπάνιο το θέαμα να υπερίπταται της Πεντέλης κάποιο ελικόπτερο είτε της αστυνομίας είτε τηλεοπτικού σταθμού, κ.λπ. Όμως, είναι αξιοσημείωτο αν περάσει 30 μέτρα δίπλα σου και προσγειωθεί μάλιστα εκεί κοντά. Αυτό έγινε στις 18/11/04, και κατέβηκαν στη σαβούρα του Σακέλλη. Φυσικά, δε με είδαν, και μη με ρωτήσετε τι έκαναν. Ίσως, κάποιος είχε επείγουσα φυσική ανάγκη· ποιος ξέρει;

 

► Στις 24/3/05 συνάντησα στη Σπηλιά τον Γ.Κ.Κ., κάποιον που σε αντίθεση με άλλους βλεπόμαστε αρκετά συχνά, επειδή ταιριάζουν οι μέρες και οι ώρες μας. Μου είπε για κάτι που του είχε κάνει εντύπωση πριν από λίγες ημέρες. Πλησιάζοντας για να κοιτάξει καλύτερα τα ανάγλυφα στο ιερό του Αγίου Σπυρίδωνα, μύρισε ελαφρό άρωμα. Εντόπισε ως πηγή του ένα σημείο του βράχου στα αριστερά του. Πήγαμε να μου το δείξει και, πράγματι, μύριζε ακόμη. Πριν όμως αρχίσω να βλέπω βάσιμη την υπόνοια πως έχουμε να κάνουμε με περίπτωση μυροβλύτη βράχου, άρχισα να ψάχνω τριγύρω. Πάτησα, λοιπόν, στο πεζούλι και βρήκα πως είχαν κάψει αρωματικό στικ μέσα στην κρεμασμένη καντήλα. Προφανώς, κάποιο ρεύμα αέρα έπαιρνε από εκεί τα ίχνη της μυρουδιάς και τα οδηγούσε προς το τοίχωμα. Βέβαια, η ανακάλυψη δημιούργησε στον Γ. νέα ερωτήματα: ποιος και γιατί το έκανε;

Δεν μπορώ να πω ότι το ζήτημα με απασχόλησε ιδιαίτερα, όμως στις 22/2/06 έμαθα τις απαντήσεις. Κι αυτό, επειδή πήγα στη Σπηλιά μαζί (κατόπιν τηλεφωνικού ραντεβού) με τον άγνωστο που, όπως είχα διαπιστώσει στο μεταξύ, συνέχιζε να καίει στικ στην εκκλησία. Εννοείται ότι δεν ήξερα τίποτε για τη δραστηριότητά του, όμως αυτός εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία της επίσκεψής μας για ν' ανάψει κεράκια ρεσό και στικ, κι έτσι έμαθα το λόγο: μετά την αναστύλωση των ναϋδρίων, που ναι μεν συντήρησε το μνημείο, όμως του έδωσε και μια όψη νεόδμητου ναού, αποφάσισε να ανάβει καντήλια και λιβάνι, όχι επειδή είναι χριστιανός, αλλά για την εν γένει ιερότητα του χώρου. Σύντομα όμως διαπίστωσε ότι τα ποντίκια έπαιρναν τις καντηλήθρες για να φάνε τους φελλούς. (Όχι πριν περάσει από το στάδιο της υποψίας για κλοπή από ανθρώπινο χέρι, που θα ήταν και το τελικό συμπέρασμα αν δε συνέχιζε να πηγαίνει συχνά επί μεγάλο χρονικό διάστημα).

(βλ. jonniebegood 5/12/04

http://www.esoterica.gr/forumS/topic.asp?whichpage=6&ARCHIVEVIEW=&TOPIC_ID=3522)

Απηυδισμένος κατέφυγε στην ενδιάμεση λύση μεταξύ καντηλιού και κεριού, δηλαδή στα ρεσό. Από εκεί δεν ήθελε και πολύ να τροποποιήσει και τη διαδικασία του λιβανιού, για να γλιτώσει από τα κλασικά καρβουνάκια, έτσι σκέφτηκε τα στικ.

Πόσα λοιπόν ακόμη ίχνη δραστηριοτήτων που έχουν στηρίξει πολλές θεωρίες δεν έχουν καμιά ιδιαίτερη σπουδαιότητα;

 

► Ποτέ δε φόρεσα ρολόι στο χέρι, γιατί μ' ενοχλεί. Εντός της πόλης δε μου είναι απαραίτητο· μόνον όταν πηγαίνω στην Πεντέλη βάζω ένα στο σακίδιο ή στο σακβουαγιάζ. Σπάνια το συμβουλεύομαι, όπως όταν θέλω απόλυτη ακρίβεια (π.χ. για να προλάβω το λεωφορείο), και τούτο επειδή έχω πολύ καλά ανεπτυγμένη την αίσθηση του ωρολογιακού χρόνου: με περιθώριο λάθους συν ή πλην 5 λεπτά, ξέρω τι ώρα είναι. Φανταστείτε την έκπληξή μου στις 27/6/05, όταν στις 8:00 κατά το εσωτερικό μου ρολόι, η ώρα ήταν 8:45! Και τούτο, όταν είχα κοιτάξει το ρολόι μόλις στις 6:30. Δηλαδή σε 2 ώρες και 15΄ είχα "χάσει" 45΄!

Κάθισα επιτόπου και ανέτρεξα με κάθε λεπτομέρεια στις κινήσεις μου. Όλες ήταν στα καθιερωμένα σημεία, όλες οι αποστάσεις χρονομετρημένες. Όσο και να πρόσθετα το χρόνο που είχα σταθεί εδώ κι εκεί, συν το εύρος του πιθανού λάθους, πάλι μου έλειπε τουλάχιστον μισή ώρα. Το αίσθημα που προκλήθηκε ήταν ισχυρό, και ήμουν επηρεασμένος ανάλογα. Θυμήθηκα πλήθος περιστατικών από τη βιβλιογραφία και η φαντασία μου κάλπαζε. Τότε, σκέφτηκα μήπως ήμουν ήδη "μετακινημένος", πριν δηλαδή αντιληφθώ το χρονικό κενό, κι αν ήμουν, πώς μπορούσα να το δικαιολογήσω; Δε χρειάστηκε να ψάξω πολύ: δεν είχαν ακόμη συμπληρωθεί 24 ώρες από την αναγκαστική μετακόμισή μου σε ένα σπίτι που δεν ήθελα να πάω! Μπορεί λοιπόν να βρισκόμουν στον οικείο μου χώρο της Πεντέλης, όμως είχα ξεκινήσει από ένα άγνωστο σπίτι και είχα ακολουθήσει διαφορετική διαδρομή προς το βουνό. Και ιδού το αποτέλεσμα![23]

 

► Στις 30/8/05 μεσημέριασα στο λατομείο που βρίσκεται ανατολικά της κορυφής, ακριβώς κάτω από αυτή. Ο βόρειος άνεμος σ' αυτό το εκτεθειμένο σημείο φυσούσε χωρίς διακοπή και ξεπερνούσε τα 8 μποφόρ. Έτσι, για ν' απαγκιάσω και να φάω μπήκα σ' ένα παρατημένο φορτηγό. Κι εκεί όμως δεν ησύχασα, γιατί κατά διαστήματα έρχονταν μερικές ισχυρότερες ριπές και το φορτηγό κουνιόταν τόσο βίαια που νόμιζα πως ήμουν σε φουρτούνα!

Θυμήθηκα ότι το 1996 είχα ξανακαθίσει εκεί, και μάλιστα, επειδή το κάθισμα είχε υποστεί κι αυτό τους απαραίτητους βανδαλισμούς, είχα βάλει πάνω του μια επίπεδη πέτρα. Είδα τώρα ότι κάποιος την είχε πετάξει απέξω και την ξανάβαλα. Αλλά κι αυτό είχα την αόριστη εντύπωση πως είχε ξανασυμβεί. Έψαξα το αρχείο μου, και πράγματι είχε ξανασυμβεί στις 29/8/02. Δηλαδή πριν από 3 χρόνια και μία ημέρα. Αν δεν είχα σημειώσει το περιστατικό θα έμενα μόνο με το αίσθημα του déjà vu.

Σιγά-σιγά διαπίστωσα πως η σύμπτωση δεν ήταν μοναδική. Καταχωρίζοντας τις πεντελικές φωτογραφίες μου κατά θέματα (μέχρι στιγμής 15 φάκελοι, 150 υποφάκελοι Α΄, 67 υποφάκελοι Β΄, 6 υποφάκελοι Γ΄, και μέσα σε κάθε υποφάκελο άλλη ταξινόμηση για ευχερή πλοήγηση), παρατηρώ συχνά το εξής φαινόμενο: να επαναλαμβάνω φωτογραφίες (επειδή στο μεταξύ έχω ξεχάσει πως ήδη έχουν τραβηχτεί), κι όταν τις πηγαίνω στον αρμόδιο υποφάκελο να το διαπιστώνω. Ως εδώ τίποτε το περίεργο (όταν έχεις να κάνεις με αρκετές χιλιάδες φωτογραφίες). Όμως, όλες οι επαναλήψεις έχουν τραβηχτεί ακριβώς ένα χρόνο έπειτα από την αρχική! (εννοείται, συνήθως με 24 ώρες υστέρηση, αφού κατά κανόνα πηγαίνω τις ίδιες μέρες της εβδομάδας).

Παράδειγμα: Δευτέρα 31/7/06 μια ακρίδα. Δευτέρα 30/7/07 μια όμοια ακρίδα στο ίδιο σημείο! (λιγότερο από 1 μέτρο διαφορά).

Και δεν πρόκειται μόνο για έντομα ή φυτά, που μπορεί να παρατηρούνται μόνο κάποιες ημέρες το χρόνο. Το ίδιο συμβαίνει και με σταθερά θέματα, οπότε προφανώς εδώ το έναυσμα δίνεται από τη γωνία του ήλιου.

Παράδειγμα: Πέμπτη 20/7/06 την πέτρα με τις (νεότερες) εκπαιδευτικές σφηνιές δίπλα στο βαυαρικό χάλασμα. Πέμπτη 19/7/07 την ίδια πέτρα.

Επ' ευκαιρία, να πούμε πως η έδρα με τις σφηνιές αποκαλύφθηκε κατά τη διαμόρφωση του χώρου για το εργοτάξιο του 1990. Αργότερα, κάποιοι τη γύρισαν, μάλλον για να φαίνεται καλύτερα.

Ή μήπως όλα αυτά είναι εκλογικεύσεις και το φαινόμενο οφείλεται αλλού;

Οπωσδήποτε, αυτές οι συμπτώσεις μού προκάλεσαν ιδιαίτερο αίσθημα. Μου θύμισαν το μυθιστόρημα του Πήτερ Ουσπένσι Η παράξενη ζωή του Ιβάν Οσοκίν και τις θεωρίες Νίτσε και λοιπών περί αιώνιας ανακύκλησης.

 

► Ως γνωστόν, όλα τα πράγματα έχουν την πρώτη τους φορά. Έτσι, στις 26/9/05 (ύστερα από 27 χρόνια, 7 μήνες, 20 ημέρες − και 2136 επισκέψεις) το περιπολικό 23495 σταμάτησε τη στιγμή που ετοιμαζόμουν να φωτογραφίσω την είσοδο του σπηλαιοβάραθρου που ο Θ. Ξανθόπουλος (Πάνειος) έχει ονοματίσει «Ομορφοσπηλιά»,[24] και ύστερα από μικρή ανάκριση έγραψαν τα στοιχεία μου στο βιβλίο τους («Δεν ξέρεις ότι απαγορεύεται;»).

Το περιστατικό δεν είναι άσχετο από τη γενική κατάσταση που επικρατεί από το καλοκαίρι του 2004.

(βλ. και https://www.iranon.gr/PENTELI/Events/events7.htm#march 2006)

Ένστολοι αστυνομικοί και αγνώστου ταυτότητος πολίτες απαγορεύουν περιστασιακά την προσέγγιση στην κορυφή της Πεντέλης και γίνονται εκνευριστικοί με ανόητες ερωτήσεις του τύπου: «Τι ήρθες να κάνεις εδώ;» Υπάρχει περίπτωση ν' απαντήσει κάποιος «ήρθα να κάψω το βουνό» ή «πάω να κάνω ζημιές στις κεραίες»; Επομένως, σκοπός είναι να μην έχεις όρεξη να ξαναπάς εκεί. Δεν υπονοώ νέο μυστήριο· προφανώς, εκτός από τους ιδιώτες, έχουν εκεί τις εγκαταστάσεις τους και κάποιες "ευαίσθητες" υπηρεσίες και το τελευταίο που θέλουν είναι οι βανδαλισμοί. Κατανοητό. Αυτό που θα ήταν πραγματικά λυπηρό είναι το ενδεχόμενο η παρεμπόδιση να έχει πάλι σχέση με τις νέες παράνομες λατομικές δραστηριότητες, ειδικά στο λατομείο των Ελληνικών Μαρμάρων, γιατί από την κορυφή η θέα είναι απρόσκοπτη.

 

► Συχνά, μια εξωφρενική αναφορά μπορεί να είναι αληθινή και ακριβής, και μόνο με τα δικά μας μέτρα και σταθμά να ακούγεται απίστευτη. Αν, για παράδειγμα, μου έλεγε κάποιος για τους γλάρους στην Πεντέλη, μάλλον θα μου προκαλούσε γέλια. Θα γελούσαν και όσοι έχουν συνδέσει τους γλάρους με τα λιμάνια, τα πλοία και τις καλοκαιρινές τους διακοπές (ή, έστω, τις χωματερές). Όμως, πράγματι έρχονται κοπάδια γλάροι στην Πεντέλη. Τον πρώτο καιρό, επειδή τους έβλεπα να γυροφέρνουν την κορυφή υπέθετα ότι τους τραβούσαν τα σκουπίδια της εκεί βάσης. Όμως όταν αυτή έκλεισε, πρόσεξα πως εξακολούθησαν να έρχονται κατά κανόνα στα τέλη της άνοιξης ή στις αρχές του καλοκαιριού.

Στις 19/6/06 γύριζαν όλη τη μέρα από την κορυφή μέχρι τους πρόποδες σε αρκετό ύψος εκατοντάδες ασημόγλαροι. Δεν ξέρω μήπως μιμούνται τα χελιδόνια, αφού αυτά πετούν σε όσες περιοχές συγκεντρώνονται έντομα για να τα φάνε στον αέρα. Πάντως ταυτόχρονα με τους γλάρους ίπτανται και μεγάλοι αριθμοί ενός κολεόπτερου (Lagria hirta). Ίσως να είναι νόστιμος μεζές. Πρώτη φορά αναφέρω τους γλάρους στο αρχείο μου στις 17/5/88, ύστερα από δέκα ολόκληρα χρόνια επισκέψεων στην Πεντέλη. Μέχρι τότε δεν έρχονταν ή απλώς δεν τους πρόσεχα;

   

Αριστερά, γλάροι ψηλά. Στη μια ένθετη τα σκαθάρια εν πτήσει και στην άλλη κοντινό της πιθανής λιχουδιάς. Στη μέση, γλάροι χαμηλά στην περιοχή Σπηλιάς. Δεξιά, χελιδόνια.

 

► Αν δεν μπορούν να με πείσουν απόλυτα ακόμη και οι διηγήσεις των πλέον αξιόπιστων μαρτύρων, δεν οφείλεται σε εγγενή δυσπιστία αλλά στις δικές μου παρατηρήσεις πάνω στον εαυτό μου (τονίζω πως δεν είμαι απρόσβλητος σε όσα καταμαρτυρώ στους άλλους).

Στις 17/8/06 προσέγγισα συστάδα δέντρων για να φωτογραφίσω τους σπόρους που είχαν "δέσει". Κάτω από το φύλλωμα είδα συμπαγή παραλληλεπίπεδη κατασκευή από μαρμαρόπλακες εν είδει βωμού. Αμέσως θυμήθηκα πως, όταν είχα ξαναπάει εκεί για να πάρω ώριμους σπόρους, είχα δει το "βωμό". Απόρησα που στο μεταξύ η ανάμνησή του είχε σβήσει τελείως, ακόμη και όταν στις αρχές του 2005 είχα βρει πανομοιότυπη κατασκευή κοντά στη Σπηλιά.[25] Ανέτρεξα στο αρχείο μου και διαπίστωσα πως είχα μαζέψει τους σπόρους στις 25/9/03. Όμως, το ερώτημα γιατί είχα ξεχάσει τελείως το "βωμό" αντικαταστάθηκε από άλλο: την ημέρα εκείνη στην ενημέρωση του αρχείου δεν υπήρχε καμία αναφορά στο "βωμό"!

Τι να πιστέψω τώρα; Ότι για κάποιο λόγο λησμόνησα να γράψω την εύρεσή του, και δεν τον ξαναθυμήθηκα επί 3 χρόνια, ή η εντύπωση déjà vu ήταν απατηλή και ο βωμός είτε δεν υπήρχε το 2003 είτε δεν τον είχα δει; Ό,τι και να συνέβη, ένα είναι το βέβαιο: η εμπιστοσύνη στις αναμνήσεις μου χωρίς αδιάσειστα τεκμήρια πρέπει να είναι σχετική. Αντί ν' αφήσω τη φαντασία μου να καλπάσει, υποθέτω πως τέτοιες περιπτώσεις είναι πολύ συχνές σε όλους τους ανθρώπους, μόνο που οι περισσότεροι δεν έχουν τη δυνατότητα ή την ευκαιρία να τις αντιληφθούν.

 

► 1/6/07: πρόσεξα μια γερακίνα που επίμονα έκανε βόλτες πάνω από μια περιοχή, λίγο ψηλότερα από μένα. Ελπίζοντας να έρθει αρκετά κοντά για μια καλή φωτογραφία, κρύφτηκα πίσω από μια κλάρα πεύκου. Κάποια στιγμή, την είδα να στέκεται ακίνητη. Κατόπιν, μάζεψε τα φτερά της, κι όπως ήταν αρκετά μακριά έγινε ένα σκούρο σημάδι στο γαλάζιο του ουρανού. Ξαφνικά, είδα αυτό το σημάδι να μεγαλώνει. Μεγάλωνε τόσο γρήγορα που αθέλητα τινάχτηκα. Τότε, άπλωσε τις φτερούγες, έστριψε και −όπως θα υποθέσατε− δεν πρόλαβα να τη φωτογραφίσω.

Να η γερακίνα, λίγο αργότερα.

Προφανώς, νόμισε ότι κάτι ενδιαφέρον κρυβόταν στα κλαριά, κι έκανε εφόρμηση κατευθείαν σ' εμένα! Όταν κουνήθηκα, κατάλαβε το λάθος της και φρενάρισε. Η εξωπραγματική εντύπωση από τη μεγέθυνση μου θύμισε τις μαρτυρίες διαφόρων για το πώς εξαφανίστηκε κάποιο UFO: «Δεν απομακρύνθηκε· απλώς, μίκρυνε απίστευτα γοργά κι έσβησε». Οι μαρτυρίες αυτές έχουν δώσει λαβή σε διάφορες θεωρίες. Όμως, δεν είναι αποτέλεσμα παραίσθησης ίδιας με τη δική μου; Αν το γεράκι δε βούταγε κατά πάνω μου, θα είχα αντιληφθεί τη σχετική κίνηση. Ο εγκέφαλός μου ερμήνευσε διαφορετικά την κατάσταση: έβλεπα κάτι που στεκόταν ακίνητο μεσουρανώντας και μεγάλωνε σαν να το κοίταζα μέσα από φακό ζουμ.

 

► Στις 27/5/93 είπα επιτέλους να καταγράψω τις ορθογώνιες τρύπες εκατέρωθεν του αρχαίου δρόμου. Με τη βοήθεια της Μ.Μ., και χρησιμοποιώντας πυξίδα και αυτοσχέδια μετροταινία, αποτύπωσα σε χαρτί τις σχετικές τους θέσεις. Στο σημείο που το λιθόστρωτο έχει καταστραφεί από το λατομείο Πολυχρονίου (το λ3 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ), σταθήκαμε λίγο στο χείλος να χαζέψουμε μια αλεπού που ήρθε και ξάπλωσε πάνω σε μεγάλο όγκο μαρμάρου από κάτω μας. Τότε, δεχτήκαμε επίθεση από σμήνος κουνουπιών και απομακρυνθήκαμε βιαστικά (όμως, όχι προτού τσιμπήσουν τη Μ. 5 φορές). Μας έκανε εντύπωση η ώρα, γιατί δεν είχε ακόμη δύσει ο ήλιος, και δεν ξέραμε τι να υποθέσουμε.

Την επόμενη κιόλας φορά γνωριστήκαμε καλύτερα με τα περίεργα κουνούπια. Δεν ήταν μαύρα, όπως τα είχαμε πρωτοπεριγράψει: «τα κουνούπια έχουν κοιλιές με δακτυλίους και τα πόδια τους είναι δίχρωμα κατά διαστήματα» ήταν η ακριβής σημείωση. Έτσι, τα ονομάσαμε "ριγέ". Σύντομα, τα είδαμε και σε άλλες κοντινές περιοχές του βουνού, όπως και στη Σπηλιά. Διαπιστώσαμε πως ήταν μεγάλος μπελάς. Τσιμπούσαν νωρίς το πρωί και το απόγευμα, αλλά και όλη την ημέρα στις σκιερές περιοχές του δάσους. Το τσίμπημά τους δε γινόταν άμεσα αισθητό, αλλά επέφερε με καθυστέρηση πολλών ωρών δερματική αντίδραση με ευμεγέθεις βλατίδες, ενώ η φαγούρα κρατούσε βδομάδες. Τα ρούχα ελάχιστα προστάτευαν, αφού η μακριά τους προβοσκίδα επέτρεπε να τσιμπούν εύκολα και πάνω από μπλουτζίν! Πλεονέκτημά τους ήταν ο μεγάλος αριθμός και χαρακτηριστικό τους η επιμονή. Τα μειονεκτήματά τους ήταν ο δυνατός βόμβος και η στρωτή ράθυμη πτήση. Έτσι, γίνονταν αντιληπτά και ήταν ευάλωτα. Σημειώσεις όπως «20/5/96, σκότωσα 13, τσιμπήματα 7» ήταν συνηθισμένες. Το πρόβλημα μειώθηκε πάρα πολύ μετά τις πυρκαγιές του 1998 και του 2000. Αφανίστηκε το μεγαλύτερο μέρος του παλαιού δάσους και ο πληθυσμός των κουνουπιών σχεδόν μηδενίστηκε.

Εντωμεταξύ, έχοντας ειδοποιήσει και άλλους για πιθανή επέκταση των κουνουπιών, το 1995 ο Ι.Δ. εντόπισε τα ριγέ στην Ανθούσα. Χρειάστηκαν άλλα 3 χρόνια για να τα δω και στη βεράντα μου στην Αγία Παρασκευή στις 25/5/98.

Το 2000 ή λίγο αργότερα, άκουσα στις ειδήσεις ότι στην Ιταλία εμφανίστηκε ένα νέο για την Ευρώπη είδος κουνουπιών. Από τους εναλλάξ μαύρους και άσπρους δακτυλίους που έφεραν, τα ονόμασαν κουνούπια-τίγρεις (βλ. φωτογραφία). Αμέσως κατάλαβα ότι μιλούσαν για τα γνωστά μας ριγέ κουνούπια. Είπαν ότι μεταφέρθηκαν από τη νοτιοανατολική Ασία μέσα σε φορτία από μεταχειρισμένα λάστιχα αυτοκινήτων (φυσικά, κι εδώ βρήκαν πρόσφορες εστίες αναπαραγωγής στα χιλιάδες λάστιχα αυτοκινήτων που είναι πεταμένα στην Πεντέλη και κρατούν μέσα τους το βρόχινο νερό σχεδόν όλο το χρόνο). Όταν στη συνέχεια ανησυχούντες πολίτες τηλεφωνούσαν κι έλεγαν πως είδαν παράξενα κουνούπια, οι ειδικοί τούς καθησύχαζαν λέγοντας  ότι στην Ελλάδα τα κουνούπια-τίγρεις δεν έχουν αναφερθεί. Μόλις το 2006, με αφορμή συναγερμό στην Ευρώπη για τον αιμορραγικό πυρετό (Chikungunya), μάθαμε (επιτέλους!) ότι το ασιατικό κουνούπι έχει εντοπιστεί και στη χώρα μας. Όμως, πάλι απαιτήθηκαν άλλα 3 χρόνια για να φτάσουμε, από ό,τι φαίνεται, στο σημείο να γίνει μέρος της ελληνικής πραγματικότητας, τουλάχιστον για τις υπηρεσίες υγείας και τα μέσα ενημέρωσης (εκτός, αν ξεχαστεί εκ νέου, ύστερα από ανακοινώσεις του τύπου «ένα κουνούπι βρέθηκε, αλλά το εξοντώσαμε»). Π.χ. βλ. Βήμα Science, 29/3/09, σ. 3,  Ένας τίγρης στην πόλη μας, Θεοδώρα Τσώλη, και  δελτίο τύπου (23/3/09) όπου η Νομαρχία Αθηνών διευκρινίζει τις αρμοδιότητές της αναφορικά με τα προληπτικά μέτρα, μετά την ενημέρωση που έκανε στους Δήμους στις 19/3/09.

Αρχικά, δεν είχα σκοπό να συμπεριλάβω στο βιβλίο τα σχετικά με το ριγωτό αιμοπότη (aedes albopictus), όμως είναι ένα καλό παράδειγμα για το πόσο καθυστερούν οι αλλαγές της πραγματικότητας να εισχωρήσουν στη συνείδησή μας και να αποτελέσουν μόνιμα στοιχεία της. Ποιος ξέρει από πότε ήταν το ριγέ κουνούπι στην Πεντέλη μέχρι να το αντιληφθούμε το 1993, και ποιος ξέρει πότε θα συνειδητοποιηθεί η ύπαρξή του από το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού (ίσως χρειαστεί πρώτα κάποια θανατηφόρα επιδημία). Αν κάτι τόσο ορατό, ακουστό και απτά ενοχλητικό δε διακρίνεται από τη γενική φλου έννοια «κουνούπι» επί δεκαετίες, και δε φτάνει να απασχολήσει τους ειδικούς παρά ως σημείο αντιλεγόμενο, τι να πούμε για όσα τράβηξαν την προσοχή των ερευνητών της Πεντέλης! Μέσα στον κυκεώνα των ανοησιών, ίσως υπάρχουν αναφορές για πράγματα που ο καιρός τους δεν έχει έρθει ακόμη.

'Αρτι φονευθείς ασιατικός κώνωψ. (Επιτέθηκε το καταμεσήμερο στον Γ.Κ.Κ. στην είσοδο της Σπηλιάς και καταρρίφθηκε με διπλωμένη Χρυσή Ευκαιρία).

 

► Αρκετά συχνά κάποιοι από τους ανθρώπους που συναντώ τυχαία στη Σπηλιά εκδηλώνουν υπέρμετρο ενδιαφέρον για πληροφορίες. Ενώ καταλήγουμε να τους δίνω αριθμό τηλεφώνου ή e-mail (κάτι που κάνω μόνο αν δεν μπορώ να το αποφύγω), 99 φορές στις 100 δεν κάνουν χρήση. Τι θα πούμε; Πως είναι άλλο ένα ανεξήγητο πεντελικό φαινόμενο; Απλώς όταν γυρίσουν σπίτι, και ξαναγίνουν ο συνηθισμένος τους εαυτός, το ξεχνούν ή το αναβάλλουν μέχρι να χάσουν τη διεύθυνση ή κάνουν δεύτερες σκέψεις σε στυλ «καλύτερα να μην μπλέξω». Δηλαδή, ακριβώς ό,τι συμβαίνει σε ανάλογες περιπτώσεις συναπαντημάτων σε εκδρομές, διακοπές, παραλίες, μπαρ, κ.λπ.

 

►Επειδή ο όρος "συγχρονικότητα" καλύπτει ένα ευρύ φάσμα αξιοπερίεργων συμπτώσεων, ας ασχοληθούμε αναλυτικότερα με αυτή.

Τα απαιτούμενα της κατεξοχήν συγχρονικότητας είναι: κάποια ψυχική κατάσταση ή ψυχικό περιεχόμενο ενός υποκειμένου να βρει ταυτόχρονη ανταπόκριση σε κάποιο εξωτερικό γεγονός (από τη σκοπιά του υποκειμένου, γιατί είναι δυνατόν να είναι ψυχική κατάσταση ενός άλλου προσώπου) που είναι αδύνατον (σύμφωνα με τα μέχρι τώρα επιστημονικώς παραδεκτά) να συνδεθεί αιτιολογικά με την ψυχική κατάσταση. Η δε εσωτερική κατάσταση και το εξωτερικό γεγονός να έχουν σαφή νοηματική σχέση για τον παρατηρητή.

Όμως, υπό ευρεία έννοια, συγχρονικότητα λογίζεται και αν αυτό το εξωτερικό γεγονός συμβεί ταυτόχρονα με την ψυχική κατάσταση σε άλλο χώρο, ή σε διαφορετικό χρόνο (στο μέλλον ή στο παρελθόν), οπότε μόνο αργότερα να γίνει αντιληπτό από τον παρατηρητή (είτε είναι το ίδιο το υποκείμενο ή άλλο πρόσωπο).

Στις 21/9/78, όπως περιμέναμε με τον Γ.Ζ. το λεωφορείο για Πεντέλη (ήταν η πρώτη του φορά σε αυτή τη στάση), του έδειξα στο απέναντι κτίριο την πινακίδα ενός πνευμονολόγου. Απλώς σημειολογικά, επειδή πρόσφατα είχε κάνει θεραπεία για πλευρίτιδα, και είχε συνεχή πάρε-δώσε με πνευμονολόγους. Οπότε, τη στιγμή που με ενημέρωνε για την πορεία της ανάρρωσής του, περνάει μπροστά μας κλειστό φορτηγάκι με την επωνυμία «Πλευράκης»!

Αυτό το περιστατικό λοιπόν πληροί τους όρους της κατεξοχήν συγχρονικότητας, έχει δηλαδή το ταυτόχρονο και τη νοηματική σύνδεση.

Στις 20/11/06, κατευθυνόμενος στην Πεντέλη ψιθύριζα διάφορα για τους μετεωρολόγους, που η δυσμενής πρόγνωσή τους με είχε κάνει να μην πάρω φαγητό μαζί μου. Είχαν πέσει τελείως έξω, ο καιρός ήταν ιδανικός, κι ήταν κρίμα να χάσω την ευκαιρία για ολοήμερη παραμονή. Κατέβηκα από το λεωφορείο στις 6:42, οπότε δεν ήταν ανοιχτό ούτε το περίπτερο. Περνώντας απέναντι το δρόμο, βλέπω στο πεζούλι της στάσης μια σακούλα. Σκέφτηκα ότι πάλι κάποιος άφησε τα σκουπίδια του, και την πήρα για να την πετάξω στους κάδους που βρίσκονταν στο δρόμο μου. Ρίχνοντας όμως μια ματιά στο περιεχόμενο διαπίστωσα ότι δεν ήταν σκουπίδια αλλά δύο μεγάλες γωνίες από φραντζόλα με βούτυρο και μέλι, οπότε λύθηκε το πρόβλημα!

Κι αυτό το περιστατικό έχει το ταυτόχρονο, αλλά με μια πιο εκτεταμένη έννοια, εφόσον η αναζήτηση τροφής ήταν διαρκής, όμως στο θέμα του νοήματος υπάρχει κάτι σαν ταυτολογία, δε χρειάζεται εξατομικευμένη ερμηνεία. (Να υπενθυμίσω ότι σε κάθε παράδειγμα συγχρονικότητας παραλείπουμε κάθε εικασία ως προς το μηχανισμό παραγωγής της, γιατί το θέμα γίνεται απέραντο).

Στις 23/10/07 το πρωί τα είχα με τον εαυτό μου που ρισκάρισα και δεν πήρα ομπρέλα. Υπολόγιζα ότι θα προλάβω να φτάσω στη Σπηλιά, όμως η βροχή άρχισε όταν ακόμη ήμουν στο σταθμό του μετρό. Έτσι, περίμενα μέσα στη στάση (έξω από τη Μονή) επί 45΄. Είχα όλο το χρόνο να σκεφτώ κάτι που έπρεπε να κάνω εκείνη την ημέρα (ένα τηλεφώνημα άσχετο με το βουνό), αλλά ήθελα να το αποφύγω, οπότε ταλαντευόμουν. Μου ήρθε η έμπνευση να πω: «Αν σήμερα βρω ομπρέλα, τότε θα το κάνω». Όπως καταλαβαίνετε, το είπα για να είμαι σίγουρος ότι δε θα το κάνω, και δε θα φταίω εγώ αλλά η ομπρέλα που δε βρήκα. Η βροχή κόπασε, ανέβηκα με ψιχάλα μέχρι τη Σπηλιά, και τότε δυνάμωσε πάλι. Στο επόμενο διάλειμμα πήγα στη σήραγγα Ι. Μέσα είδα τα ίχνη (δηλαδή το σκουπιδαριό) από το γύρισμα που είχε γίνει μάλλον 2 ημέρες πριν (Naer Mataron, Incarcerating Gallantry). Πριν πετάξω έξω κάμποσα πίτα-γύρο-κομπλέ για τα περαστικά ζώα,  άνοιξα καλού-κακού και την κούτα από τα τύμπανα, οπότε τι βρήκα μέσα; Φυσικά, μια ομπρέλα!

Το περιστατικό αυτό μοιάζει με το προηγούμενο, όμως δεν υπάρχει καθόλου ταυτόχρονο, αφού από τη στιγμή που ανηφόρισα στο βουνό δεν περίμενα βέβαια να βρω ομπρέλα, και το αίτημα δεν υπήρχε πια στο μυαλό μου, ενώ το εξωτερικό γεγονός (ομπρέλα στη σήραγγα) είχε συμβεί προ πολλού. Εδώ λοιπόν δεν έχουμε απλώς την ικανοποίηση μιας ανάγκης (προστασία από τη βροχή), αλλά και τον εξαναγκασμό μου να κάνω εκείνο το τηλεφώνημα. Οπότε, το νόημα συνδέεται περισσότερο με το τηλεφώνημα.

Την 1/1/11 έστειλα στην Α.Ν. τη φωτο του νομίσματος που αναφέρω εδώ, μήπως διακρίνει κάτι παραπάνω, χωρίς να αναφέρω τίποτε για το σημείο εύρεσης. Στις 3/5/11 μετά τη Σπηλιά ανηφορίσαμε στα λατομεία. Τη στιγμή που σε 2 μέτρα θα φτάναμε στο σημείο εύρεσης του νομίσματος, κι ενώ με απασχολούσε το δυνάμωμα του ανέμου, και αν θα βγάζαμε το υπόλοιπο της ημέρας μέσα στο παράσπιτο των Ασωμάτων, με ρωτάει: «Πώς και δεν έχεις βρει κάνα νόμισμα; Τελείωσαν;» Εννοούσε πως είχαν περάσει ήδη 7 μήνες από το προηγούμενο. Βρισκόμαστε ήδη 5 ώρες στο βουνό, αλλά θυμήθηκε να με ρωτήσει τη στιγμή που φτάναμε στο σημείο εύρεσής του.

Στο περιστατικό αυτό, η συγχρονικότητα έγινε αντιληπτή από εμένα και όχι από εκείνη που είχε το ψυχικό περιεχόμενο, σε συνδυασμό με το εξωτερικό γεγονός, δηλαδή ότι βρισκόμαστε στο σημείο όπου προ καιρού είχα βρει το νόμισμα.

Στις 30/1/11 αναγκάστηκα να ανέβω εκτάκτως στην Πεντέλη Κυριακή απόγευμα, αφού αναγγέλθηκε ξαφνική απεργία στα Μ.Μ.Μ. για την επόμενη βδομάδα. Δεν ακολούθησα τη συντομότερη διαδρομή, και να γιατί: δυόμισι μήνες πριν μου είχε γράψει η Α.Ν. Είχε διαβάσει την Πεντελική Μυθολογία και μου ζητούσε να πάμε μαζί στη Σπηλιά. Απάντησα ως συνήθως ότι «προς το παρόν αυτό δε γίνεται, αλλά ό,τι θελήσεις εξ αποστάσεως, ευχαρίστως». Ύστερα από αυτή την απάντηση, κατά κανόνα η επικοινωνία τερματίζεται. Αυτή τη φορά όμως δεν έγινε έτσι, και η αλληλογραφία συνεχίστηκε σχεδόν σε καθημερινή βάση. Αλλά όταν πέρασε ενάμισης μήνας, το πήρε απόφαση ότι δεν έχω σκοπό να πάμε μαζί, και πήγε μ' ένα φίλο της. Δεν εντόπισαν τη Σπηλιά, αποπειράθηκαν άλλες δυο φορές επίσης χωρίς επιτυχία (είχαν λαθεμένες πληροφορίες από internet), οπότε της έδωσα οδηγίες και την τέταρτη φορά τη βρήκαν.

Γνωρίζοντας λοιπόν πως ανεβαίνουν μόνο Κυριακές, για να αποκλείσω το ενδεχόμενο να συναντηθούμε τροποποίησα τη διαδρομή μου, ώστε σε περίπτωση που έχουν ξαναπάει να μη συμπίπτει μ' αυτή που χρησιμοποιούσαν εκείνοι. Όμως, όταν πλησίαζα το σημείο όπου ο αρχαίος δρόμος συνεχίζεται ως νεότερη οδός, συνειδητοποίησα ότι σ' αυτό το τελευταίο μισό χιλιόμετρο μέχρι τη Σπηλιά οι διαδρομές μας ταυτίζονταν, και λόγω της απογύμνωσης του βουνού δε θα μπορούσα να αποφύγω τη συνάντηση, αν τύχαινε να κατεβαίνουν εκείνη την ώρα. Η προοπτική αυτή δε μου άρεσε καθόλου, οπότε άρχισα να σκέφτομαι να κάνω ένα μεγάλο γύρο.

Ακριβώς τότε, το μάτι μου έπεσε σε μια τετράγωνη οπή στην άκρη του λιθόστρωτου. Ήταν μεν γεμάτη χώμα μέχρι πάνω, αλλά εμφανέστατη, και σε σημείο όπου εγώ και πολλοί άλλοι είχαμε ψάξει ξανά και ξανά, ειδικά μετά τις φωτιές. Αυτό το σημείο ήταν ήδη από τα πλέον χαρακτηριστικά της αρχαίας οδού καταγωγής των μαρμάρων, αφού συνωστίζονταν εκεί 6 οπές (σε μήκος 6 μέτρων), και ο Κορρές του αφιερώνει ειδικό σχέδιο [26] (βλ. Από την Πεντέλη στον Παρθενώνα, σ. 103, Σχ. 28). Η έβδομη οπή είναι από τις μεγαλύτερες (πλευρά τετραγώνου 33 εκ., βάθος 42 εκ.), και για μένα η "εμφάνισή" της συγκρίνεται μόνο με την ανακάλυψη ότι μέσα στο σπίτι σου υπάρχει κι άλλη μία πόρτα, την οποία ουδέποτε είχες προσέξει!

Καθώς την κοιτούσα χάσκοντας για ένα δυο λεπτά, άκουσα γυναικεία φωνή να κατεβαίνει από Σπηλιά. Περίμενα, ώσπου είδα ζεύγος να στρίβει και να ακολουθεί την παράλληλη οδό με τις αυλακώσεις. Έτσι, είχα την ευκαιρία να τους φωτογραφίσω και να στείλω το ίδιο βράδυ τις φωτογραφίες στην Α.Ν. Φυσικά, ήταν εκείνη με το φίλο της. Κι αν δε με είχε σταματήσει η οπή, θα είχαμε βρεθεί φάτσα με φάτσα.

Στο κέντρο η ουρανοκατέβατη οπή. Μπροστά της η κοίτη του δρόμου. Πίσω, ανάμεσα στα βέλη, η σειρά με τις 6 οπές.

Στο περιστατικό αυτό η εύρεση της οπής μάλλον δε συνδέεται νοηματικά με τίποτε, θα μπορούσε να με καθυστερήσει οτιδήποτε άλλο. Όμως υπήρχε εκεί (υποθέτω!) από την πρώτη φορά που πέρασα δίπλα της (12/5/78), και "περίμενε" να παίξει αυτόν το ρόλο 33 χρόνια αργότερα.

Αυτό ήταν το πρώτο τρανταχτό επεισόδιο μιας μακράς και θαυμαστής ιστορίας, για την οποία ίσως θα άξιζε να γραφτεί ένα ξεχωριστό βιβλίο. Μόνο που μέχρι στιγμής κάτι τέτοιο υπερβαίνει τις δυνάμεις μου. Θα περιοριστώ λοιπόν να αναφέρω πως η Α.Ν. πεισμωμένη που πέρασε τόσο κοντά μου χωρίς να με δει, και αποφασισμένη να με συναντήσει είτε το ήθελα είτε όχι, έπειτα από δέκα μέρες ήρθε μόνη στην Πεντέλη, τελείως στην τύχη, χωρίς βέβαια να ξέρει ότι διάλεξε την πιο συνηθισμένη μου μέρα. Παρότι όλη εκείνη τη μέρα είχα το νου μου (τα μέτρα ασφαλείας είχαν αυξηθεί μετά το προηγούμενο περιστατικό), τελικά δεν μπόρεσα να μην πέσω πάνω της!

Το φαινόμενο της συγχρονικότητας είναι πολυσύνθετο και δυσερμήνευτο. Από τη δική μου πείρα, το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι εξαρτάται πολύ από μας τους ίδιους, αλλά όχι μόνο. Π.χ. αν ψαρεύουμε, ανάλογα με το δίχτυ που θα ρίξουμε θα είναι και το είδος των ψαριών που θα πιάσουμε. Όμως, δεν αποκλείεται να μπλεχτεί στο δίχτυ μας και κάτι μεγαλύτερο που δεν ήταν στην πρόθεσή μας.

Οπωσδήποτε πρέπει να διαθέτουμε διάκριση. Πολλές από τις συγχρονικότητες εμφανώς αντανακλούν εμάς τους ίδιους, δηλαδή την τρέχουσα κατάστασή μας (κάτι αντίστοιχο με τα όνειρα του τύπου «κοιμήθηκα ξεσκέπαστος» ή «ο νηστικός καρβέλια ονειρεύεται»). Όμως υπάρχουν κι άλλες, οι "ακάλεστες", ενός επιπέδου που μας υπερβαίνει απόλυτα, οπότε θα είναι πολύ παρατραβηγμένο να τις αποδώσουμε κι αυτές στον εαυτό μας. Αυτές συνδέονται και με άλλες ψυχικές εμπειρίες που δεν καλούνται άδικα υπερβατικές. Είναι αυτές που στοιχειώνουν εφ' όρου ζωής όποιον τις βιώσει, όπως τον Phillip K. Dick που έγραψε 8000 σελίδες (Exegesis) στην προσπάθειά του να κατανοήσει τι του συνέβη (θα έγραφε κι άλλες, αλλά δυστυχώς πέθανε πρόωρα), όπως τον C. G. Jung που αντίστοιχα έγραψε (και εικονογράφησε) τις δικές του επίσης αρκετές χιλιάδες σελίδες (που έδωσαν το μνημειώδες πλην ημιτελές Liber Novus ή Red Book), κι έχτισε τις θεωρίες του πάνω τους.

Προσοχή όμως! 'Αλλο πράγμα είναι να δούμε ή να ακούσουμε πού και πού στην τηλεόραση κάτι που έρχεται σαν απάντηση σε κάτι που μας απασχολεί, κι άλλο είναι να πιστεύουμε πως όλες οι εκπομπές απευθύνονται σ’ εμάς. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε συγχρονικότητα που ίσως μεταφέρει πληροφορία, στη δεύτερη πρέπει να τρέξουμε στον πλησιέστερο ψυχίατρο. Γιατί,

 

«...όσο σημαντικό είναι να αναγνωρίζουμε το νόημα όταν υπάρχει, τόσο σημαντικό είναι να μη βγάζουμε νόημα όταν δεν υπάρχει. Όμως είναι δύσκολο να αποφύγουμε την πλάνη πως υπάρχει νόημα σε τυχαία μορφώματα». (Leonard Mlodinow, The drunkard’s walk, p. 168)

 

(Εκτός από το κλασικό βιβλίο του Jung, Synchronicity, και το Roots of coincidence του A. Koestler, να και μερικά χρήσιμα για το θέμα νεότερα βιβλία, που το προσεγγίζουν από διαφορετικές γωνίες: Marie Louise von Franz, On divination and synchronicity, F. David Peat, Synchronicity: the bridge between matter and mind, Kirby Surprise, Synchronicity: The Art of Coincidence, Choice, and Unlocking Your Mind, Gibbs Williams, Demystifying meaningful coincidences, Young Woon Ko, Jung on synchronicity and Yijing, Roderick Main, Revelations of chance και The rupture of time, Yuasa Yasuo, Overcoming modernity, David Owens, Causes and coincidences, Tammy Montgomery, The angel in annunciation and synchronicity, Leonard Mlodinow, The drunkard’s walk, David Hand, The improbability principle, R. Eastaway - J. Wyndham, Why do buses come in threes?)

 

► Έχουμε αναφέρει το πώς ο εγκέφαλος δεχόμενος τις οπτικές πληροφορίες ουσιαστικά πλάθει την εικόνα του περιβάλλοντος εκ των ενόντων, η οποία μπορεί να απέχει πολύ από μια φωτογραφική απεικόνιση. Συνήθως, ο βαθμός απόκλισης μεγαλώνει όσο πιο οικεία είναι η εικόνα. Οπότε, αν κάτι έχει αφαιρεθεί ή έχει προστεθεί ένα νέο στοιχείο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα γίνει αντιληπτό. Στις 11/4/13 λοιπόν στάθηκα αρκετά λεπτά στο χείλος του δρόμου των έργων που ανηφορίζει προς Σπηλιά. Περίμενα να δω προς τα πού θα κατευθυνθούν τα γίδια, ώστε να πάω αντίθετα. Μέχρι να αποφασίσουν, βαρέθηκα, και γύρισα να κοιτάξω προς το κάτω μέρος του φαραγγοειδούς λατομείου (Λ2 κατά το τοπογραφικό διάγραμμα Κορρέ), επειδή θυμήθηκα ότι με τις καταρρακτώδεις βροχές του Φεβρουαρίου είχαν πέσει πέτρες και χώματα, και ήθελα να δω αν ξεκόλλησε και κάνας βράχος. Δεν παρατήρησα καμία αλλαγή, τα γίδια αποφάσισαν να πάνε δυτικά, έφυγα κι εγώ ανατολικά, προς Κρύα Βρύση.

Το ίδιο βράδυ κάποιος φίλος μού έστειλε φωτο από την ανάσυρση ενός αυτοκινήτου (ήταν το Η.....6 του Κ.Α.), που είχε πέσει σχεδόν στο σημείο που είχα ελέγξει για πτώσεις βράχων!

Η επιχείρηση με το γερανό έγινε 4 ώρες μετά την αποχώρησή μου.

Το αυτοκίνητο βρισκόταν ήδη εκεί 4-5 ημέρες. Είδα τα χώματα και τις πέτρες που επισημαίνω με τα βέλη, πρόσεξα ότι "την πλήρωσε" ένα πεύκο, αλλά αυτοκίνητο δεν είδα!

 

► Έχουμε πει αρκετά για ευρέσεις νομισμάτων, όμως υπάρχουν και 3 ευρήματα που μοιάζουν με νομίσματα που κάποιος έχει κόψει σε ακανόνιστα πολύγωνα (εξάγωνο το πρώτο, οκτάγωνα τα άλλα), αλλά δεν ξέρω τι είναι. Όλα βρέθηκαν έξω από τη Σπηλιά, γύρω στα 30 μέτρα από το στόμιο. Ιδού:

Η μέγιστη διάσταση του Α είναι 17,2 χιλιοστά., ενώ έχει πάχος 1,5 χιλ. Του Β είναι 16,6 και 0,75 αντίστοιχα, και του Γ 14,3 και 0,6.

 

Τις τελευταίες 4 δεκαετίες, τα γίδια κατά κανόνα συνοδεύονταν από ανθρώπους. Υποθέτω πως η απουσία σκυλιών οφειλόταν σε οικονομικούς λόγους, ένα αχρείαστο έξοδο. Αλλά κι όταν υπήρχε κάποιο σκυλί, πάντα υπήρχε και ο βοσκός μαζί. Όμως, από το 2005 (και ιδιαίτερα από το 2007) τα πράγματα άλλαξαν ακριβώς στο αντίθετο. Όταν ο ξάδερφος του ξάδερφου κατέλαβε τα κτίρια της Αεροπορίας στην κορυφή, το προκλητικά παράνομο κοπάδι του συνοδευόταν μόνο από σκυλιά. Κι αυτό επειδή (σε περίπτωση που κάποιος έφερνε την αστυνομία ή τη δασική υπηρεσία), είναι κάπως δύσκολο να συλληφθούν τα γίδια και τα σκυλιά. Πολλοί επισκέπτες λοιπόν, ουσιαστικά επισκέπτες σε κάτι σαν πάρκο εντός αστικής περιοχής (ναι, την Πεντέλη εννοώ), οι περισσότεροι άμαθοι περί των μαντρόσκυλων, συχνά είχαν δυσάρεστες συναντήσεις με αυτά, μάλιστα κάποιοι δαγκώθηκαν. Ίσως το τελευταίο θύμα τους, να είχε τον τρόπο του, και να πέτυχε την απομάκρυνση του κοπαδιού τον Φεβρουάριο 2014.

Όμως σε άλλες, λιγότερο επισκέψιμες, περιοχές του βουνού παραμένουν τα κοπάδια με τα σκυλιά τους. Γι' αυτό, καλό είναι να πούμε λίγα χρήσιμα λόγια. Όταν σε εντοπίσουν τα σκυλιά από μακριά, θα γαβγίσουν για να σε προειδοποιήσουν να μην πλησιάσεις. Αν συνεχίσεις να πηγαίνεις προς το μέρος τους, ένα τουλάχιστον σκυλί θα κάνει κύκλο και θα βρεθεί πίσω σου. Κι ενώ τα άλλα θα γαβγίζουν πιο άγρια, αυτό θα σε ελέγχει αθέατο και σιωπηλό, ώστε σε περίπτωση εμπλοκής να σε αιφνιδιάσει. Αν δεν πτοηθείς και επιμένεις να περάσεις κοντά τους, εφόσον αυτά βρίσκονται ανάμεσα σ' εσένα και στο κοπάδι, κατά κανόνα δε θα κάνουν τίποτε άλλο. Γιατί ήδη θα σκέφτονται ότι για να τα αψηφάς κάπου θα στηρίζεσαι, κι αφού δεν αποτελείς εμφανή κίνδυνο για τα γίδια, δε χρειάζεται να διακινδυνέψουν για να μάθουν αν μπλοφάρεις ή όχι.

Ακριβώς το ίδιο εφάρμοζα κι εγώ. Αν δεν ήθελα οπωσδήποτε να πάω εκεί που τύχαινε να βρίσκονταν τα γίδια, προτιμούσα να πάω κάπου αλλού. Όμως δεν ήταν δυνατόν να τα αποφεύγω πάντα, κι έτσι είχα πολλές δεκάδες συναντήσεων. Από την πρώτη συνάντηση, εφόσον ήταν σίγουρο ότι θα υπάρξουν κι άλλες, αναγκάστηκα να τους δώσω το επισκεπτήριό μου, τις πετριές δηλαδή. Αυτά τα σκυλιά έχουν πονέσει πολύ κατά την εκπαίδευσή τους, και ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει να χτυπηθείς από μια πέτρα 100 - 150 γραμμαρίων. Με το πρώτο γαβ λοιπόν, αν βρισκόμουν σε απόσταση βολής (μέχρι 140 μέτρα για τη σφεντόνα μου και τον πονεμένο μου ώμο), δέχονταν αμέσως πέτρα. [27]

Δύο στιγμιότυπα από τον παλμό για εκσφενδόνιση πέτρας σε βολή ευθυτενούς τροχιάς.

Αν ήμουν μακρύτερα, έτρεχα μέχρι να φτάσω σε αυτή την απόσταση, κάτι που τα προβλημάτιζε περισσότερο. Έτσι, στο εξής, έστω κι αν με γάβγιζαν από 500 μέτρα, χωρίς δηλαδή ακόμη να ξέρουν ποιος είμαι, αρκούσε να σηκώσω το χέρι μου, για να σταματήσουν αμέσως, εικάζοντας τι θα ακολουθήσει. Αν πάλι έρχονταν προς το μέρος μου χωρίς να με έχουν δει, αρκούσε να γίνω ορατός, να σηκώσω το χέρι, κι αυτά να οδηγήσουν το κοπάδι αλλού. Αυτή η διευθέτηση κρατούσε μια σεζόν (βρίσκονταν στην Πεντέλη από Οκτώβριο μέχρι Μάιο), αλλά όταν επέστρεφαν πάντα υπήρχαν και κάποια νέα σκυλιά. Έπρεπε λοιπόν να επαναλαμβάνεται το προανεφερθέν σκηνικό δυο τρεις φορές, για να με μάθουν κι αυτά.

Βέβαια, πάντα είχα το νου μου, γιατί όπως καταλαβαίνετε δεν ήμουν η συμπάθειά τους, και πολύ θα ήθελαν να μου δώσουν ένα μάθημα. Όταν ήταν μαζί με τα γίδια, ήταν εύκολο να είμαι προετοιμασμένος, αφού πάντα υπήρχε έστω κι ένα κουδούνι στο κοπάδι. Όταν όμως έφευγαν τα μισά για να πάνε να φάνε (ερχόταν ο μπιστικός με αγροτικό φορτηγάκι και τους έριχνε σε διάφορα σημεία απορρίμματα χασάπικου), υπήρχε περίπτωση να πέσω αμέριμνος κυριολεκτικά πάνω τους.

Κι αυτό έγινε ένα απομεσήμερο, στις 21/3/12, στην περιοχή του πάνω υποσταθμού ΔΕΗ των Ελληνικών Μαρμάρων. Ξαφνικά με γάβγισαν εκ του σύνεγγυς τρία μαντρόσκυλα, απάντησα με σφεντονιά και οπισθοχώρησαν, οπότε ανηφόρισα μέχρι το επίπεδό τους για να δω τι τρέχει. Είδα ότι δεν είχαν απομακρυνθεί παρά λίγα μόνο μέτρα, και το ύφος τους δε μου άρεσε καθόλου, ούτε τα υπόκωφα γρυλίσματα. Τότε διαπίστωσα και το λόγο: ανάμεσά μας ήταν τα υπολείμματα του φαγητού τους. Αρχικά σκέφτηκα να αποχωρήσω, προτού η φάση φτάσει στα άκρα. Όμως, η ευκαιρία ήταν μοναδική, οπότε το διέπραξα: προχώρησα στην έσχατη προσβολή - πρόκληση, ουρώντας πάνω στο φαΐ τους!

Τα κόκαλα και τα ξύγκια που έτρωγαν, κι από πάνω ένα από τα 3 σκυλιά. Αριστερά, 2 ακόμη από τα σκυλιά σε προγενέστερες αψιμαχίες.

Βέβαια, αν ήταν παρών ο αρχηγός (το πάνω αριστερά σκυλί), ίσως να μην το έκανα. Γιατί θα τον εξωθούσα να κάνει κάτι, αν δεν ήθελε να χάσει το κύρος του.

Γενικά, ο μεγαλύτερος κίνδυνος παρουσιάζεται όταν δεν αφήνεις περιθώρια για μια αξιοπρεπή υποχώρηση ή έστω για μια συνετή διαφυγή. Για παράδειγμα, στις 10/12/01 ανηφόρισα στη χιονισμένη Πεντέλη έχοντας μαζί μου τέσσερα σκυλιά: τον αρχηγό από την πάνω πλατεία (Αγία Τριάδα) με μια σκυλίτσα από την αγέλη του, και δύο θηλυκά μαντρόσκυλα που περιφέρονταν για μια διετία (2000-02) στους πρόποδες του βουνού.

Αριστερά κάτω ο αρχηγός και δεξιά πάνω το ένα μαντρόσκυλο.

Φτάνοντας στη Σπηλιά τα σκυλιά με προσπέρασαν για ν' απαγκιάσουν μια ώρα αρχύτερα, αφού δεν έφτανε το χιόνι, φυσούσε και βοριάς 6-7 μποφόρ. Όταν ανέβηκαν στις πέτρες που έκλειναν το δρόμο, σταμάτησαν απότομα, έκαναν μεταβολή, και ξανάρθαν σ' εμένα. Παραξενεύτηκα, αλλά μου λύθηκε η απορία όταν έφτασα κι εγώ στις πέτρες: στην είσοδο της Σπηλιάς ήταν ένα τσοπανόσκυλο και πίσω του τα γίδια, που είχαν σταλίσει εκεί λόγω του χιονιού. Δεν είχα σκοπό να κάτσω στη Σπηλιά περισσότερο από λίγα λεπτά, όμως ούτε να φύγω χωρίς να μπω καθόλου μέσα. (Όπως έμαθα ύστερα από χρόνια, την προηγούμενη μέρα έγινε ακριβώς αυτό, μια παρέα δηλαδή έφυγε άπρακτη λόγω του σκύλου). Πήρα βέβαια υπόψη ότι τα σκυλιά που ήταν μαζί μου στέκονταν σε απόσταση ασφαλείας πίσω μου. Ήταν φανερό ότι δεν είχαν καμία όρεξη για καβγά. Μου έκανε εντύπωση αυτό (δεν άφηναν τίποτε αγάβγιστο στο βουνό), ειδικά η περίπτωση του αρχηγού. Γιατί τα διαπιστευτήριά του ήταν παραπάνω από επαρκή: εμφανίστηκε στην πλατεία αρχές Απριλίου 2000 και ανέλαβε την αρχηγία, σε 3 μήνες έχασε το πίσω αριστερό του πόδι σε αναμέτρηση με κάποιον διεκδικητή (φανταστείτε τι έπαθε ο άλλος), και κράτησε τη θέση του για άλλα 5 χρόνια (όπως αποδείχτηκε μετά). Μάλιστα, στις 8/3/01 τον είδα να τα βάζει όντας τρίποδος με ένα ποιμενικό Καυκάσου (βλέποντάς το δεν ήξερα αν ήταν αρκούδα ή βίσονας!), που ήταν αρχηγός άλλης αγέλης, κι αντί να έρθει το τέλος του όπως νόμισα, εκείνος νίκησε (παρότι τον δάγκωνε στην πλάτη κι ένα ημίαιμο λυκόσκυλο, υπαρχηγός του "βίσονα") αφήνοντας με τη σειρά του τον αντίπαλό του με τρία πόδια στο εξής. Όμως, τότε υπερασπιζόταν κάποια διαφιλονικούμενα σύνορα στην περιοχή του· τώρα γιατί να τα βάλει με το τσοπανόσκυλο που ήταν με την πλάτη στον τοίχο;

Έτσι, ενώ κατανοούσα την κατάσταση, ότι το κοπάδι δεν μπορούσε να φύγει αν δε φεύγαμε εμείς πρώτα, μουλάρωσα κι αποφάσισα να ρισκάρω. Πέρασα το φράγμα, κι όταν ο σκύλος άρχισε να γαβγίζει δείχνοντας τα δόντια του, του πέταξα πέτρες. Και τότε, διαπίστωσα πως ο πατέρας μου δεν υπερέβαλλε σε μια ανάλογη δική του ιστορία από την Κατοχή, όταν μου έλεγε ότι τα μαντρόσκυλα που τον είχαν στριμώξει δάγκωναν τις πέτρες που τους έριχνε! Θέλοντας να του δείξω πως ούτε αυτή η επίδειξη αγριάδας με πτοεί, συνέχισα να πηγαίνω καταπάνω του, οπότε στην κρίσιμη στιγμή που είτε θα υποχωρούσε είτε θα μου ριχνόταν στ' αλήθεια, τα γίδια φοβήθηκαν κι έτρεξαν προς το βάθος της Σπηλιάς. Έτσι, η πλάστιγγα έγειρε προς τη μεριά της υποχώρησης, και μπήκαμε νικητές και τροπαιούχοι στη Σπηλιά. Οπωσδήποτε, ήταν από τις φάσεις που μετά λες, εντάξει, αυτό καλύτερα να μην το ξανακάνω.

Δε χρειάζεται λοιπόν να το παρακάνετε. Όμως, μη δείξετε ποτέ φόβο, και ιδίως μην το βάλετε στα πόδια! Τότε, ακόμη και το πιο δειλό σκυλί δε θ' αφήσει την ευκαιρία να κάνει το κομμάτι του (και να σας κόψει κάνα κομμάτι).

 

Είπαμε αρκετά για τις ενδεχόμενες μυστηριώδεις μεταβολές στοιχείων του τοπίου. Αν δηλαδή εμφανίζονται πεύκα από το πουθενά ή εξαφανίζονται στο πουθενά θάμνοι και βράχοι. Τι θα λέγατε όμως, αν έλειπε ολόκληρο λατομείο; Το 1985, στο βιβλίο 4ο και 5ο συμπόσιο για το Πεντελικό βουνό - Θέμα: τα οικολογικά προβλήματα Πεντέλης, (έκδ. Εξωραϊστικός - Επιμορφωτικός Σύλλογος της Πεντέλης), είδα στη σελίδα 103 τη φωτογραφία ενός λατομείου. Πιστεύοντας ότι γνωρίζω όλα τα λατομεία, απόρησα γιατί αυτό δε μου θύμιζε τίποτε. Παρότι δεν το ξέχασα ποτέ, πέρασαν 30 χρόνια χωρίς να μπορέσω να το εντοπίσω.

Όταν το 2015 έτυχε να δω το ντοκιμαντέρ Ο πελεκητής της πέτρας (επεισόδιο της εκπομπής Τεχνίτες και Εργαστήρια, παραγωγή ΕΡΤ ΑΕ, 1992) αναγνώρισα αμέσως πως ήταν το ίδιο λατομείο. Η μόνη διαφορά ήταν πως έλειπε η εγκατάσταση που διακρίνεται πάνω αριστερά στη φωτο. Τα πλάνα έδειχναν πολύ περισσότερα από όσα η φωτο, κι έτσι πίστεψα πως είχε έρθει η ώρα να αναγνωρίσω κάτι και να λυθεί το μυστήριο. Μάταια όμως! Κάθε βοήθεια ευπρόσδεκτη... (μπορείτε να το δείτε εδώ, 20:07 και 26:33).

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

 


[13] Δε σας έχει κάνει ποτέ εντύπωση αυτό το φοβερό νεοελληνικό βίτσιο, το τόσο διαδεδομένο; Τι είναι εκείνο που κάνει τους δράστες να μη βγάζουν τα σκουπίδια τους έξω από το σπίτι τους απ' όπου θα τα πάρει η αρμόδια υπηρεσία, αλλά να τα φορτώνουν και να σπάνε τα αυτοκίνητά τους μόνο και μόνο για να τα πετάξουν στις ερημιές; Προφανώς, μόνο η ψυχιατρική θα μπορούσε να απαντήσει, όμως μέχρι στιγμής δεν έχει καταπιαστεί με το θέμα, αφού οι μεν αλλοδαποί επιστήμονες αγνοούν την ιδιομορφία μας, οι δε ημεδαποί (αν δεν είναι και οι ίδιοι θύματα της πάθησης) ως εξοικειωμένοι με το θέαμα, απλώς δε δίνουν σημασία.

Εδώ πέταξαν σόμπα και οθόνη υπολογιστή πάνω από τη Σπηλιά.

[14] Αυτό το διέταξε υποτίθεται ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, αυτός που όταν τον πληροφόρησαν ότι βρέθηκε τεράστιο μαρμάρινο λιοντάρι (ήταν ο Λέων της Χαιρωνείας), έβαλε να το διαλύσουν υπολογίζοντας ότι με τέτοιο μέγεθος θα έκρυβε πολλά φλουριά μέσα του! (βλ. Σύγχρονος Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, τ. 8, σ. 650, λήμμα "Λέων", Απ. Αρβανιτόπουλος, 1874-1942, καθ. Αρχαιολογίας).

[Στο βιβλίο του G. A. Perdicaris, The Greece of the Greeks, Vol. 1, 1845, p. 142-3, μπορείτε να διαβάσετε τι βρήκε ο Ανδρούτσος μέσα στο λιοντάρι: https://archive.org/stream/greecegreeks01perdgoog#page/n156/mode/2up]

[15] Για όσους αρέσκονται στις συμπτώσεις: σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές είναι 12/11/05! (μου το υπενθύμισε ο υπολογιστής).

[16] Πάντως, η εικασία ότι το 1990 είχε πεθάνει κατέρρευσε όταν τον Ιούλιο 2007 πληροφορήθηκα ότι το 2002 είχε εκδώσει βιβλίο! Έτσι, το ερώτημα κάτω από ποιες συνθήκες πετάχτηκαν στο δάσος τόσο προσωπικά της αντικείμενα παραμένει αναπάντητο.

[17] Αν ήμουν πιο προσεκτικός, δύο χρόνια πριν είχε πει κάτι που ουσιαστικά προανήγγελλε αυτό που συνέβη, αλλά δεν το είχα πάρει τοις μετρητοίς. Μια νύχτα κατεβαίνοντας από Σπηλιά τον είχα αφήσει για δύο λεπτά −χωρίς ν' απομακρυνθώ πάνω από πέντε μέτρα, αλλά υπήρχαν δέντρα ανάμεσά μας− κι όταν επέστρεψα ομολόγησε πως είχε τη φαντασίωση ότι θα τον παρατούσα στο βουνό και μετά δε θα μπορούσε να κατεβεί στο σκοτάδι, αφού μάλιστα δεν είχε ξαναπεράσει από αυτό το μέρος.

[18] Θυμάμαι πολύ καλά τι ένιωθα και τι σκεφτόμουν, όταν τη νύχτα 13/5/79 έπαθα ελαφριά υπογλυκαιμία στην Πεντέλη, περιστατικό που ήδη ανέφερα. Όσο για την πρόκληση αίσθησης μιας παρουσίας με χρήση σύνθετων ασθενών μαγνητικών πεδίων, βλ. James Austin, Selfless insight, p. 288.

[19] Κάτι ανάλογο συμβαίνει κι όταν κάποιος πηγαίνει για συγκεκριμένη έρευνα. Προσανατολισμένος στο αντικείμενό του πιάνεται απροετοίμαστος όταν τύχει το απρόοπτο. Π.χ. πηγαίνει στη Σπηλιά με τα κατάλληλα εφόδια για να μπει σε κάποια τρύπα, κι όταν δει ένα UFO απέξω ξεχνά πως έχει και φωτογραφική μηχανή (το παράδειγμα υποθετικό).

[20] Μετά το συναγελασμό μου με πλήθος σκύλων (μόνο την τετραετία 1998-2002 τα σκυλιά ήταν 42, που αν αθροίσουμε τις φορές που ήρθε μαζί μου το καθένα φτάνουμε στις 920), έχω την πείρα να ξεχωρίζω τουλάχιστον τα βασικά γαβγίσματα: πότε κινδυνεύουν, πότε κυνηγούν κάτι, κ.λπ.

[21] Μάλιστα, ένας (που αναγκάστηκα −κινδυνεύοντας να τσακιστούμε μαζί− να ανεβάσω σηκωτό, γιατί έτρεμε σύγκορμος) για το ευχαριστώ έτρεξε και μου κατούρησε την τσάντα! Αφήστε που την επόμενη φορά κατέβηκε στο σημείο όπου είχε παγιδευτεί κι ανέβηκε σαν να μη συμβαίνει τίποτε! (Με κάτι τέτοια μπορώ να φανταστώ πώς δημιουργήθηκε ο Ραν-Ταν-Πλαν!)

[22] Βέβαια, αν δεν ήμουν άπειρος περί τα τοιαύτα, θα είχα φροντίσει να τους τονίσω πως τάχα ήδη έχω τηλεφωνήσει σε γνωστό κανάλι και το εξωτερικό τους συνεργείο είναι καθ' οδόν. Οπότε οι απρόθυμοι υπάλληλοι θα διαγκωνίζονταν ποιος θα ρίσκαρε τη ζωή του για να διασώσει το καημένο το ζωάκι!

[23] Το πόσο επισφαλείς είναι όλες αυτές οι παρατηρήσεις, ώστε να στηριχτούμε πάνω τους,  καταδεικνύεται από αυτό που μου συνέβη σήμερα το πρωί 25/12/07: ξύπνησα στις 6:15. Αν και δε νύσταζα, θεώρησα υποχρέωσή μου να προσπαθήσω να ξανακοιμηθώ. Ήταν αδύνατον, και άναψα πάλι το φως στις 6:30. Διάβασα μέχρι τις 7:00 και σηκώθηκα. Μπαίνοντας στην κουζίνα είδα ότι το ρολόι της έλεγε 8:00. Επέστρεψα στο δωμάτιό μου για να δω πως κι εκεί το ρολόι έλεγε 8:00! Τι μπορούμε να υποθέσουμε; Ότι "έχασα" ακριβώς μία ώρα διανύοντας τα 10 μέτρα μεταξύ κρεβατοκάμαρας και κουζίνας ή ότι επί 45 λεπτά διάβαζα με συνέπεια το καντράν του ρολογιού λάθος;

Και αφού μιλάμε για ρολόγια, μου έχει συμβεί 2-3 φορές να ξυπνήσω μερικά λεπτά αργότερα από την ώρα που είχα ρυθμίσει να χτυπήσει το ξυπνητήρι και να δω πως ήταν απενεργοποιημένο. Το ενδεχόμενο να είχα ξεχάσει να το κουρδίσω αποκλείεται, αφού το ελατήριο ήταν τερματισμένο. Η μόνη (υποθετική) εξήγηση, λοιπόν, είναι ότι ξύπνησα (όπως συνηθίζω) λίγα λεπτά πριν να χτυπήσει το ρολόι και πάτησα το κουμπί θεωρώντας περιττό να υποβληθώ στο βάρβαρο κουδούνισμα. Κατόπιν συνέχισα τον ύπνο μου, για να ξαναξυπνήσω χωρίς να θυμάμαι τίποτε. Αν κάποιος μπορεί να προτείνει καλύτερη εικασία (π.χ. να πάσχω από αποσυνδετική αμνησία ή επιληψία ή να υπνοβατώ, κ.λπ.), καμία εξήγηση δεν αναιρεί το γεγονός ότι ολημερίς κι ολονυχτίς μάς συμβαίνουν τέτοια πράγματα, και δεν είναι καθόλου συνετό να θεωρούμε πως οποιαδήποτε βεβαιότητά μας είναι βεβαία.

[25] Και μάλιστα, με τον ίδιο αριθμό στρώσεων 23 (ο δεύτερος βωμός κατεδαφίστηκε στις αρχές Απριλίου 2005). Δεν ξέρω αν σχετίζονται με άλλες κατασκευές φτιαγμένες επίσης με μαρμαρόπλακες. Είχα δει και άλλα κατασκευάσματα, όμως έχω σημειώσει μόνο μία στήλη, που στις 2/12/92 υπήρχε αριστερά της σήραγγας Ι. Κι αυτό, επειδή τότε νόμιζα ότι τα έργα ήταν παιχνίδια παιδιών (και μάλιστα γερμανόπαιδων), και δεν έδωσα σημασία. Έπρεπε όμως να είχα προβλέψει τις εξελίξεις. Πάντως, στη σελίδα Τα γύρω από τη σπηλιά μέρη

(https://www.iranon.gr/PENTELI/PENTELI2TEXT.htm#1) υπάρχουν φωτογραφίες από 2 άλλες στήλες.

Ενώ από το δεκαπενταύγουστο του 2004, ξεκίνησε νέα μόδα: να ισορροπούν όρθιες πέτρες μέσα στη Σπηλιά

(βλ. Εξελίξεις και Νέα, https://www.iranon.gr/PENTELI/Events/events4.htm#september%202004).

 

Κάποια μεταγενέστερα ισορροπιστικά κατορθώματα. πάνω στον ίδιο σταλαγμιτικό όγκο. (Αρχικά βρισκόταν μπροστά στη σταλακτιτική κολόνα, στη βάση των βαθμίδων. Τον έριξαν στον πάτο της Σπηλιάς στις 14/9/00).

[26] Με την ευκαιρία, να πω ότι κατά τη γνώμη μου αυτές οι τόσο κοντινές διαδοχικές οπές δε χρησίμευαν για ζιγκ-ζαγκ πέρασμα του σκοινιού, αλλά ήταν ανεξάρτητες, και χρησιμοποιήθηκαν σε διαφορετικούς χρόνους. Αυτό αποδεικνύεται από τις διαφορές στο βάθος τους. Όταν δηλαδή από το φορτίο στον πάσσαλο (είτε και από διόγκωση των ξύλων) ξεκολλούσε μια φέτα του σχιστολιθικού πετρώματος παίρνοντας μαζί της το άνω μέρος της οπής, λάξευαν στο κοντινότερο κατάλληλο σημείο μια άλλη με το απαιτούμενο βάθος για να την αντικαταστήσει. Έτσι, από τις 4 οπές που αναφέρει ο Κορρές στη δεύτερη σώζεται μόνο ο πυθμένας, που όμως είναι στο ίδιο επίπεδο με τα χείλη της επόμενης, κάτι που αποκλείει την ταυτόχρονη χρήση τους. (Υπάρχει πυθμένας και πέμπτης οπής μετά την τέταρτη, όπως και τμήμα έκτης αμέσως μετά σε αποκολλημένο κομμάτι βράχου).

Όσο για την οπή που βρήκα, είναι πιθανό να βρίσκεται σε αρχαιότερη κοίτη της οδού καταγωγής 1, μετά να έγινε μετατόπιση και εκβάθυνση, οπότε το άνοιγμά της δεν αποκλείεται να είναι έργο της ύστερης εποχής των λατομείων, για να μην πούμε των Βαυαρών (!), αφού στην απέναντι πλευρά του δρόμου διακρίνεται ίχνος από διάτρημα φουρνέλου (μάλλον από παραμίνα με διάμετρο 50 χιλ.), ενώ μερικά μέτρα παρακάτω υπάρχει ανάλημμα με ξερολιθιά, πράγμα που σημαίνει ότι κάποτε το τμήμα αυτό του δρόμου διαπλατύνθηκε προς βορρά.

Μπροστά αριστερά το ανάλημμα, στην ένθετη το διάτρημα. Με τα βέλη η κοίτη του δρόμου στο ύψος των 7 οπών (όπου παράλληλες αυλακώσεις).

[27] Ευτυχώς και γι' αυτά και για μένα, ποτέ δε χτύπησα κανένα. Γιατί όσο καλός να είμαι στο σημάδι, όταν η απόσταση είναι μεγάλη παίζει σημαντικό ρόλο και η τύχη.

 

ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ